Γιατί τα private equity funds “παίζουν μπάλα” με τις ομάδες ποδοσφαίρου

Το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο έγινε η αγαπημένη επένδυση των private equity funds, με συμφωνίες 2,2 δισ. ευρώ. Τηλεοπτικά, υποδομές, μεταπωλήσεις

Ο Σλαμουελ Σαμ Άμο-Αμέγιο (αριστερά) της Ρασίνγκ Στρασμπούργκ στον αγώνα με την Μπρόντμπι στα πλέι-οφ του UEFA Europa Conference League. Η Στρασμπούργκ εξαγοράστηκε το 2023 από το fund Blue Co © EPA/Liselotte Sabroe

Το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο αναδεικνύεται σε αγαπημένο πεδίο των ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων (private equity funds). Με συμφωνίες ύψους 2,2 δισ. ευρώ το 2024, τα funds στοχεύουν στα τηλεοπτικά δικαιώματα, τις υποδομές των ομάδων, τις πωλήσεις παικτών και στις πωλήσεις των ίδιων των συλλόγων που κατέχουν έπειτα από κάποια χρόνια.

Και όλα αυτά ενώ το ποδόσφαιρο συνεχίζει να αποδεικνύει τη μεγάλη οικονομική δυναμική του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η καλοκαιρινή μεταγραφική περίοδος που μόλις ολοκληρώθηκε και το νέο ρεκόρ των 3,1 δισ. λιρών σε μεταγραφές που σημειώθηκε στην αγγλική Premier League. Επιπλέον, η πώληση ευρωπαϊκών συλλόγων προσέλκυσε συμφωνίες ύψους 2,2 δισ. ευρώ το 2024, έναντι 221 εκατ. ένα χρόνο νωρίτερα, σύμφωνα με μελέτη της Pitchbook που δημοσιεύθηκε στα τέλη Αυγούστου.

Το 2022, με την πώληση της Τσέλσι και της Μίλαν, ολοκληρώθηκαν συναλλαγές ύψους 5 δισ. ευρώ. Η επέλαση των μεγάλων αμερικανικών funds προς τους ευρωπαϊκούς συλλόγους δεν είναι καινούργια, αλλά πλέον εξαπλώνεται ακόμη και σε επίπεδο μικρότερων συλλόγων.

Private equity funds συνδέονται με 34 συλλόγους 5 κορυφαίων ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων

Ενδεικτική για την επέλαση των private equity funds στο ποδόσφαιρο είναι η δήλωση του Λουκ Αροντέλ, ερευνητή στο CNRS (εξειδικευμένος στην οικονομία του ποδοσφαίρου) ότι «34 σύλλογοι από τα πέντε μεγαλύτερα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα, συνδέονται με κάποια μορφή με private equity funds».

Μεταξύ των πρόσφατων συναλλαγών, η Pitchbook σημειώνει την εξαγορά (buy-out) της ιταλικής Μόντσα, που υποβιβάστηκε στη δεύτερη κατηγορία, από το επενδυτικό fund Becket Layne Ventures. «Πολλά funds αρχίζουν να ποντάρουν στον αθλητισμό, είτε εξειδικεύονται σε αυτόν τον τομέα, είτε διαφοροποιούν μόνο ένα μέρος των επενδυτικών τους οχημάτων», σημειώνει ο Νιλ Ρόμπερτσον, δικηγόρος στο δικηγορικό γραφείο Bignon Lebray.

Μεγάλα funds όπως τα Oaktree Capital Management, Carlyle, Ares Management και Sixth Street, επενδύουν στο ιδιωτικό χρέος συλλόγων, όπως των Ίντερ, Αταλάντα, Τσέλσι, Νότιγχαμ Φόρεστ και Ολιμπίκ Λυών. Πρόσφατα, οι «Financial Times» ανέφεραν ότι η Apollo Global Management σχεδιάζει τη δημιουργία ενός αθλητικού επενδυτικού οχήματος 5 δισ. δολαρίων. Η διάθεση μόνιμου κεφαλαίου στον αθλητισμό συνιστά μια πρωτιά για την εταιρεία.

«Τα funds επενδύουν όλο και περισσότερο στο ποδόσφαιρο από την περίοδο του Covid. Οι ποδοσφαιρικοί σύλλογοι χρειάζονταν ρευστότητα, κάτι που προσέλκυσε τα funds, ελπίζοντας να τους αποκτήσουν σε χαμηλή τιμή για να τους πουλήσουν όταν θα έχουν επιτύχει νέα υπεραξία», εξηγεί ο Βίνσεντ Σαντέλ, συνιδρυτής του Observatoire du sport business. Από το 2023, 19 ευρωπαϊκοί σύλλογοι άλλαξαν ιδιοκτησία και 13 είχαν συμμετοχή από private equity fund.

Τα τηλεοπτικά, οι υποδομές και η γεωγραφική θέση

«Οι τιμές των τηλεοπτικών δικαιωμάτων για τις αμερικανικές διοργανώσεις αξίζουν δισεκατομμύρια, γι’ αυτό το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο προσελκύει τόσο πολύ τα αμερικανικά funds», σημειώνει ο Ρόμπερτσον. «Το 39,6% των συλλόγων στα πέντε ευρωπαϊκά πρωταθλήματα έχουν συμμετοχή από κεφάλαια με έδρα τις ΗΠΑ, έναντι 34,7% πριν από δύο σεζόν», αναφέρει ο Στεφάν Βιγιάρντ, εταίρος στην Deloitte.

Άλλα funds επιλέγουν διαφορετική στρατηγική, ποντάροντας σε επενδύσεις σε πολλούς συλλόγους, για να αποκτήσουν έτσι έναν «γαλαξία» παικτών. Στα πέντε μεγάλα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα, το 47,9% των συλλόγων ανήκει σε καθεστώς πολυϊδιοκτησίας, έναντι 41,7% πριν από δύο σεζόν, σημειώνει η Pitchbook.

Η γαλλική Ρασίνγκ Στρασμπούργκ, που εξαγοράστηκε το 2023 από το fund Blue Co, ιδιοκτήτη επίσης της Τσέλσι, δέχεται ως δανεικούς τρεις παίκτες από την Τσέλσι. «Τα funds έρχονται συχνά με ένα σχέδιο ακινήτων γύρω από τα γήπεδα, όπως η επέκταση των κερκίδων ή η κατασκευή προπονητικών κέντρων. Έχουν επίσης σχέδια που θα ευνοήσουν την ανάπτυξη του συλλόγου, γύρω από το merchandising, τα εισιτήρια και τους αγώνες», προσθέτει ο Ρόμπερτσον.

Η γεωγραφική θέση παίζει επίσης ρόλο. Το 2020, η holding City Football Group, μια εταιρεία από τα Εμιράτα που είναι ήδη ιδιοκτήτρια μεταξύ άλλων της Μάντσεστερ Σίτι, απέκτησε τη γαλλική Τρουά για 7 εκατ. ευρώ. Για το fund, ο στόχος είναι να δει τον σύλλογο να ανεβαίνει κατηγορία, και συνεπώς και σε αξία. «Όταν ένα fund αγοράζει την Τρουά, ξέρει ότι ο σύλλογος έχει λίγες πιθανότητες να συμμετάσχει στο Champions League. Ωστόσο, θα είναι κοντά στην περιοχή του Παρισιού και θα έχει δυνητικά πρόσβαση σε μια θάλασσα ταλέντων», επισημαίνει ο Βίνσεντ Σαντέλ.

ΝΑΝΤΙΝ ΡΙΣΕΝ γυναικείο ποδόσφαιρο

Η αμυντικός της Ελβετίας Ναντίν Ρίσεν © EPA/MICHAEL BUHOLZER

Τα funds κοιτάζουν και το γυναικείο ποδόσφαιρο

Το γυναικείο ποδόσφαιρο αντιμετωπίζεται με τεράστιο ενδιαφέρον από τα επενδυτικά funds. Νέα funds ποντάρουν στο ευρωπαϊκό γυναικείο ποδόσφαιρο, το οποίο θα μπορούσε να ενισχυθεί από χορηγούς και αυξανόμενα τηλεοπτικά δικαιώματα. Ποντάρουν σε μια ανάπτυξη παρόμοια με αυτή της National Women’s Soccer League στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Στα τέλη Αυγούστου, η αγγλική Γουέστ Χαμ φέρεται να βρισκόταν σε προχωρημένες συζητήσεις για την πώληση μεριδίου της γυναικείας της ομάδας στη Monarch Collective, ένα επενδυτικό fund με έδρα το Λος Άντζελες, που εστιάζει αποκλειστικά στον γυναικείο αθλητισμό, σύμφωνα με τον Guardian. Η συμφωνία θα αποτιμούσε τον σύλλογο σε περίπου 55 εκατ. λίρες.

Η Monarch Collective είναι μάλιστα το πρώτο fund στον κόσμο αποκλειστικά αφιερωμένο στον γυναικείο αθλητισμό. Μετά από έναν πρώτο γύρο χρηματοδότησης 150 εκατ. δολαρίων κατά την ίδρυσή του, το fund ολοκλήρωσε έναν συμπληρωματικό γύρο 100 εκατ. δολαρίων στις αρχές του 2025, αυξάνοντας τις επενδυτικές του δυνατότητες στα 250 εκατ. δολάρια.

Οι επαγγελματικές γυναικείες ομάδες, που έχουν αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια παρά τις δυσκολίες στην εμπορευματοποίηση του αθλήματος, αρχίζουν να ενδιαφέρουν τον χρηματοπιστωτικό τομέα. Το 2023, η Αμερικανίδα δισεκατομμυριούχος Μισέλ Κανγκ απέκτησε το 52% της γυναικείας ομάδας της Λυών, πριν αναλάβει την ηγεσία της ανδρικής ομάδας τον περασμένο Ιούνιο. Η επιχειρηματίας ανέλαβε επίσης την ομάδα των παικτριών της Ουάσιγκτον Σπίριτ και τη Λόντον Σίτι Λιονές στην Αγγλία.

Τα αμερικανικά funds ελπίζουν ότι το γυναικείο ποδόσφαιρο θα γνωρίσει την ίδια ανάπτυξη στην Ευρώπη όπως και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Πράγματι, στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, η National Women’s Soccer League, που δημιουργήθηκε το 2013, έχει γίνει τα τελευταία χρόνια μια μηχανή παραγωγής μετρητών. Εξασφάλισε ένα τηλεοπτικό συμβόλαιο 240 εκατ. δολαρίων για τέσσερα χρόνια τον Νοέμβριο του 2023, δηλαδή 60 εκατ. δολάρια ετησίως, σαράντα φορές περισσότερα από την προηγούμενη συμφωνία. Το 2024, τα έσοδα από χορηγούς του πρωταθλήματος ανήλθαν σε 25,5 εκατ. δολάρια.

«Παρόλο που τα τηλεοπτικά δικαιώματα του γυναικείου ποδοσφαίρου είναι πολύ χαμηλότερα από αυτά του ανδρικού, το άθλημα αρχίζει να έχει ισχυρό δυναμικό για τα funds όσον αφορά τις πηγές δημιουργίας αξίας», εξηγεί ο Στεφάν Βιγιάρντ.

Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της εταιρείας, ο μέσος τζίρος των 15 πιο κερδοφόρων γυναικείων συλλόγων στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο για τη σεζόν 2022-2023 ανήλθε στα 4,3 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 61% σε σχέση με την προηγούμενη σεζόν.