Καναδάς: Άκυρος ο φόρος σε Big Tech ενόψει εμπορικής συμφωνίας με τις ΗΠΑ

Δύο ημέρες αφότου ο Τραμπ είπε πως σταματά τις εμπορικές διαπραγματεύσεις με τον Καναδά, η κυβέρνηση Κάρνεϊ ελπίζει σε μία νέα συμφωνία

Ο Καναδός πρωθυπουργός Μαρκ Κάρνεϊ © EPA/OLIVIER MATTHYS

Την ακύρωση φόρου ο οποίος έβαζε στο στόχαστρο κολοσσούς του κλάδου της τεχνολογίας, ανακοίνωσε την Κυριακή η κυβέρνηση του Καναδά, με την ελπίδα πως θα καταλήξει σε ευρύτερη συμφωνία με αυτή των ΗΠΑ, δυο ημέρες μετά τη διακοπή των συνομιλιών που ανακοινώθηκε από τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ.

Ειδικότερα, ο Καναδός υπουργός Οικονομικών Φρανσουά-Φιλίπ Σαμπάν «ανακοίνωσε εχθές, Κυριακή, ότι ο Καναδάς ακυρώνει τον φόρο ψηφιακών υπηρεσιών (ΦΨΥ)», σύμφωνα με δελτίο Τύπου το οποίο δημοσιοποιήθηκε από τις υπηρεσίες του. Το κείμενο διευκρινίζει πως η καναδική κυβέρνηση έλαβε αυτή την απόφαση ενόψει της επανέναρξης των συνομιλιών για τη σύναψη διμερούς συμφωνίας με τις ΗΠΑ για το εμπόριο μέχρι την 21η Ιουλίου.

Ο Ντόναλντ Τραμπ διεμήνυσε την Παρασκευή πως βάζει τέλος στις διαπραγματεύσεις για το εμπόριο με τον βόρειο γείτονα της χώρας του, διατεινόμενος ότι ο φόρος που επέβαλε η Οτάβα κι έβαζε στο στόχαστρο κολοσσούς του κλάδου της τεχνολογίας ήταν «άμεσο και προφανές πλήγμα» εναντίον της Ουάσιγκτον. Διευκρίνισε πως οι συνομιλίες με τον Καναδά θα σταματούσαν την ημέρα εφαρμογής του νόμου (30ή Ιουνίου).

«Διαφωνούμε με τον φόρο και πιστεύουμε ότι κάνουν διακρίσεις εις βάρος των αμερικανικών εταιρειών», δήλωσε, με τη σειρά του, ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ στο CNBC.

Ο ΦΨΥ θα έβαζε στο στόχαστρο εταιρείες-γίγαντες του κόσμου της πληροφορικής με τζίρο ανώτερο των 1,1 δισ. καναδικών δολαρίων και έσοδα σε ετήσια βάση στον Καναδά πάνω από 20 εκατ. δολάρια. Εισήχθη για πρώτη φορά το 2020 για να αντιμετωπίσει ένα φορολογικό κενό, όπου πολλές μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας κέρδιζαν σημαντικά έσοδα από τους Καναδούς, αλλά δεν φορολογούνταν.

Αφορούσε κυρίως την Google, την Apple, τη Meta (Facebook, Instagram), την Amazon και τη Microsoft. Οι εταιρείες αυτές κατηγορούνται πως εκμεταλλεύονται το γεγονός πως η δραστηριότητά τους είναι άυλη για να αποφεύγουν τη φορολογία.