Άρση μονιμότητας: Οι πολίτες θέλουν, τα κόμματα μπορούν;

Η συζήτηση για ένα θέμα-ταμπού, την άρση της μονιμότητας στο Δημόσιο, έχει ήδη ανοίξει

Κυριάκος Μητσοτάκης © Eurokinissi / Τατιάνα Μπόλαρη

Μια πρόγευση του πώς η πολιτική οξύτητα και η απόκλιση από βασικές διαδικασίες συναίνεσης μπορεί να επηρεάσει την επικείμενη συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος-που θα ξεκινήσει στο τέλος του 2025- γευόμαστε τα τελευταία 24ωρα με αφορμή το ζήτημα της άρσης της μονιμότητας στο Δημόσιο.

Η ανακίνηση του θέματος έγινε με αφορμή δημοσκόπηση της MARC, σύμφωνα με την οποία το 76,2% του πληθυσμού διάκειται θετικά στην άρση της μονιμότητας των δημόσιων υπαλλήλων. Μάλιστα, στη σχετική μέτρηση η αποδοχή του μέτρου διαπερνά οριζόντια και με υψηλά ποσοστά το σύνολο του πολιτικού συστήματος. Ακόμα και στις τάξεις των δημοσίων υπαλλήλων το 41,2% των υπαλλήλων συμφωνεί  και το 23,3% υιοθετεί το «μάλλον συμφωνώ».

Η δημοσκόπηση πυροδότησε το πολιτικό ενδιαφέρον, με τη Νέα Δημοκρατία να εμφανίζεται να εισηγείται την αναθεώρηση του άρθρου 103, που κατοχυρώνει συνταγματικά τη μονιμότητα των υπαλλήλων.  Ο πρωθυπουργός, μάλιστα, αφού ξεκαθάρισε ότι η σχετική πρόταση θα αφορά όλους τους υπαλλήλους, πρόσθεσε πως «έχουμε ξεπεράσει πια αυτή την εποχή, να αισθάνονται οι δημόσιοι υπάλληλοι ότι μπορεί να απειλούνται από την αλλαγή μιας κυβέρνησης» και ότι «σε καμία περίπτωση η μονιμότητα δεν μπορεί να λειτουργεί ως μια δύναμη αδράνειας». Η συζήτηση για ένα θέμα-ταμπού εδώ και 114 χρόνια είχε ανοίξει. Όμως σηματοδοτούσε η πρωθυπουργική παρέμβαση μια πρωτοβουλία ευρύτερης αποδοχής; Γιατί είναι αλήθεια πως μια τέτοια θετική υποδοχή από την ευρύτερη κοινή γνώμη, ίσως αιφνιδίασε τους κομματικούς σχηματισμούς. Αρκετοί ερμήνευαν το «ρεύμα» αυτό ως μια γενικότερη επιθυμία των πολιτών να υπάρξουν επιτέλους αλλαγές που να αγγίζουν το «βαθύ κράτος».

Πρώτος αποδέκτης της πρότασης αυτής έγινε το ΠΑΣΟΚ. Ο Νίκος Ανδρουλάκης στην πρώτη του αντίδραση εμφανίστηκε να μην συναινεί με την αναθεώρηση του άρθρου 103 του Συντάγματος,  προτείνοντας εναλλακτικά  «να νομοθετήσουμε στη Βουλή πώς θα γίνει αποτελεσματικότερη η αξιολόγηση ή και να βρούμε τρόπους να διευκολύνουμε τα Συμβούλια για όσους δημοσίους υπαλλήλους κρίνονται ανεπαρκείς. Όχι όμως να γίνει και αυτό το θέμα πεδίο στείρας αντιπαράθεσης».

Η αλήθεια είναι πως η επιδίωξη της κυβέρνησης είναι διπλή σε αυτήν τη φάση. Πρώτον, να αναζωογονήσει τη μεταρρυθμιστική της ατζέντα, που βρίσκεται εδώ και καιρό σε αδράνεια, επιχειρώντας μια επανασύνδεση με το κεντρώο ακροατήριο της ΝΔ, που εδώ και καιρό κρατά αποστάσεις. Δεύτερον, να «στριμώξει» το ΠΑΣΟΚ, καθώς το καλεί να πάρει θέση στο θέμα, γνωρίζοντας ότι μερίδα των οπαδών του συνηγορούν για την άρση της μονιμότητας. Άλλωστε δεν έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που ο Κώστας Σκανδαλίδης πυροδοτούσε εντός του ΠΑΣΟΚ μια απρόβλεπτη έκρηξη, δηλώνοντας σε τηλεοπτική του συνέντευξη πως «εγώ είμαι υπέρ του να περάσει από το Σύνταγμα η απόλυτη κατάργηση της μονιμότητας». Τότε είχε έρθει η κατηγορηματική απόρριψη της πρότασης από τον εκπρόσωπο του ΠΑΣΟΚ κ. Τσουκαλά, δηλώνοντας πως ««επ’ ουδενί η θέση του ΠΑΣΟΚ δεν είναι η άρση της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων».

Ωστόσο ο ίδιος ο  Πρωθυπουργός έριξε το γάντι στον Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ  και, αναφερόμενος σε σειρά άρθρων που προτείνει για αναθεώρηση-ανάμεσά τους και το άρθρο 103-, τόνισε σε συνέντευξή του: «ρωτήστε τον κ. Ανδρουλάκη λοιπόν: ναι ή όχι; Όχι με υπεκφυγές, “ναι μεν αλλά”. Ναι ή όχι; Πρέπει ή δεν πρέπει να αλλάξουν αυτά τα άρθρα;».

Στο ΠΑΣΟΚ εκτιμούν πως η πρόταση του Πρωθυπουργού είναι ένα επικοινωνιακό πυροτέχνημα, που δεν προσφέρει ουσιαστικά λύσεις στα κρίσιμα προβλήματα του Δημοσίου. Άλλωστε, λένε, η πρόταση κινείται στη σφαίρα της γενικής αναφοράς, χωρίς συγκεκριμένες στοχεύσεις.  «Η μονιμότητα σε όλα τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη, είναι για να περιφρουρεί τη νομιμότητα των αποφάσεων των υπαλλήλων, ώστε να μην είναι προϊόν πιέσεων. Η Γερμανία έχει τη μονιμότητα στο Σύνταγμα, η Γαλλία έχει τη μονιμότητα στους νόμους της και παρόλα αυτά έχουν από τις καλύτερες δημόσιες διοικήσεις» είναι το  αντεπιχείρημα του Νίκου Ανδρουλάκη στην «επίθεση συναίνεσης» της ΝΔ για την αποδοχή της πρότασής της.

Μια τέτοια αντιπαράθεση, ωστόσο, προοιωνίζεται πως  τα περιθώρια συναίνεσης για το επίμαχο θέμα-τουλάχιστον με τα σημερινά δεδομένα- είναι στενά. Αν και οι δύο πλευρές υποστηρίζουν ότι η αναθεώρηση του Συντάγματος προϋποθέτει συναινέσεις, το κλίμα παραμένει βαρύ. Ας προστεθεί εδώ και η κάθετη αντίθεση των άλλων κομμάτων της αντιπολίτευσης στο ενδεχόμενο άρσης της μονιμότητας. Ενδεικτική είναι η εκτίμηση του Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Σωκράτη Φάμελλου: «Τώρα τα βάζει ξανά με τους δημόσιους υπαλλήλους, γιατί θέλει να ξεπουλήσει την Πολιτεία. Την ύδρευση, την Υγεία, την καθαριότητα, παρότι υπάρχει Πειθαρχικό Δίκαιο. Δεν τον ενδιαφέρει η μονιμότητα, θέλει να ιδιωτικοποιήσει τα πάντα για να φέρει τα ρουσφέτια του».

Υπάρχει περιθώριο να υπάρξει υπέρβαση στο κλίμα αντιπαράθεσης και να εκδηλωθεί συναίνεση  τουλάχιστον ανάμεσα στη ΝΔ και το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης για το κρίσιμο αυτό θέμα; Ή ,θα έχουμε ένα ακόμη μπρα ντε φερ εντυπώσεων και ένα παιχνίδι υφαρπαγής ψήφων με πρόσχημα και το ζήτημα της άρσης της μονιμότητας και της αξιολόγησης; Οι οιωνοί δεν είναι και οι καλύτεροι…