Wired: Η ευρωπαϊκή τεχνολογική πολιτική υποτάσσεται στις ΗΠΑ

Αμερικανικοί τεχνολογικοί κολοσσοί πιέζουν για χαλάρωση των ευρωπαϊκών περιορισμών σε όλα τα μέτωπα, με τις ευλογίες της κυβέρνησης Τραμπ. Και η πίεση αποδίδει...

ΗΠΑ - Ευρώπη © 123rf.com

Η Κομισιόν ετοιμάζεται να κλείσει το 2025 με μηδενική πρόοδο στις σημαντικότερες πρωτοβουλίες της στο μέτωπο των νέων τεχνολογιών, γράφουν τα Wired και Wired Italia.

Όπως επισημαίνεται στο δημοσίευμα, σχεδόν τα πάντα βρίσκονται σε αναστολή και άρα σε κίνδυνο: ο ευρωπαϊκός νόμος για την τεχνητή νοημοσύνη (EU AI Act), ο ευρωπαϊκός νόμος για τις ψηφιακές υπηρεσίες (DSA) και ο νόμος για τις ψηφιακές αγορές (DMA), ακόμα και ο νόμος για τα ψηφιακά δίκτυα (Digital Networks Act) και ο ευρωπαϊκός νόμος για το διάστημα (EU Space Act).

Ως εκ τούτου, πολλά από αυτά τα μέτρα ενδέχεται ακόμη και να ανατραπούν.

Το Wired επισημαίνει ότι μια σειρά αλλαγών στις παραπάνω πρωτοβουλίες απειλεί να αποδυναμώσει ολόκληρο το πλαίσιο του AI Act, διαβρώνοντας την ουσία του πριν καν αυτό δει το φως της μέρας. Ο λόγος για αυτές τις παύσεις; Από τότε που υπογράφηκε η συμφωνία ΗΠΑ και Ευρώπης για τους δασμούς τον περασμένο Αύγουστο, οι τεχνολογικοί κολοσσοί, με τη στήριξη της κυβέρνησης Τραμπ, έχουν αυξήσει την πίεση προκειμένου να χαλαρώσουν οι ευρωπαϊκοί περιορισμοί σε όλα τα μέτωπα.

Πιθανή καθυστέρηση του AI Act

Ο εμβληματικός ευρωπαϊκός νόμος για την τεχνητή νοημοσύνη τέθηκε σε ισχύ τον Αύγουστο του 2024, ωστόσο η προθεσμία για την πλήρη εφαρμογή του έχει οριστεί για τον Αύγουστο του 2027, με ένα σημαντικό ενδιάμεσο ορόσημο το 2026. Όπως γράφουν οι Financial Times, μια πρώτη αναθεώρηση είναι πιθανό να πραγματοποιηθεί προς τα τέλη της επόμενης χρονιάς, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης διαδικασίας που έχει στόχο την απλοποίηση των βασικών σημείων και κατευθυντήριων γραμμών.

«Συμβαίνουν πολλά στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης» δήλωσε πρόσφατα ο Τόμας Ρενιέ, εκπρόσωπος της Κομισιόν σε θέματα Ψηφιακής Κυριαρχίας. «Τα πρότυπα καθυστερούν. Υπάρχουν ανησυχίες από τη βιομηχανία και τα κράτη μέλη. Σε αυτό το πλαίσιο, έχουμε ένα ψηφιακό omnibus που έρχεται. Και αυτό θα ήταν το κατάλληλο πλαίσιο ώστε να αντιμετωπιστούν κάποιες από αυτές τις ανησυχίες. Ωστόσο καμία απόφαση δεν έχει ληφθεί ακόμη» πρόσθεσε ο ίδιος.

Η σημαντικότερη αλλαγή που θα μπορούσε να γίνει θα είχε να κάνει με την αναβολή ενός χρόνου στη θέσπιση κυρώσεων για παραβιάσεις των νέων κανόνων -δηλαδή από τον Αύγουστο το 2026 στον Αύγουστο του 2027- ώστε να «δοθεί επαρκής χρόνος στους παρόχους και χρήστες συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης να συμμορφωθούν».

Φθορά στη βιομηχανία τηλεπικοινωνιών

Ο ευρωπαϊκός νόμος για τα ψηφιακά δίκτυα υποτίθεται ότι θα παρουσιαζόταν μέχρι το τέλος του χρόνου, ωστόσο η Επιτροπή καθυστερεί. Εν προκειμένω τα κράτη μέλη διαφωνούν σε πάρα πολλά σημεία, τα δύο κυριότερα εκ των οποίων η κατάργηση των χάλκινων δικτύων και η ενίσχυση του BEREC, της ευρωπαϊκής ρυθμιστικής αρχής.

Στο θέμα της κατάργησης των χάλκινων δικτύων, η Γερμανία φαίνεται πως αρνείται την προτεινόμενη προθεσμία του 2030, θεωρώντας ότι δεν παρέχει επαρκή χρόνο. Όσον αφορά την ενίσχυση του BEREC, πολλές εθνικές αρχές αντιδρούν επικαλούμενες επισήμως τις διαφορές μεταξύ των αγορών των κρατών μελών. Στην πραγματικότητα, η αντίστασή τους πιθανότατα οφείλεται στον φόβο απώλειας επιρροής και εξουσίας στις χώρες τους, σχολιάζει το δημοσίευμα. Με λίγα λόγια, το σχέδιο για μια ενιαία αγορά τηλεπικοινωνιών απομακρύνεται. Η αναθεώρηση στους κανόνες περί διαδικτυακής ουδετερότητας έχει εξαφανιστεί από την τρέχουσα εκδοχή του νόμου, ενώ η πρωτοβουλία για εκ νέου εξισορρόπηση ανάμεσα στις εταιρείες τηλεπικοινωνιών και τις big tech είναι ασαφής.

Το διάστημα δεν είναι άπειρο

Οι ΗΠΑ έχουν τοποθετηθεί επίσημα ενάντια στο EU Space Act θεωρώντας την ευρωπαϊκή πρόταση «απαράδεκτη», με το σκεπτικό ότι θα έβλαπτε τις αμερικανικές εταιρείες περιορίζοντας το εύρος των δραστηριοτήτων τους.

Σε ένα 13σέλιδο έγγραφο που εξέδωσε ως απάντηση στη δημόσια διαβούλευση της Κομισιόν τον περασμένο Ιούλιο, το αμερικανικό Υπουργείο Εξωτερικών απαρίθμησε όλα τα σημεία που θα έπρεπε να αναθεωρηθούν ώστε η Ευρώπη να αποφύγει αντίποινα για μη τήρηση των δεσμεύσεων στο πλαίσιο της συμφωνίας για τους δασμούς. «Το τρέχον σχέδιο του EU Space Act αντιβαίνει στο πνεύμα της συμφωνίας», ανέφερε κατηγορηματικά το Υπουργείο, καλώντας την Ευρώπη «να επιτρέψει μια πιο ομαλή συνεργασία με την αμερικανική κυβέρνηση και βιομηχανία, αντί να φέρνει πρόσθετα εμπόδια στη συνεργασία».

Αμερικανικοί τεχνολογικοί κολοσσοί vs DSA και DMA

Η Κομισιόν εξακολουθεί να στέλνει επιστολές σε αμερικανικούς τεχνολογικούς κολοσσούς καλώντας τους να συμμορφωθούν με τον DSA και τον DMA. Αλλά ένας καταιγισμός προσφυγών από τους εμπλεκόμενους επιμηκύνουν υπερβολικά τα χρονοδιαγράμματα.

Η Apple και η Google έχουν επικρίνει έντονα τον DMA τις τελευταίες εβδομάδες, παραπονούμενες για «τεταμένες» διαπραγματεύσεις με την Ευρώπη. Τον Αύγουστο, η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου (FTC) στις ΗΠΑ προειδοποίησε ότι ορισμένοι κανόνες του DSA μπορεί να συγκρούονται με την αμερικανική νομοθεσία, ιδιαίτερα όσον αφορά στην ελευθερία του λόγου και την ασφάλεια των Αμερικανών πολιτών.

Πίεση για λογαριασμό της βιομηχανίας Wi-Fi

Το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ φέρεται να άσκησε πίεση εκ μέρους της βιομηχανίας Wi-Fi, στην οποία περιλαμβάνονται μεγάλες αμερικανικές εταιρείες όπως οι Apple, Broadcom, Cisco και Qualcomm, προκειμένου να προστατευτεί μια συγκεκριμένη ζώνη του φάσματος κινητής. Σύμφωνα με το ειδησεογραφικό MLex, η Ομάδα Πολιτικής Ραδιοφάσματος (RSPG), η οποία βοηθά την Κομισιόν στην ανάπτυξη πολιτικής ραδιοφάσματος, πρότεινε έναν συμβιβασμό υπέρ της βιομηχανίας κινητής τηλεφωνίας για τη χρήση της άνω ζώνης των 6 GHz.

Το αμερικανικό Υπουργείο Εξωτερικών φέρεται να παρότρυνε τα κράτη μέλη να δεσμεύσουν σχεδόν το μισό της ζώνης για υπηρεσίες Wi-Fi, ειδικά για εφαρμογές υψηλής ταχύτητας και χαμηλής καθυστέρησης, όπως η εικονική πραγματικότητα και το cloud gaming. Σύμφωνα με το MLex, 13 από τις 27 χώρες τάχθηκαν με τους παρόχους κινητής τηλεφωνίας, ενώ οι υπόλοιπες απείχαν. Σε κάθε περίπτωση, τα κράτη μέλη μπορούν να αλλάξουν την πολιτική, καθώς η RSPG προχωρά μόνο σε συστάσεις και όχι δεσμευτικές αποφάσεις.

Για την τελική απόφαση, η μπάλα βρίσκεται στο γήπεδο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.