Γιατί σκοντάφτουν οι επενδύσεις

Τη χειρότερη επίδοση των τελευταίων ετών κατέγραψε η ελληνική οικονομία στις επενδύσεις παγίου κεφαλαίου το πρώτο τρίμηνο του 2025

Επενδύσεις © Freepik

Η ελληνική οικονομία κατέγραψε το πρώτο τρίμηνο του 2025 τη χειρότερη επίδοση των τελευταίων ετών στις επενδύσεις παγίου κεφαλαίου, με πτώση 3,2%. Η καθίζηση των επενδύσεων προκαλεί έντονο προβληματισμό για τη βιωσιμότητα της ανάπτυξης, ειδικά στο πλαίσιο της ευκαιρίας που προσέφερε το Ταμείο Ανάκαμψης, καθώς η «βουτιά» ήταν ακόμη μεγαλύτερη σε σύγκριση με το τελευταίο τρίμηνο του 2024, φτάνοντας το 6,1% και αντανακλώντας τις σοβαρές καθυστερήσεις στην απορρόφηση των κοινοτικών πόρων.

Αυτή η εικόνα απομακρύνει την ελληνική οικονομία από τον στόχο επιτάχυνσης των επενδύσεων, ιδιαίτερα αν ληφθεί υπόψη ότι το πρώτο τρίμηνο του 2024 η επενδυτική δραστηριότητα είχε καταγράψει άνοδο 3,7% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2023. Η καθυστέρηση στην υλοποίηση των έργων που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο Ανάκαμψης, το υψηλό κόστος δανεισμού και η γενικότερη αβεβαιότητα επιβραδύνουν την εισροή κεφαλαίων στην πραγματική οικονομία, ακυρώνοντας τη δυναμική ανάκαμψη που ανέμενε η κυβέρνηση.

Οι εκτιμήσεις των προηγούμενων ετών για το ύψος των επενδύσεων αναθεωρούνται συνεχώς προς τα κάτω. Σύμφωνα με την έκθεση προόδου που υποβλήθηκε φέτος τον Απρίλιο στις Βρυξέλλες, ο ρυθμός αύξησης των ακαθάριστων επενδύσεων παγίου κεφαλαίου το 2024 υποβαθμίστηκε στο 4,5%, σημαντικά χαμηλότερα από το 6,7% που προέβλεπε ο προϋπολογισμός του 2025 και πολύ κάτω από το 9,1% που εκτιμούσε το Πρόγραμμα Σταθερότητας του 2024.

Αντίστοιχα «ψαλιδισμένες» είναι οι προβλέψεις και για το 2025: από το 14,4% που προέβλεπε το Πρόγραμμα Σταθερότητας του 2024, η τελευταία εκτίμηση περιορίζεται στο 8,4%, υπογραμμίζοντας το βάθος του επενδυτικού κενού. Η έλλειψη ρευστότητας και οι καθυστερήσεις στην εκταμίευση των κονδυλίων προς τον ιδιωτικό τομέα έχουν αρχίσει να αποτυπώνονται στα οικονομικά μεγέθη, προκαλώντας ανησυχία και σταθερή κριτική από τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα. Η κυβέρνηση επιχειρεί να διαχειριστεί την κατάσταση αυξάνοντας τους εθνικούς πόρους για δημόσιες επενδύσεις κατά 500 εκατ. ευρώ ετησίως, σε μια προσπάθεια να διατηρήσει την επενδυτική δυναμική.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, από την πλευρά της, παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις. Παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει εκταμιεύσει το 59% των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, μόλις το 35% των ορόσημων έχει εκπληρωθεί, γεγονός που εγείρει σοβαρούς φόβους για πιθανές απώλειες σημαντικών κονδυλίων. Η Κομισιόν επισημαίνει ότι οι βασικές αιτίες δεν είναι μόνο η πολυπλοκότητα του προγράμματος, αλλά και δομικά προβλήματα της ελληνικής δημόσιας διοίκησης, όπως ο αργός συντονισμός και οι καθυστερήσεις στη Δικαιοσύνη.

Το χρονικό περιθώριο για την αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης στενεύει επικίνδυνα, καθώς η τελική προθεσμία λήγει στις 31 Αυγούστου 2026. Χωρίς αποφασιστικές μεταρρυθμίσεις και πιο γρήγορη απορρόφηση, η Ελλάδα διακινδυνεύει όχι μόνο να χάσει σημαντικά κεφάλαια αλλά και μια ιστορική ευκαιρία για ανασυγκρότηση και μετάβαση σε ένα πιο πράσινο, ψηφιακό και βιώσιμο παραγωγικό μοντέλο.

Η επόμενη περίοδος θα είναι κρίσιμη για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, καθώς η «σταθερή αναπτυξιακή τροχιά» που επικαλείται η κυβέρνηση πρέπει να συνοδευτεί από ουσιαστική και ταχεία υλοποίηση των επενδυτικών προγραμμάτων. Διαφορετικά, η «βουτιά» στις επενδύσεις το πρώτο τρίμηνο του 2025 θα μπορούσε να σηματοδοτήσει μια ευρύτερη και πιο ανησυχητική επιβράδυνση στο μέλλον.