Η ελληνική ακτοπλοΐα αποτελεί βασικό πυλώνα της νησιωτικής σύνδεσης και της τουριστικής ανάπτυξης. Το καλοκαίρι του 2024, 153 πλοία εξυπηρετούσαν 115 νησιά καθημερινά, μέσω 33 εταιρειών. Το μέγεθος και η δυναμική της αγοράς αποτυπώνονται σε αριθμούς, στόλους και εξαγορές που διαμορφώνουν ένα συνεχώς εξελισσόμενο περιβάλλον, σύμφωνα με την 24η ετήσια μελέτη για την Ελληνική Ακτοπλοΐα που δημοσίευσε η XRTC Business Consultants Ltd.
Σύμφωνα με την έκθεση, στην κορυφή της πυραμίδας βρίσκονται ο Όμιλος Attica (που απορρόφησε την ΑΝΕΚ το 2023), οι Μινωικές Γραμμές του ιταλικού ομίλου Grimaldi, καθώς και η ιδιωτική ελληνική εταιρία Seajets. Μαζί, διαχειρίζονται συνολικά 73 πλοία και εξυπηρετούν τη μεγάλη πλειοψηφία της ακτοπλοϊκής κίνησης της χώρας, με την μέγιστη συνολική χωρητικότητα των επιβατών να φτάνουν τους 83.599 χιλιάδες και την χωρητικότητα οχημάτων τα 20.489 χιλιάδες.
Attica, Minoan και Seajets στο τιμόνι της ακτοπλοΐας
Ο όμιλος Attica αποτελεί σήμερα τον μεγαλύτερο ακτοπλοϊκό φορέα στην Ελλάδα, μετά την ολοκλήρωση της συγχώνευσής του με την ΑΝΕΚ. Ο στόλος του αριθμεί συνολικά 43 πλοία, εκ των οποίων τα 28 είναι συμβατικά επιβατηγά/οχηματαγωγά, τα 13 ταχύπλοα και τα 2 φορτηγά/οχηματαγωγά. Η δραστηριότητά του πραγματοποιείται υπό τα εμπορικά σήματα Blue Star Ferries, Superfast Ferries, Hellenic Seaways και ANEK Lines. Το δίκτυο καλύπτει ολόκληρη την ελληνική επικράτεια, εξυπηρετώντας κάθε χρόνο 7,29 εκατομμύρια επιβάτες, 1,3 εκατομμύρια αυτοκίνητα και 530.000 φορτηγά.
Από την άλλη πλευρά, οι Μινωικές Γραμμές, θυγατρική του ιταλικού ομίλου Grimaldi, διαχειρίζονται τρία συμβατικά επιβατηγά/οχηματαγωγά πλοία, τα οποία δραστηριοποιούνται αποκλειστικά στη γραμμή Πειραιάς–Κρήτη. Ο ετήσιος όγκος επιβατών και φορτίου της εταιρίας φτάνει τους 933.000 επιβάτες, 165.000 αυτοκίνητα και 105.000 φορτηγά.
Αθροιστικά, το 2024, οι δύο όμιλοι διακίνησαν 8,22 εκατομμύρια επιβάτες και 1,46 εκατομμύρια οχήματα, καταλαμβάνοντας το 37% της επιβατικής και το 46% της οχηματικής κίνησης στην ελληνική ακτοπλοΐα. Παρά τη μικρή μείωση 2% στους επιβάτες και τα φορτηγά σε σχέση με το 2023, σημειώθηκε αύξηση 4% στα Ι.Χ. επιβατικά οχήματα. Ο στόλος των δύο ομίλων παραμένει κρίσιμος για τη συνδεσιμότητα της νησιωτικής Ελλάδας, προσφέροντας σταθερή εξυπηρέτηση καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, με μέσο μήκος πλοίων τα 144 μέτρα.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η Attica και η Grimaldi συγκαταλέγονται στους μεγαλύτερους ομίλους διαχείρισης ακτοπλοϊκών πλοίων. Καταλαμβάνουν την πρώτη και την τρίτη θέση, αντίστοιχα, στην παγκόσμια κατάταξη ως προς τη μεταφορική ικανότητα επιβατών, ενώ βρίσκονται στην πρώτη και την τέταρτη θέση σε όρους μεταφορικής ικανότητας οχημάτων, αντίστοιχα.
Η εταιρία Seajets, συμφερόντων του Μάριου Ηλιόπουλου, αποτελεί τη μεγαλύτερη ιδιωτική ελληνική ακτοπλοϊκή εταιρία, με στόλο 29 πλοίων, εκ των οποίων 24 είναι ταχύπλοα και 5 συμβατικά. Ο στόλος της θεωρείται ο μεγαλύτερος ταχυπλόος στον κόσμο και εξυπηρετεί 50 νησιά του Αιγαίου, προσφέροντας περισσότερες από 400 διαφορετικές διασυνδέσεις μεταξύ των λιμανιών.
Η εταιρία λειτουργεί κυρίως σε εποχιακή βάση, εκμεταλλευόμενη την αυξημένη τουριστική κίνηση της θερινής περιόδου. Αυτό της επιτρέπει να προγραμματίζει ευέλικτα τα δρομολόγια των πλοίων της και να ανταποκρίνεται ταχύτατα στη ζήτηση, εισάγοντας νέες γραμμές όποτε χρειάζεται. Με αυτή τη στρατηγική, η Seajets έχει κατορθώσει να συνδυάσει χαμηλό λειτουργικό κόστος με υψηλή εμπορική απόδοση.

Attica-Minoan (στόλος και κίνηση) ©XRTC Ετήσια έκθεση ελληνικής ακτοπλοίας
Οι μεσαίοι και μικροί παίκτες της ελληνικής ακτοπλοΐας
Πέρα από τους μεγάλους ομίλους, η ελληνική ακτοπλοΐα στηρίζεται σε ένα ευρύ δίκτυο εταιρειών μεσαίου και μικρού μεγέθους που εξυπηρετούν κυρίως άγονες, ενδονησιωτικές αλλά και βασικές γραμμές. Οι εταιρίες αυτές, παρά την περιορισμένη προβολή τους, διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο στην κάλυψη της καθημερινής διασύνδεσης των νησιών, με στόλους που διατηρούνται ενεργοί καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους.
Στην κατηγορία των μεσαίων εταιριών εντάσσονται οι Fast Ferries, Levante Ferries, Golden Star Ferries και Dodekanisos Seaways. Συνολικά, διαθέτουν 19 πλοία – 15 συμβατικά και 4 ταχύπλοα – και εξυπηρετούν πληθώρα προορισμών στο Αιγαίο και το Ιόνιο. Αν και δεν δημοσιοποιούν οικονομικά στοιχεία, ο ρόλος τους είναι σαφώς ορατός στον ακτοπλοϊκό χάρτη της χώρας.
Από την άλλη πλευρά, 26 μικρότερες εταιρίες διαχειρίζονται 61 πλοία – εκ των οποίων μόνο 3 είναι ταχύπλοα. Οι περισσότερες εξυπηρετούν μικρές και συχνά απομονωμένες νησιωτικές περιοχές, προσφέροντας ένα ιδιαίτερα κρίσιμο κοινωνικό έργο. Αν και χαρακτηρίζονται από τοπικό χαρακτήρα, δεν υστερούν σε τεχνολογικές υλοτομίες: υιοθετούν προγράμματα επιβράβευσης επιβατών, online κρατήσεις, ηλεκτρονικά εισιτήρια και άλλες ψηφιακές υπηρεσίες.

Οι μικρότερες ακτοπλοϊκές εταιρείες το 2024 ©XRTC ετήσια έκθεση ελληνικής ακτοπλοϊας
Ακτοπλοΐα 2024: Σταθερή ανάκαμψη με προκλήσεις για τα ελληνικά νησιά
Η ανάπτυξη των νησιών μας στηρίζεται αποκλειστικά στην ακτοπλοΐα. Η ακτοπλοΐα συνδέει 115 κατοικήσιμα νησιά στα οποία ζει το 14,6% του πληθυσμού της χώρας. Από αυτά τα νησιά μόνο τα 25 διαθέτουν αεροδρόμιο, οι ενδομεταφορές εξυπηρετούνται μόνο διά θαλάσσης, ενώ το 85% των εμπορευματικών αναγκών των νησιών και το σύνολο της τροφοδοσίας τους καλύπτονται με τα ακτοπλοϊκά πλοία.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το 2024, η επιβατική κίνηση αυξήθηκε κατά 4% σε σχέση με το 2023, ενώ η μεταφορά οχημάτων (Ι.Χ. και φορτηγά) σημείωσε άνοδο 3%. Αν και οι αυξήσεις συνεχίζονται για δεύτερη χρονιά, το ποσοστό ανάπτυξης είναι μικρότερο σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, που είχε παρουσιάσει 7% αύξηση στους επιβάτες και 4% στα οχήματα.
Ανάμεσα στις πιο ενεργές γραμμές ξεχωρίζει ο Αργοσαρωνικός, ο οποίος παραμένει πρώτος σε αριθμό επιβατών, με πάνω από 3 εκατ. επιβιβάσεις. Ακολουθούν οι γραμμές Πειραιάς – Ανατολικές Κυκλάδες και Ραφήνα – Άνδρος – Τήνος – Εύβοια, με σημαντική εποχικότητα που συνδέεται με τον τουρισμό. Εντυπωσιακή αύξηση παρουσίασε η γραμμή Βόλου – Σποράδων – Κύμης, με άνοδο 16% στους επιβάτες και 14% στα οχήματα.
Παρά τη συνολική θετική εικόνα, ορισμένες γραμμές παρουσίασαν πτώση, όπως η Πειραιάς – Μύκονος – Σάμος (–4% στους επιβάτες) και Πειραιάς – Χίος – Μυτιλήνη (–3% στους επιβάτες και –7% στα οχήματα), γεγονός που πιθανώς συνδέεται με αυξημένο ανταγωνισμό ή συγκυριακές τουριστικές διακυμάνσεις.
Σε γενικές γραμμές, το 2024 επιβεβαίωσε τη σταθερή δυναμική του κλάδου, με τη ζήτηση να αγγίζει επίπεδα ρεκόρ. Η επιβατική κίνηση έφτασε τα προ πανδημίας επίπεδα του 2019, ενώ η μεταφορά οχημάτων τα ξεπέρασε. Ωστόσο, οι ρυθμοί αύξησης δείχνουν σημάδια κόπωσης, υποδηλώνοντας ότι απαιτείται στρατηγικός σχεδιασμός και ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας για τη διατήρηση της ανόδου.
Η μάχη της ακτοπλοΐας: Attica Group και Minoan Lines το 2024
Σε μία χρονιά έντονων μεταβολών στην ελληνική ακτοπλοΐα, οι δύο βασικοί παίκτες του κλάδου, η Attica Group και η Minoan Lines, πορεύτηκαν με διαφορετικές στρατηγικές και οικονομικές επιδόσεις, επιχειρώντας να ανταποκριθούν στις αυξανόμενες προκλήσεις του κόστους καυσίμων και των νέων περιβαλλοντικών υποχρεώσεων.
Η Attica Group, κορυφαίος όμιλος ακτοπλοΐας στην Ελλάδα και πρώτος παγκοσμίως σε μεταφορική ικανότητα επιβατών, ενίσχυσε περαιτέρω τη θέση της με την πλήρη ενσωμάτωση της ΑΝΕΚ και συνολικό στόλο 43 πλοίων. Παρά την πτώση 1,7% στον κύκλο εργασιών, που διαμορφώθηκε στα 747,8 εκατομμύρια ευρώ, η Attica παρουσίασε ικανοποιητική λειτουργική κερδοφορία με EBITDA 96,3 εκατομμύρια ευρώ και καθαρά κέρδη 17,5 εκατομμύρια ευρώ. Το μεταφορικό της έργο κατέγραψε εντυπωσιακή αύξηση, μεταφέροντας 7,29 εκατομμύρια επιβάτες (+12,3%), 1,3 εκατομμύριο ΙΧ (+25%) και 530 χιλιάδες φορτηγά (+26%), με αξιοσημείωτη άνοδο των διεθνών γραμμών, ιδίως στην Αδριατική.
Το υψηλό κόστος καυσίμων και η νέα περιβαλλοντική υποχρέωση για αγορά δικαιωμάτων εκπομπών CO₂ (ύψους 18,9 εκατομμυρίων ευρώ) επηρέασαν αισθητά τα αποτελέσματα. Ωστόσο, ο όμιλος αντέδρασε δυναμικά με επενδύσεις σε «πράσινα» πλοία νέας γενιάς E-Flexer και την επέκτασή του στον τουριστικό τομέα με ξενοδοχειακές μονάδες σε Νάξο, Τήνο και Ηράκλειο. Επιπλέον, η Attica σχεδιάζει τη διάθεση 20% των μετοχών της στο ευρύ επενδυτικό κοινό, ενισχύοντας την κεφαλαιακή της διασπορά.

Ο στόλος της Attica το 2024 © XRTC Ετήσια έκθεση ελληνικής ακτοπλοϊας
Από την άλλη πλευρά, η Minoan Lines, θυγατρική του ιταλικού ομίλου Grimaldi, διατήρησε την παρουσία της στις γραμμές Πειραιάς–Ηράκλειο και Ηγουμενίτσα–Πρίντεζι, με ελαφρά πτώση στον κύκλο εργασιών στα 110,4 εκατομμύρια ευρώ. Η λειτουργική της κερδοφορία διαμορφώθηκε στα 19,6 εκατομμύρια ευρώ, μειωμένη κατά 6,6 εκατομμύρια ευρώ σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, ενώ τα καθαρά της κέρδη περιορίστηκαν δραστικά στα 800 χιλιάδες ευρώ. Το μεταφορικό έργο της εταιρείας ήταν επίσης μειωμένο, με 933 χιλιάδες επιβάτες, 165 χιλιάδες ΙΧ και 105 χιλιάδες φορτηγά. Η αύξηση των λειτουργικών εξόδων, κυρίως λόγω των τιμών καυσίμων και των τελών εκπομπών CO₂, επιβάρυνε σημαντικά τα αποτελέσματα της εταιρείας, η οποία επέλεξε να αντιδράσει αναδιοργανώνοντας τα δρομολόγιά της, εισάγοντας ενδιάμεσες στάσεις, όπως αυτή της Μήλου, ώστε να βελτιώσει την οικονομία κλίμακας.
Ο όμιλος Grimaldi από την πλευρά του ενίσχυσε τη στρατηγική του παρουσία στην Ελλάδα, εξαγοράζοντας τους Οργανισμούς Λιμένος Ηρακλείου και Ηγουμενίτσας, ενώ ανακοίνωσε την κατασκευή εννέα υπερσύγχρονων Ro-Pax πλοίων, δύο εκ των οποίων προορίζονται για την Minoan Lines. Παράλληλα, η εταιρεία προχώρησε και σε ναύλωση πλοίων, όπως το Santorini Palace στη Seajets, κίνηση που δείχνει εστίαση σε οικονομικότερες και πιο ευέλικτες λύσεις.
Η εικόνα που διαμορφώνεται το 2024 είναι σαφής: η Attica Group διατηρεί σαφές προβάδισμα τόσο σε μέγεθος όσο και σε επενδυτική δυναμική, ενώ η Minoan κινείται πιο προσεκτικά, βασιζόμενη στον στρατηγικό σχεδιασμό του ομίλου Grimaldi. Η είσοδος νέων περιβαλλοντικών απαιτήσεων έχει ήδη αρχίσει να μετασχηματίζει το επιχειρηματικό μοντέλο του κλάδου, καθιστώντας σαφές ότι η επόμενη μέρα στην ελληνική ακτοπλοΐα θα κριθεί όχι μόνο στη θάλασσα αλλά και στις επενδύσεις σε τεχνολογία, καινοτομία και βιωσιμότητα.

Στόλος Minoan 2024 ©XRTC Ετήσια έκθεση ελληνικής ακτοπλοϊας
Αποτίμηση οικονομικών δεικτών και απόδοσης στην ελληνική ακτοπλοΐα
Στο πλαίσιο της ετήσιας μελέτης για την ελληνική ακτοπλοΐα του 2024, εξετάστηκε και η απόδοση των βασικών εταιριών του κλάδου μέσα από την ανάλυση της Μονάδας Μεταφορικού Έργου (ΜΜΕ). Η ΜΜΕ, που ορίζεται ως το άθροισμα του απόλυτου αριθμού επιβατών, φορτηγών και αυτοκινήτων που μεταφέρονται ετησίως, αποτελεί το βασικό μέτρο σύγκρισης για τα οικονομικά μεγέθη των εταιριών.
Η ανάλυση δείχνει ότι το μέσο έσοδο ανά ΜΜΕ παρέμεινε σχεδόν σταθερό το 2024, με μικρή διαφορά σε σχέση με το 2023 (154 έναντι 155). Η σταθερότητα αυτή οφείλεται στην αύξηση τόσο των εσόδων όσο και του μεταφορικού έργου, ενώ στα έσοδα συμπεριλαμβάνονται και οι κρατικές αποζημιώσεις που δεν αντιστοιχούν σε εισιτήρια.
Όσον αφορά το Λειτουργικό Κόστος ανά ΜΜΕ, αυτό παρουσίασε αύξηση το 2024, φτάνοντας το 149 από 140 το 2023, αντανακλώντας την αύξηση των λειτουργικών εξόδων των εταιριών.
Η πιο σημαντική μεταβολή παρατηρείται στο δείκτη EBITDA ανά ΜΜΕ, όπου καταγράφεται μεγάλη πτώση, από 362 το 2023 σε 260 το 2024, γεγονός που οφείλεται στη μείωση του συνολικού EBITDA των εταιριών κατά 41%.
Παράλληλα, ο δείκτης Μόχλευσης (Σύνολο υποχρεώσεων προς σύνολο ιδίων κεφαλαίων) παρουσίασε μικρή αύξηση, καθώς αυξήθηκαν οι συνολικές υποχρεώσεις των εταιριών το 2024. Η αύξηση του Κύκλου Εργασιών είναι εμφανής, αλλά το περιθώριο κερδοφορίας EBITDA μειώθηκε σημαντικά, φτάνοντας στο 13% το 2024 από 19% το 2023.

Εξέλιξη βασικών επιχειρησιακών δεικτών ανά ΜΜΕ © XRTC Ετήσια έκθεση ελληνικής ακτοπλοϊας