Πολλά έχουν γίνει το τελευταίο διάστημα στην ελληνική οικονομία. Το ΑΕΠ αυξήθηκε σχετικά γρήγορα, η ανεργία μειώθηκε σε προ κρίσης επίπεδα, οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αυξήθηκαν και εν γένει οι δαπάνες σε πάγιο κεφαλαιουχικό εξοπλισμό (χάρις και την κοινοτική συνδρομή) αυξήθηκαν ουσιαστικά.
Ωστόσο, πολλά μένουν να γίνουν. Οι επενδύσεις μεν αυξήθηκαν, αλλά παραμένουν σημαντικά μειωμένες από τον μέσο όρο της Ε.Ε. Επίσης, πολλοί είναι εκείνοι που αμφισβητούν την αποτελεσματικότητα τους στην ανάπτυξη και ανταγωνιστικότητα της χώρας.
Το τελευταίο διακρίνεται ιδιαίτερα στις εξαγωγές, οι οποίες μεν αυξήθηκαν σχεδόν στο 45% του ΑΕΠ, αλλά το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών (ΙΤΣ) συνεχίζει να παραμένει αχίλλειος πτέρνα της ελληνικής Οικονομίας. Πρόσφατα, μάλιστα ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών (ΣΕΒ), Σπύρος Θεοδωρόπουλος, χαρακτήρισε το έλλειμα στο ΙΤΣ, το οποίο προκαλείται κυρίως από το εμπορικό έλλειμμα, ως τον… ελέφαντα της ελληνικής οικονομίας.
Και δεν έμεινε μόνο σε αυτό. Όπως είπε, υπάρχει και ένας δεύτερος «ελέφαντας» της ελληνικής οικονομίας, που είναι η αύξηση της οικονομικής ανισότητας, η οποία δυναμιτίζει τα θεμέλια της ελληνικής οικονομίας. Όπως είπε ο πρόεδρος του ΣΕΒ περίπου το 1/3 του πληθυσμού δεν συμμετέχει στην ανάπτυξη της χώρας, γεγονός που είναι ιδιαίτερα προβληματικό. Δεν είναι τυχαίο ότι στατιστικές της Eurostat βρίσκουν την Ελλάδα στις χώρες με το μεγαλύτερο ποσοστό ανασφάλειας εισοδήματος και υλικών στερήσεων. Συγκεκριμένα, στον δείκτη «Άτομα με χαμηλό επίπεδο δαπανών ανάλογα με τον κίνδυνο φτώχειας βάσει εισοδήματος, υλικής στέρησης και έντασης εργασίας», η Ελλάδα βρίσκεται πολύ ψηλά σχεδόν στην 7η θέση της ΕΕ. Περίπου το 20% του πληθυσμού βρίσκεται στο όριο της φτώχειας και μάλιστα το 7,7% βρίσκεται σε επίπεδο ένδειας.
Το ποσοστό του πληθυσμού που βρίσκεται σε όριο φτώχειας, είναι χαμηλότερο σε σχέση με πριν από 5 ή 10 χρόνια. Ωστόσο, παραμένει ιδιαίτερα υψηλό, παρά τα δισεκατομμύρια ευρώ της αύξησης του ΑΕΠ και της βελτίωσης του επιπέδου διαβίωσης για ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού της Ελλάδας. Η ακρίβεια, δε, τόσο σε βασικά αγαθά (τρόφιμα, ενέργεια κ.λπ.), όσο και σε άλλες υπηρεσίες (ενοίκια, εκπαίδευση, υγεία κ.λπ.) δημιουργούν ένα εκρηκτικό μίγμα στην ελληνική κοινωνία.
Έρχονται περικοπές στις κοινωνικές δαπάνες για τη χρηματοδότηση της άμυνας
Τώρα μάλιστα που η Ευρώπη -και κατά συνέπεια η Ελλάδα- μετακινείται περισσότερο σε δαπάνες ενίσχυσης της άμυνάς της, το πρόβλημα ίσως οξυνθεί. Ήδη, οι συζητήσεις στις Βρυξέλλες που διεξάγονται με τους Έλληνες αξιωματούχους (και όχι μόνον) είναι η περικοπή των κοινοτικών πόρων για την κοινωνική συνοχή και η ανακατεύθυνσή τους σε προγράμματα κυρίως αμυντικού χαρακτήρα. Για παράδειγμα, η πρωτοβουλία ReArm Europe περιλαμβάνει τη μεταφορά πόρων από τα κονδύλια συνοχής (cohesion policy funds) για να υποστηριχθεί η δαπάνη για ασφάλεια και άμυνα.
Μια τέτοια αλλαγή πολιτικής θα στοιχίσει πολύ στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλες χώρες, που έβλεπαν τα ευρωπαϊκά ταμεία περιφερειακής πολιτικής ως «βατήρες» για τη βελτίωση του επιπέδου διαβίωσης στην περιφέρεια και στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες (Ελλάδα, Βουλγαρία, Ρουμανία κ.λπ.). Αυτός, άλλωστε, ήταν ο βασικός λόγος για τον οποίο οι Βρυξέλλες δεν διέθεσαν ούτε ένα μήνα παράταση στο Ταμείο Ανάκαμψης & Ανθεκτικότητας, παρά τα όσα προβλήματα απορρόφησης των πόρων υπήρξαν μέχρι και σήμερα.

Παραγωγικότητα ανά εργαζόμενο σε χώρες της ΕΕ © Eurostat
Οι ελληνικές εξαγωγές χωλαίνουν
Ο δεύτερος «ελέφαντας» στη χώρα μας είναι η υψηλή εξάρτησή της από τις εισαγωγές. Κάθε μήνα ξοδεύουμε τρια δισ. ευρώ περισσότερα σε αγαθά απ’ όσα παράγουμε. Πέρυσι, το έλλειμμα στο ισοζύγιο αγαθών ανήλθε στα 35,6 δισ. ευρώ (περίπου 15% του ΑΕΠ), καθώς οι εξαγωγές περιορίστηκαν σε 48,6 δισ. ευρώ, ενώ οι εισαγωγές ανήλθαν στα 84,3 δισ. ευρώ.
Σημειώνεται ότι το εμπορικό έλλειμμα βρίσκεται λίγο πιο χαμηλά από εκείνο του 2008, που είχε ανέλθει στα 44,4 δισ. ευρώ (ή 16,7% του ΑΕΠ). Τότε, το έλλειμμα αυτό αποτέλεσε ενας από τους παράγοντες χρεοκοπίας της Ελλάδας. Ο άλλος παράγοντας ήταν το δημοσιονομικό έλλειμμα, που για το 2009 αναθεωρήθηκε από το 3% στις αρχές του έτους σε σχεδόν 15,6% μέχρι τέλος του έτους.
Σημερα δεν έχουμε δημοσιονομικό έλλειμμα, αλλά έχουμε ένα τεράστιο εμπορικό έλλειμμα. Το έλλειμμα της χώρας είναι ο βασικός παράγοντας που βυθίζει το Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών της χώρας και βρίσκει την Ελλάδα συνεχώς στις αγορές για ρευστότητα. Πέρυσι, διαμορφώθηκε σε έλλειμα 17 δισ. ευρώ, παρά την καλή πορεία του τουρισμού και τις κοινοτικές ροές του ΤΑΑ.
Το πρόβλημα στο εμπορικό έλλειμμα έγκειται στην χαμηλή παραγωγικότητα των Ελλήνων, οι οποίοι ναι μεν δουλεύουν πολύ (περισσότερες ώρες ημερησίως) αλλά παράγουν πολύ λιγότερο. Στην πράξη οι Έλληνες καταγράφουν τη δεύτερη χαμηλότερη παραγωγικότητα στην ΕΕ -μόλις στο 70% του μέσου όρου της ΕΕ (στοιχεία 2023). Μόνο η Βουλγαρία είχε τη χρονιά εκείνη χαμηλότερη παραγωγικότητα από την Ελλάδα και στο 56,8% του μέσου όρου της ΕΕ.

Η «τρύπα» στο ελληνικό ισοζύγιο © Eurostat
Το ακόμη χειρότερο είναι ότι η παραγωγικότητα της χώρας μας επιδεινώνεται, όταν όλες οι άλλες χώρες αυξάνουν την παραγωγικότητά τους. Το 2015 η παραγωγικότητα στην Ελλάδα βρισκόταν στο 78,2% του μέσου όρου της Ευρώπης και 10 χρόνια μετά υποχώρησε στο 70,2%. Αντίθετα, η Βουλγαρία ήταν στο 44,7% της Ενωμένης Ευρώπης το 2015 και σήμερα είναι στο 56,8%.
Η χώρα αυτή έχει κάνει άλματα, ενώ η Ελλάδα χωλαίνει. Και με τόσο χαμηλή παραγωγικότητα δεν μπορεί να παρέχει υψηλές αμοιβές, όπως επίσης να παράγει ανταγωνιστικά προϊόντα. Αυτό με τη σειρά του δεν επιτρέπει τη δημιουργία καλών εισοδημάτων κ.ο.κ., γεγονός που φαίνεται και στο γεγονός ότι ο μέσος Ελληνας έχει το δεύτερο χαμηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα σε όρους αγοραστικής δύναμης στην Ενωμένη Ευρώπη μετά τη Βουλγαρία.