Η Ευρώπη βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι: είτε θα καταφέρει να γίνει ουσιαστικός ανταγωνιστής στην κούρσα της τεχνητής νοημοσύνης, είτε θα παραμείνει προσηλωμένη στους παγκοσμίως πρωτοποριακούς στόχους της για το κλίμα., επισημαίνουν fund managers στο CNBC.
«Είναι μια στιγμή-σταυροδρόμι για την Ευρώπη», δήλωσε ο Νταν Άιβς της Wedbush Securities. Το μπλοκ μπορεί είτε να «παίξει ρόλο στο μέλλον» είτε να διακινδυνεύσει να «χάσει ένα μεγάλο μέρος αυτού του τεχνολογικού κύματος».
Το δίλημμα γίνεται εντονότερο λόγω των δεσμεύσεων της περιοχής για την πράσινη ενέργεια.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η ενέργεια αποτελεί το μεγαλύτερο εμπόδιο για την ανάπτυξη έργων data centers που σχετίζονται με την τεχνητή νοημοσύνη. Ενώ οι ΗΠΑ ενεργοποιούν μονάδες ορυκτών καυσίμων για να καλύψουν τις ενεργειακές τους ανάγκες, η Ευρώπη απαιτεί από τους επενδυτές να γνωστοποιούν μέτρα ενεργειακής και υδατικής αποδοτικότητας, προσθέτοντας γραφειοκρατία που μπορεί να καθυστερήσει την έναρξη των έργων.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση συχνά επαινείται για το σύνολο των περιβαλλοντικών πολιτικών της και για νέα εργαλεία, όπως ο επερχόμενος φόρος άνθρακα στα σύνορα. Ωστόσο, επικριτές υποστηρίζουν ότι οι πολιτικές αυτές λειτουργούν ανασταλτικά για την επιχειρηματικότητα. Η ήπειρος θεωρείται «αντι-επιχειρηματική», σύμφωνα με τον Άιβς, γεγονός που ωθεί ευρωπαϊκές τεχνολογικές εταιρείες και startups να μετακινούνται στις ΗΠΑ, τη Μέση Ανατολή ή την Ασία, όπου το ρυθμιστικό πλαίσιο είναι ευνοϊκότερο.
Καθώς η Ευρώπη προσπαθεί να καλύψει το χαμένο έδαφος στην τεχνητή νοημοσύνη, αυξάνεται η ανάγκη για ενεργοβόρες υποδομές και η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας εκτοξεύεται — μια τριβή που πλέον δύσκολα αγνοείται. Η πρόσθετη δυναμικότητα ανανεώσιμων πηγών είχε σχεδιαστεί για να αντικαταστήσει πιο ρυπογόνες μορφές ενέργειας, όμως αυξάνονται οι ανησυχίες ότι η εξέλιξη αυτή δεν θα είναι τόσο ομαλή.
«Βλέπουμε ήδη στο Ηνωμένο Βασίλειο ότι γίνεται υπαναχώρηση από ορισμένες δεσμεύσεις», δήλωσε ο Πολ Τζάκσον, περιφερειακός στρατηγικός αναλυτής αγορών της Invesco, εκτιμώντας ότι παρόμοια πορεία θα ακολουθήσει και η υπόλοιπη Ευρώπη.
«Όταν οι συνθήκες είναι ευνοϊκές, είναι πιο εύκολο να πειστούν πολίτες, επιχειρήσεις και κυβερνήσεις να κινηθούν προς τη σωστή κατεύθυνση σε θέματα όπως η κλιματική αλλαγή και να επωμιστούν το σχετικό κόστος», σημείωσε. Ωστόσο, πρόσθεσε ότι σε περιόδους δυσκολίας και αντικρουόμενων συμφερόντων, η υποβάθμιση της κλιματικής ατζέντας είναι από τις ευκολότερες επιλογές για τους νομοθέτες.
Το ενεργειακό δίκτυο του Ηνωμένου Βασιλείου δεν χρησιμοποιεί πλέον άνθρακα, ο οποίος είναι πολύ πιο ρυπογόνος από το φυσικό αέριο. Αντίθετα, το ευρωπαϊκό ενεργειακό μείγμα δεν έχει απαλλαγεί πλήρως από τον άνθρακα.
«Ανησυχώ ότι σε κάποιο σημείο ενδέχεται να αναβληθεί το κλείσιμο των ανθρακικών μονάδων», δήλωσε ο Τζαγκς Γουάλια, επικεφαλής των εισηγμένων υποδομών παγκοσμίως στη Van Lanschot Kempen.
Η απόσυρση των ορυκτών καυσίμων καθώς εντάσσονται οι ανανεώσιμες πηγές λειτουργεί όταν η ενεργειακή ζήτηση παραμένει σταθερή — κάτι που πλέον δεν ισχύει, σημείωσε. Επιπλέον, τα data centers απαιτούν συνεχή παροχή ρεύματος, γεγονός που καθιστά προβληματική τη διαλείπουσα φύση της αιολικής και της ηλιακής ενέργειας.
«Από πλευράς ηλεκτρισμού, ίσως να μην έχουμε την πολυτέλεια να κλείσουμε τις μονάδες άνθρακα, κάτι που θα δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα τόσο για την ενεργειακή μετάβαση όσο και για την ενεργειακή ασφάλεια», πρόσθεσε.
Κατά τη διάρκεια του έτους, η Ευρώπη έχει ήδη αναθεωρήσει αρκετές περιβαλλοντικές δεσμεύσεις.
Στις 16 Δεκεμβρίου, η ΕΕ χαλάρωσε ουσιαστικά την απαγόρευση των νέων αυτοκινήτων με κινητήρες εσωτερικής καύσης από το 2035. Στις 9 Δεκεμβρίου, ενέκρινε επίσης ετήσια αναβολή στην εφαρμογή του νέου συστήματος εμπορίας εκπομπών για κτίρια, οδικές μεταφορές και μικρές βιομηχανίες, αν και ταυτόχρονα δεσμεύτηκε για μείωση των εκπομπών κατά 90% έως το 2040.
Νωρίτερα μέσα στο έτος, περιορίστηκαν και μετατέθηκαν χρονικά τόσο η οδηγία για την εταιρική δέουσα επιμέλεια βιωσιμότητας (CSDDD) όσο και η οδηγία για την εταιρική αναφορά βιωσιμότητας (CSRD).