Σε αναβάθμιση των στόχων τους για την πιστωτική επέκταση φέτος αναμένεται να προχωρήσουν οι τράπεζες, ανακοινώνοντας τα αποτελέσματα β’ τριμήνου 2025. Οι ενισχυμένες χορηγήσεις στο φετινό α’ εξάμηνο δεν αποκλείεται να οδηγήσουν σε νέα δάνεια, που θα ξεπεράσουν τα 12 δισ. ευρώ φέτος, με αιχμή τις χρηματοδοτήσεις μεγάλων επενδυτικών έργων.
Το βλέμμα των αναλυτών είναι στραμμένο στην αύξηση της πιστωτικής επέκτασης που θα δείξουν οι ελληνικές τράπεζες, η οποία κινείται με ετήσιο ρυθμό αύξησης περίπου 7%, ξεπερνώντας το 17% όσον αφορά τα δάνεια προς επιχειρήσεις. Στο α’ τρίμηνο του 2025 η καθαρή πιστωτική επέκταση που κατέγραψαν οι τέσσερις μεγάλες τράπεζες ανήλθε σε 3,2 δισ. ευρώ, με τη Eurobank και την Τράπεζα Πειραιώς να καταγράφουν καθαρή πιστωτική επέκταση 1,2 και 1,1 δισ. ευρώ αντίστοιχα, την Alpha Bank 0,6 δισ. ευρώ και την Εθνική Τράπεζα 0,3 δισ. Η Eurobank έχει θέσει στους αναλυτές στόχο για καθαρή πιστωτική επέκταση 3,5 δισ. φέτος, η Εθνική Τράπεζα για 2,4 δισ., η Πειραιώς για 2,3 δισ. και η Alpha Bank για 2,2 δισ. ευρώ. Ωστόσο, εκτιμάται ότι αυτοί οι στόχοι θα ξεπεραστούν, φτάνοντας τα 4 δισ. ευρώ για τη Eurobank, πάνω από τα 3 δισ. για την Τράπεζα Πειραιώς και περί τα 3 δισ. ευρώ για την Εθνική και την Alpha Bank.
Όπως αναφέρουν αρμόδια τραπεζικά στελέχη στο powergame.gr, οι χρηματοδοτήσεις μεγάλων επενδυτικών έργων είναι αυτές που αυξάνουν πολύ την πιστωτική επέκταση, δυσανάλογα με τη ζήτηση για νέα δάνεια. Έργα όπως π.χ. η χρηματοδότηση της εξαγοράς του Αστέρα Βουλιαγμένης ή η εξαγορά της γαλακτοβιομηχανίας Δωδώνη ή και χρηματοδοτήσεις επενδυτικών έργων που έπονται στο επόμενο τρίμηνο, όπως π.χ. το IRC στο Ελληνικό και τα Βουλιαγμένη Mall και Ριβιέρα Mall, καθώς επίσης δάνεια προς ξενοδοχεία και προς τη ναυτιλία, θα συντηρήσουν τους υψηλούς ρυθμούς στην επιχειρηματική πιστωτική επέκταση. Όμως απουσιάζει η ζήτηση για επενδυτικά έργα από μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις (με τζίρο 2,5-50 εκατ. ευρώ), ενώ υποτονικά κινούνται και τα έργα του Ταμείου Ανάκαμψης, που λήγει το 2026. Η Ελλάδα υπέβαλε την Παρασκευή το έκτο αίτημα εκταμίευσης πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης, ύψους 2,1 δισ. ευρώ, και με τη νέα αυτή εκταμίευση η συνολική απορρόφηση από το Ταμείο φτάνει τα 23,4 δισ. ευρώ, δηλαδή το 65% του συνόλου. Σημειώνεται ότι η Ελλάδα παραμένει στις πρώτες χώρες απορρόφησης των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, αλλά και του ΕΣΠΑ, ενώ, όπως προανήγγειλε σε συνέντευξή του στην ΕΡΤNews ο αναπληρωτής υπουργός Εθνικής Οικονομίας & Οικονομικών, Νίκος Παπαθανάσης, τον Σεπτέμβριο αναμένεται να υποβληθεί νέο αίτημα για εκταμίευση πόρων 1,8 δισ. ευρώ για το δανειακό σκέλος και εντός του έτους επόμενο αίτημα για άλλα 3,5 δισ. ευρώ.
Χθες στην Έρευνα Τραπεζικών Χορηγήσεων που δημοσίευσε για το β’ τρίμηνο 2025 η Τράπεζα της Ελλάδος ανέφερε ότι κατά το β’ τρίμηνο του έτους η συνολική ζήτηση δανείων από τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, και ειδικότερα η ζήτηση μακροπρόθεσμων δανείων, αυξήθηκε σε έναν βαθμό, αφενός λόγω χρηματοδοτικών αναγκών, αφετέρου λόγω έλλειψης εναλλακτικών πηγών χρηματοδότησης. Για το γ΄ τρίμηνο του 2025, όπως αναφέρει η ΤτΕ, οι τράπεζες εκτιμούν ότι η συνολική ζήτηση από τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις θα παραμείνει αμετάβλητη.
Σε ό,τι αφορά τα δάνεια προς νοικοκυριά, το β’ τρίμηνο του 2025 η ζήτηση για στεγαστικά δάνεια μειώθηκε, ενώ αυξήθηκε για καταναλωτικά. Ειδικότερα, ενώ το πρόγραμμα «Σπίτι μου ΙΙ» βρίσκεται σε εξέλιξη, η εισροή αιτήσεων των ενδιαφερόμενων στα πιστωτικά ιδρύματα, κατά το β’ τρίμηνο του 2025, συνεχίστηκε με μειούμενο ρυθμό σε σχέση με τον ρυθμό κατά την έναρξη του προγράμματος το α’ τρίμηνο του 2025, οπότε είχε παρατηρηθεί αυξημένη ροή αιτήσεων στο νέο πρόγραμμα «Σπίτι μου ΙΙ». Σημειώνεται ότι, όπως έχει αναφέρει ο αναπληρωτής υπουργός Εθνικής Οικονομίας & Οικονομικών, Νίκος Παπαθανάσης, πάνω από 8.500 πολίτες έχουν ήδη «κλειδώσει» σπίτι μέσω του προγράμματος «Σπίτι μου ΙΙ», το πρόγραμμα βρίσκεται στο 53% της υλοποίησής του και μέχρι το τέλος του έτους αναμένεται να καλύψει συνολικά 20.000 δικαιούχους.
Η ζήτηση για τα καταναλωτικά δάνεια αυξήθηκε το β’ τρίμηνο του 2025, έως έναν βαθμό λόγω χρηματοδοτικών αναγκών των νοικοκυριών. Κατά το γ’ τρίμηνο του 2025 η ζήτηση για στεγαστικά και για καταναλωτικά δάνεια αναμένεται να παραμείνει αμετάβλητη.