Το αρχηγείο του Γιουγκοσλαβικού Στρατού (JNA) στο Βελιγράδι, το οποίο βομβαρδίστηκε από το ΝΑΤΟ το 1999, αναδείχθηκε σε ισχυρό σύμβολο για τους Σέρβους, αντιπροσωπεύοντας τόσο την ισχύ όσο και την τελική κατάρρευση της Γιουγκοσλαβίας. Η καταστροφή του σηματοδότησε μια κομβική στιγμή στην εθνική συνείδηση της Σερβίας και έτσι μπορεί να κατανοήσει κανείς γιατί εκατοντάδες πολίτες διαμαρτυρήθηκαν στο Βελιγράδι για τα σχέδια του γαμπρού του Ντόναλντ Τραμπ, Τζάρεντ Κούσνερ, να μετατρέψει το κτίριο σε ξενοδοχειακό συγκρότημα με πολυτελείς κατοικίες.
Φοιτητές, ακτιβιστές και απλοί πολίτες αντέδρασαν έντονα σε νομοσχέδιο, που είχε ως στόχο να επιταχυνθεί η αξιοποίηση των ιστορικών κτιρίων, συμπεριλαμβανομένων των ερειπωμένων εγκαταστάσεων του JNA από τους βομβαρδισμούς. Τελικά, όμως, το φιλόδοξο κατασκευαστικό έργο της Affinity Partners, της εταιρείας του Κούσνερ, μπήκε στο συρτάρι ύστερα από τη δίωξη του υπουργού Πολιτισμού, Νίκολα Σελάκοβιτς, και τριών ακόμη αξιωματούχων για τη νομοθετική διευκόλυνση, που θα άνοιγε τον δρόμο στην ανέγερση του Trump Tower Belgrade.
Στην Αλβανία, παράλληλα, η μεγάλη τουριστική επένδυση του Κούσνερ, ύψους 1,4 δισ. δολαρίων, περιστοιχίζεται από υποθέσεις διαφθοράς. Πρόσφατα, ξεκίνησαν εισαγγελικές έρευνες σε έργα υποδομών που λαμβάνουν χώρα στον Αυλώνα, το δεύτερο μεγαλύτερο λιμάνι της Αλβανίας. Τα έργα αυτά αφορούν σ’ ένα λιμάνι και ένα διεθνές αεροδρόμιο, που απέχει διά θαλάσσης περίπου 30 λεπτά από το νησί Σάσων, όπου διαθέτει κτιριακές υποδομές από την εποχή που φιλοξενούσε μια στρατιωτική βάση. Πρόκειται για ένα μεγάλο τουριστικό έργο για την Αλβανία και για τον Κούσνερ, ο οποίος ανακάλυψε πρώτη φορά το νησί περίπου προ τετραετίας σε κρουαζιέρα με την οικογένεια του.
Οι επενδύσεις της Affinity Partners στην Αλβανία
Εκπρόσωπος της Affinity Partners ανακοίνωσε πως η ματαίωση των σχεδίων στη Σερβία δεν επηρεάζει την πορεία των επενδύσεων στην Αλβανία. Εντούτοις, μέλη της κυβέρνησης του Έντι Ράμα βρίσκονται, επίσης, στο μικροσκόπιο της Δικαιοσύνης και ειδικότερα της ειδικής εισαγγελικής αρχής, γνωστής ως SPAK. Ο λόγος γίνεται, κυρίως, για την Μπελίντα Μπαλούκου, υπουργό υποδομών και ενέργειας της Αλβανίας και αναπληρώτριας πρωθυπουργού του Ράμα. Κατηγορείται για «παραβίαση της ισότητας των υποψηφίων σε δημόσιες προσφορές και δημοπρασίες», με τη συνεργασία και άλλων αξιωματούχων σε περίπου επτά έργα υποδομών. Ένα από αυτά είναι το τούνελ του Στενού Λογάρα, ένα ορεινό πέρασμα στα Κεραύνια Όρη κατά μήκος της Αλβανικής Ριβιέρας. Είναι το μεγαλύτερο τούνελ της χώρας, που μειώνει τη διαδρομή από τον Αυλώνα στους Άγιους Σαράντα, κατά περίπου 40 λεπτά, αντικατοπτρίζοντας μια τουριστική αναβάθμιση της χώρας. Η SPAK διερευνά, επίσης, τη σύμβαση παραχώρησης για την κατασκευή του διεθνούς αεροδρομίου του Αυλώνα.
Οι επενδύσεις στον τουρισμό είναι μείζονος σημασίας για το γόητρο της Αλβανίας, διότι συμβολίζουν την πρόοδο της χώρας από μια φτωχή γωνιά των Βαλκανίων σ’ έναν προορισμό για τους ξένους που δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τα παράλια της Ελλάδας ή της Ιταλίας. Οπότε, τα έργα υποδομών, όπως αυτά στον Αυλώνα, είναι πολύτιμα για την προσβασιμότητα σε τουριστικά θέρετρα σαν τη μεγάλη επένδυση της Affinity Partners. Όπως δήλωσε στο Bloomberg o Αγκρόν Σέχου, ένας επιχειρηματίας που ίδρυσε το Κόμμα της Ευκαιρίας, «η Αλβανία αποκτά διασημότητα λόγω αυτής της επένδυσης», προσθέτοντας πως «είναι απαραίτητο να υπάρχει διαφάνεια πάνω σε αυτά τα ζητήματα. Είναι προς το συμφέρον όλων».
Διαφθορά και επενδύσεις
Η διαφθορά είναι βασικό χαρακτηριστικό των βαλκανικών χωρών, με την Αλβανία να κατατάσσεται φέτος στην 80η θέση του δείκτη διαφάνειας της Transparency International. Αναλυτές στο Bloomberg τονίζουν πως είναι μια βελτίωση σε σχέση μ’ έναν χρόνο πριν, καθώς η Αλβανία βρίσκεται μια θέση πάνω από τη Σερβία και την Ουκρανία. «Χάσαμε μια εξαιρετική επένδυση τουλάχιστον 750 εκατ. ευρώ» δήλωσε ο πρόεδρος της Σερβίας, Αλεξάντερ Βούτσιτς, ο οποίος παρέστη στους εορτασμούς για την «Ημέρα της Νίκης» στη Ρωσία την περασμένη άνοιξη, προκαλώντας την έντονη κριτική της ΕΕ.
«Η ζημιά που υπέστη η Σερβία είναι τεράστια» είπε ο Βούτσιτς, δεσμευόμενος πως θα προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις για την αποκατάσταση της δικαιοδοσίας των εισαγγελικών αρχών. Δεσμεύτηκε, μάλιστα, πως θα φροντίσει προσωπικά να ξεκινήσουν ποινικές έρευνες σε εισαγγελείς, που λειτουργούν «πέραν των ορίων τους, με ύποπτα κίνητρα».