«Για να είσαι ελεύθερος, πρέπει να σε φοβούνται», δήλωσε ο Emmanuel Macron, ο Γάλλος πρόεδρος, στις 30 Ιουλίου. «Δεν μας φοβηθήκαν αρκετά». Η δήλωσή του αυτή ήρθε τρεις ημέρες αφότου η Ursula von der Leyen, η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, συμφώνησε μια μονόπλευρη εμπορική συμφωνία με τον πρόεδρο Donald Trump στο γήπεδο γκολφ του Turnberry στη Σκωτία.
Η συμφωνία προβλέπει υψηλότερους δασμούς για τα ευρωπαϊκά προϊόντα, χωρίς αντίποινα σε είδος. Αυτή η ταπεινωτική ασυμμετρία καταδικάστηκε γρήγορα από τους πολιτικούς και τον Τύπο της ηπείρου. Όμως η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) είχε σοβαρούς λόγους για τη δειλία της. Έπρεπε να προβεί σε αρκετές παραχωρήσεις για να διατηρήσει τη δέσμευση του κ. Trump απέναντι στην Ευρώπη, περιορίζοντας παράλληλα τη ζημιά στη δική της οικονομία, και, προς το παρόν, φαίνεται να το έχει καταφέρει.
Το πιο δυσμενές σημείο της συμφωνίας είναι ο δασμός 15% στις ευρωπαϊκές εξαγωγές προς τις Ηνωμένες Πολιτείες -περίπου εννέα φορές υψηλότερος από το ποσοστό που ίσχυε πριν από την επάνοδο του κ. Trump στην εξουσία. Βέβαια, τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι χειρότερα: στις αρχές Ιουλίου ο κ. Trump είχε απειλήσει με δασμό 30%. Ο συμφωνημένος συντελεστής αποτελεί επίσης θετική εξέλιξη για τις ευρωπαϊκές αυτοκινητοβιομηχανίες, οι οποίες προηγουμένως υπόκεινταν σε εισφορά 25%. Μάλιστα, η συμφωνία ενδέχεται να έχει το παράδοξο αποτέλεσμα να ευνοεί τους Ευρωπαίους εξαγωγείς αυτοκινήτων έναντι των Αμερικανών ανταγωνιστών τους, οι οποίοι καλούνται να καταβάλλουν υψηλούς δασμούς για ανταλλακτικά και χάλυβα.
Η άλλη σημαντική παραχώρηση της ΕΕ ήταν η κατάργηση των δικών της δασμών στα αμερικανικά αυτοκίνητα και σε άλλα βιομηχανικά προϊόντα, καθώς και η διευκόλυνση της πρόσβασης ορισμένων γεωργικών και αλιευτικών προϊόντων στην ευρωπαϊκή αγορά. Η απελευθέρωση αυτή καλύπτει περίπου το ένα τέταρτο των αμερικανικών εξαγωγών προς την ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων αυτοκινήτων και υποδημάτων. Τα υπόλοιπα προϊόντα ήδη εισέρχονται χωρίς δασμούς.
Η Αμερική έχει επίσης προβεί σε ένα είδος παραχώρησης που θα βοηθήσει τις δικές της επιχειρήσεις. Ένας κατάλογος ευρωπαϊκών αγαθών που θεωρούνται «στρατηγικά» θα υπόκειται στους παλιούς, χαμηλούς δασμούς που ίσχυαν πριν από τη δεύτερη θητεία του κ. Trump. Τα είδη αυτά περιλαμβάνουν εξοπλισμό παραγωγής τσιπ, φυσικούς πόρους και ορισμένες χημικές ουσίες. Η είδηση ανέβασε τις τιμές των μετοχών των Ευρωπαίων κατασκευαστών αυτών των ευνοημένων προϊόντων. Ο κατάλογος θα μπορούσε να επεκταθεί με την πάροδο του χρόνου, δίνοντας στον κ. Trump έναν αθόρυβο τρόπο να απαλύνει τον πόνο της δασμολογικής του τρέλας.
Η ΕΕ εξασφάλισε και μερικές ηπιότερες νίκες. Κράτησε τον κ. Trump μακριά από τον φόρο προστιθέμενης αξίας της, τον οποίο ο Αμερικανός πρόεδρος μισεί, επειδή θεωρεί λανθασμένα ότι αδικεί τους εξαγωγείς της χώρας του. Η συμφωνία περιέλαβε το δικαίωμα της ΕΕ να φορολογεί και να ρυθμίζει τις ψηφιακές υπηρεσίες, πολλές από τις οποίες είναι αμερικανικής προέλευσης. Επίσης, η συμφωνία δεν υπαγόρευσε τον τρόπο με τον οποίο η Ευρώπη διαχειρίζεται την Κίνα. Οι δύο πλευρές υποσχέθηκαν να συνεργαστούν για την άρση διάφορων μη δασμολογικών εμποδίων στο εμπόριό τους. Δεσμεύτηκαν επίσης να περιχαρακώσουν τη διατλαντική αγορά μετάλλων από την απειλή της «πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας» (βλέπε Κίνα). Ωστόσο, αυτές οι υποσχέσεις δεν είναι καινούργιες. Η ΕΕ είχε εργαστεί σε παρόμοιες πρωτοβουλίες με την κυβέρνηση Biden.
Ο οικονομικός αντίκτυπος για την Ευρώπη παραμένει ασαφής. Η Goldman Sachs εκτιμά ότι το ΑΕΠ ενδέχεται να μειωθεί κατά 0,4%. Άλλοι αναλυτές εμφανίζονται πιο αισιόδοξοι. Οι εκτιμήσεις εξαρτώνται εν μέρει από τον τρόπο με τον οποίο οι υπόλοιπες εμπορικές συμφωνίες των ΗΠΑ επηρεάζουν τη συγκριτική θέση της Ευρώπης. Η ζημία θα πρέπει επίσης να σταθμιστεί έναντι των πλεονεκτημάτων της συμφωνίας: η μείωση της αβεβαιότητας θα επιτρέψει στις επιχειρήσεις να σχεδιάσουν καλύτερα το μέλλον τους, ενώ η μείωση των δασμών σε αμερικανικά προϊόντα θα μπορούσε να συμβάλει στον περιορισμό του πληθωρισμού -εξέλιξη που ενδέχεται να οδηγήσει σε χαμηλότερα επιτόκια. Το συνολικό αποτέλεσμα όλων αυτών θα μπορούσε τελικά να είναι ουδέτερο.
Οι συνομιλίες αφορούσαν επίσης πολλά περισσότερα από τους δασμούς. Η ΕΕ θεωρεί τη συμφωνία ως το σημείο εκκίνησης για θα βελτιωθούν οι σχέσεις με την Αμερική. Ειδικά στον τομέα της άμυνας, η Ευρώπη ελπίζει να κρατήσει την Αμερική δεσμευμένη. Σε αυτό το πνεύμα, ο κ. Trump δήλωσε ότι η ΕΕ υποσχέθηκε να αγοράσει «τεράστιες ποσότητες» αμερικανικού οπλισμού, κάτι που η ΕΕ διέψευσε, μη θεωρώντας τα όπλα μέρος της συμφωνίας.
Η χειραψία στη Σκωτία δεν σηματοδοτεί το τέλος του έπους. Οι δύο πλευρές πρέπει πρώτα να συμφωνήσουν σε κοινή ερμηνεία των όσων συμφωνήθηκαν. Στο ζήτημα των μετάλλων, φαίνεται να διαφωνούν ως προς το αν εφαρμόζονται οι παλαιοί δασμοί ή οι προηγούμενες ποσοστώσεις. Αντίθετα, για τα φαρμακευτικά προϊόντα η διατύπωση είναι πιο σαφής: θα ισχύει δασμός 15%. Ωστόσο, ο κ. Trump εξακολουθεί να ανησυχεί για τις τιμές των φαρμάκων. Βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη έρευνα σχετικά με τις εισαγωγές φαρμάκων στις ΗΠΑ, η οποία ενδέχεται να οδηγήσει στην επιβολή δασμών σε φάρμακα που κατασκευάζονται στο εξωτερικό.
Αν η Αμερική προχωρήσει σε νέες, πιο επαχθείς απαιτήσεις, η ΕΕ ενδέχεται να αφήσει κατά μέρος τις επιφυλάξεις της και να απαντήσει με αντίποινα απέναντι σε έναν «νταή» που δεν φοβάται αρκετά. Σε αυτήν τη διαπραγμάτευση η Ευρώπη αποδέχθηκε τα όρια της ισχύος της. Στον επόμενο γύρο, ίσως έρθει η σειρά του κ. Trump να γνωρίσει τα δικά του.
© 2025 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist, το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr. Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά, βρίσκεται στο www.economist.com