Δύο πολιτικοί με ριζοσπαστικά σχέδια ετοιμάζονται να «αναμετρηθούν» στη μεγαλύτερη πόλη της Αμερικής. Στις 4 Νοεμβρίου, ο 34χρονος Zohran Mamdani, εκπρόσωπος της Αριστεράς, αναμένεται να κερδίσει τις εκλογές για τη δημαρχία της Νέας Υόρκης, υποσχόμενος νέα κοινωνικά προγράμματα που θα χρηματοδοτηθούν από τους πλούσιους. Την ίδια στιγμή, ο 79χρονος πρόεδρος Donald Trump δηλώνει αποφασισμένος να «επιληφθεί» της Νέας Υόρκης, απειλώντας με αποστολή περισσότερων ομοσπονδιακών πρακτόρων και παρακράτηση ζωτικών ομοσπονδιακών κονδυλίων.
Οι προτάσεις του κ. Mamdani αποτελούν τρομερή δημόσια πολιτική. Τα σχέδια του κ. Trump αποτελούν μια πιο κυριολεκτική απειλή για τους πολίτες της Νέας Υόρκης και, ενδεχομένως, για τον νόμο. Ο πρόεδρος έχει μιλήσει για κλιμάκωση της επιβολής της νομοθεσίας για τη μετανάστευση, μεταφέροντας στη γενέτειρά του την επιθετική τακτική που έχει ήδη δοκιμάσει στο Σικάγο και σε άλλες πόλεις που διοικούνται από τους Δημοκρατικούς. Οι δύο άνδρες ετοιμάζονται για μια δραματική σύγκρουση, με τη Νέα Υόρκη ως σκηνικό και θύμα της.
Η μάχη για τη Νέα Υόρκη είναι σημαντική, και όχι μόνο για τους Νεοϋορκέζους. Η πόλη παραμένει μια κρίσιμη οικονομική ατμομηχανή για την Αμερική, καθώς φιλοξενεί τις περισσότερες έδρες εταιρειών από οποιοδήποτε άλλο μέρος της χώρας. Είναι το κέντρο των χρηματοοικονομικών, των επαγγελματικών υπηρεσιών και των μέσων ενημέρωσης, αλλά και ένα αναπτυσσόμενο τεχνολογικό κέντρο και εργοστάσιο ιατρικής έρευνας. Το αποτέλεσμα είναι μια μητροπολιτική περιοχή με οικονομία άνω των 2,3 τρισ. δολαρίων, μεγαλύτερη από εκείνη του Καναδά, αντιπροσωπεύοντας περίπου το 9% του συνόλου της Αμερικής.
Παράλληλα, η Νέα Υόρκη παραμένει επίκεντρο πολιτικής ισχύος. Οι πράκτορες μπορεί να είναι απορροφημένοι από τα εκλογικά μοτίβα των κρίσιμων κομητειών, όπως η Maricopa στην Αριζόνα, όμως το βαθιά δημοκρατικό Μανχάταν ασκεί μια διαφορετική, πιο αθόρυβη αλλά εξίσου αποφασιστική επιρροή. Οι δωρητές της πόλης διοχετεύουν περισσότερα χρήματα σε ομοσπονδιακές εκστρατείες απ’ ό,τι οποιαδήποτε άλλη περιοχή, εκτός από την Ουάσιγκτον. Από την εποχή του Franklin D. Roosevelt, ποτέ άλλοτε ο Λευκός Οίκος δεν είχε διοικηθεί από τόσους Νεοϋορκέζους — από τον ίδιο τον κ. Trump έως τον ειρηνευτικό απεσταλμένο του Steve Witkoff και τον υπουργό Εμπορίου Howard Lutnick. Στο Κογκρέσο, δύο ακόμη Νεοϋορκέζοι, ο Chuck Schumer και ο Hakeem Jeffries, ηγούνται των Δημοκρατικών στη Γερουσία και στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Ο κ. Schumer δέχεται πλέον πίεση από μια νέα, φλογερή γενιά – με προεξάρχουσα μια άλλη Νεοϋορκέζα, την Alexandria Ocasio-Cortez.
Η Νέα Υόρκη παραμένει επίσης το πιο ανθεκτικό σύμβολο της χώρας για δύο αμερικανικά ιδεώδη: τον πλουραλισμό και τις ευκαιρίες. Η πόλη φιλοξενεί τους περισσότερους μετανάστες από οποιαδήποτε άλλη πόλη στην Αμερική, οι οποίοι ζουν ο ένας δίπλα στον άλλον με σχετική αρμονία. Είναι ο κορυφαίος προορισμός της χώρας για νέους απόφοιτους πανεπιστημίων, οι οποίοι τη βλέπουν ως το μέρος όπου η πραγματική ζωή αρχίζει.
Όμως, η Νέα Υόρκη βρίσκεται πλέον επίσης υπό πίεση. Το δημοσιονομικό μοντέλο της πόλης καταρρέει. Το κορυφαίο 1% των Νεοϋορκέζων αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 40% των εσόδων της πόλης από τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων. Η πόλη δεν δημιουργεί πλέον τόσες πολλές θέσεις εργασίας με υψηλές αποδόσεις και ορισμένοι από τους πλουσιότερους κατοίκους της φεύγουν. Ταυτόχρονα, η ζωή για τους απλούς Νεοϋορκέζους είναι δύσκολη. Τα μέσα ενοίκια είναι υπερδιπλάσια του μέσου όρου των 50 μεγαλύτερων πόλεων της Αμερικής. Το κόστος του παιδικού σταθμού για μωρά και νήπια ανέρχεται σε 26.000 δολάρια ετησίως, αποτυπώνοντας τα τελευταία πέντε χρόνια μια αύξηση άνω του 40%. Με μια κλονισμένη φορολογική βάση, η πολιτεία της Νέας Υόρκης θα δυσκολευτεί να διατηρήσει τα προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας και εκπαίδευσης, τα οποία είναι 72% πιο ακριβά ανά άτομο από τα προγράμματα στο Τέξας.
Ο τελευταίος καλός ηγέτης της Νέας Υόρκης ήταν ο Michael Bloomberg, ένας ικανός δήμαρχος με τη γοητεία ενός λογιστικού φύλλου, αλλά οι Νεοϋορκέζοι σήμερα λαχταρούν ένα διαφορετικό είδος πολιτικής. Ο κ. Trump κέρδισε ένα ασυνήθιστα υψηλό ποσοστό των ψήφων της πόλης στις περσινές προεδρικές εκλογές, συμπεριλαμβανομένου του 37% στο Κουίνς και του 27% στο Μπρονξ. Όπως και ο ίδιος, ο κ. Mamdani είναι αυθεντία στην επικοινωνία, με ταλέντο στο να κάνει τους απλούς ψηφοφόρους να αισθάνονται ότι τους καταλαβαίνει. Στις προκριματικές εκλογές των Δημοκρατικών για τη δημαρχία αυτό το καλοκαίρι, κέρδισε τον πιο γνωστό Andrew Cuomo, πρώην κυβερνήτη. Πριν από λίγα χρόνια η έντονη κριτική του στο Ισραήλ και τον σιωνισμό θα είχε αποκλειστεί. Σήμερα πολλοί ψηφοφόροι την εκλαμβάνουν ως απόδειξη της αυθεντικότητάς του.
Δυστυχώς για τη Νέα Υόρκη, οι διαφορετικές προσεγγίσεις του κ. Mamdani και του κ. Trump είναι πιθανό να επιδεινώσουν τα προβλήματα της πόλης. Ο κ. Mamdani θέλει δωρεάν παιδική φροντίδα, δωρεάν λεωφορεία, κατώτατο μισθό 30 δολάρια την ώρα μέχρι το 2030 και πάγωμα των ενοικίων για 2 εκατομμύρια κατοίκους για τέσσερα χρόνια. Ο στόχος του για οικονομική προσιτότητα είναι σημαντικός, αλλά οι μέθοδοί του όχι. Οι οικογένειες της πόλης θα υποδέχονταν σίγουρα μια επέκταση της παιδικής μέριμνας, αλλά η πρόταση του κ. Mamdani είναι σπατάλη. Τα δωρεάν λεωφορεία θα καταλήξουν να είναι κακά λεωφορεία. Ο κατώτατος μισθός του θα τρομάξει τους εργοδότες. Το προσωρινό πάγωμα του ενοικίου για ένα υποσύνολο Νεοϋορκέζων θα οδηγούσε σε αύξηση του ενοικίου για άλλους.
Το κόστος αυτών των προτάσεων θα απαιτούσε συνεργασία με το κράτος, πιθανότατα για να αυξηθούν οι φόροι στους πλουσιότερους Νεοϋορκέζους, κάτι που θα τρόμαζε τους περισσότερους από αυτούς, κάνοντάς τους να σκεφτούν το ενδεχόμενο αποχώρησης από την πόλη. Αυτό θα ωθούσε την κυβέρνηση να αυξήσει περαιτέρω τους φόρους, διακινδυνεύοντας ένα δημοσιονομικό σπιράλ θανάτου. Παράλληλα, οι βαθύτερες αιτίες του υψηλού κόστους της Νέας Υόρκης -η αφοσίωσή της στα δημόσια συνδικάτα, η υπερρύθμιση, η δαπανηρή και εκτεταμένη γραφειοκρατία και οι δαπανηρές δικαστικές διαμάχες- θα παρέμεναν ανέγγιχτες.
Ο κ. Trump αποτελεί έναν άλλο, πιο δυσοίωνο κίνδυνο. Απειλεί να παρακρατήσει ομοσπονδιακά κονδύλια που αντιστοιχούν στο 6,4% του προϋπολογισμού της πόλης – ένα όπλο δημοσιονομικής ασφυξίας στα χέρια του. Νομικά δεν έχει την εξουσία να ακυρώνει χρήματα χορηγημένα χωρίς το Κογκρέσο· και όμως μπορεί να το επιχειρήσει – το είχε κάνει ήδη, παγώνοντας 18 δισ. δολάρια σε κονδύλια υποδομών μέσω ομοσπονδιακού «shutdown». Μια επιθετική ανάπτυξη αξιωματικών μετανάστευσης στη Νέα Υόρκη θα μπορούσε να πυροδοτήσει μαζικές ταραχές – και αυτές με τη σειρά τους να δώσουν στον πρόεδρο την αφορμή να στείλει την Εθνοφρουρά. Η ατζέντα του είναι μονομερής – και, ενδεχομένως, παράνομη.
Καθώς η νίκη του φαντάζει ολοένα και πιο βέβαιη, ο κ. Mamdani δείχνει σημάδια μετριοπάθειας. Η Νέα Υόρκη οφείλει να ελπίζει ότι δεν πρόκειται απλώς για μια πολιτική τακτική – και ότι ο κ. Trump θα συνειδητοποιήσει πως έχει περισσότερα να χάσει παρά να κερδίσει από την υποδαύλιση της αναταραχής. Κι όμως, ακόμα κι αν συμβεί αυτό, η πόλη -και μαζί της η Αμερική- θα είχαν καλύτερες προοπτικές αν η Νέα Υόρκη γινόταν το πεδίο δοκιμών όχι για έναν τραμπούκο πρόεδρο ή έναν αριστερό δήμαρχο, αλλά για έναν πραγματιστή. Σε μια πόλη τόσο πολύπλοκη, ένας μετριοπαθής ηγέτης θα μπορούσε να αποδείξει πώς η Αμερική μπορεί να απελευθερώσει την ανάπτυξη της κατοικίας, να περιορίσει τα πνιγηρά γραφειοκρατικά δεσμά και να προωθήσει πολιτικές που γεννούν ευκαιρίες – από τις μεταφορές έως τη μεταρρύθμιση της εκπαίδευσης. Αντί γι’ αυτό, πολλοί φοβούνται πως η Νέα Υόρκη κινδυνεύει να γίνει η αρένα μιας σύγκρουσης ανάμεσα σε δύο άνδρες με επικίνδυνα λανθασμένες ιδέες.
© 2025 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist, το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από το www.powergame.gr. Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά, βρίσκεται στο www.economist.com.