Η παγκόσμια οικονομία θα αντιμετωπίσει σοβαρές επιπτώσεις αν ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ απομακρύνει τον επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας, Fed, προειδοποίησε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ, η οποία παράλληλα διαβεβαίωσε ότι η ΕΚΤ θα πράξει ό,τι είναι αναγκαίο για να διατηρηθεί ο πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ υπό έλεγχο.
Εάν ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ απέλυε τον Πρόεδρο της Ομοσπονδιακής Τράπεζας Τζερόμ Πάουελ ή την Διοικητή της Fed Λίζα Κουκ, τότε αυτό θα αποτελούσε «πολύ σοβαρό κίνδυνο για την οικονομία των ΗΠΑ και την παγκόσμια οικονομία», δήλωσε τη Δευτέρα η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ.
Μιλώντας στον γαλλικό ραδιοτηλεοπτικό φορέα Radio Classique σε συνέντευξή της, η Λαγκάρντ δήλωσε: «Εάν η νομισματική πολιτική των ΗΠΑ δεν ήταν πλέον ανεξάρτητη και αντ’ αυτού εξαρτιόταν από τις επιταγές αυτού ή εκείνου του ατόμου, τότε πιστεύω ότι η επίδραση στην ισορροπία της αμερικανικής οικονομίας θα μπορούσε, ως αποτέλεσμα των επιπτώσεων που θα είχε αυτό σε όλο τον κόσμο, να είναι πολύ ανησυχητική, επειδή είναι η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο».
Ο Τραμπ έχει επανειλημμένα επιτεθεί στον πρόεδρο της Fed, Τζερόμ Πάουελ, επειδή δεν μείωσε το βραχυπρόθεσμο επιτόκιο και απείλησε να τον απολύσει. Ο Τραμπ επιχειρεί επίσης να απολύσει την Διοικητή της Ομοσπονδιακής Τράπεζας Λίζα Κουκ.
Ο στόχος του πληθωρισμού
«Ο στόχος πληθωρισμού βρίσκεται στο 2% και θα συνεχίσουμε να λαμβάνουμε τα αναγκαία μέτρα ώστε ο πληθωρισμός να παραμένει υπό έλεγχο και οι τιμές σταθερές», δήλωσε η Λαγκάρντ σε συνέντευξή της στο Radio Classique τη Δευτέρα.
Οι δηλώσεις της έγιναν ενόψει της δημοσίευσης στοιχείων για τον πληθωρισμό, τα οποία αναμένεται να επιβεβαιώσουν την εκτίμηση της ΕΚΤ ότι οι πληθωριστικές πιέσεις στη ζώνη του ευρώ είναι υπό έλεγχο. Οικονομολόγοι που συμμετείχαν σε έρευνα του Bloomberg προβλέπουν ποσοστό 2% — απόλυτα συμβατό με τον στόχο της κεντρικής τράπεζας.
Οι περισσότεροι αναλυτές εκτιμούν ότι οι επιτοκιακές αποφάσεις θα παραμείνουν αμετάβλητες και στη συνεδρίαση της ΕΚΤ σε λιγότερο από δύο εβδομάδες, καθώς πολλά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου έχουν ήδη δηλώσει ότι είναι ικανοποιημένα με το τρέχον επίπεδο του 2%.
Στη συνεδρίαση του Ιουλίου, τα περισσότερα στελέχη περιέγραψαν τους κινδύνους για τον πληθωρισμό ως «γενικά ισορροπημένους», κάνοντας λόγο για «ανθεκτικότητα» της ευρωπαϊκής οικονομίας, παρά τα αντίθετα ρεύματα που προκαλούν οι αμερικανικοί δασμοί και ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Οι επενδυτές εμφανίζονται πλέον λιγότερο βέβαιοι ότι θα υπάρξουν νέες μειώσεις επιτοκίων εντός του έτους, αν και αρκετοί οικονομολόγοι εξακολουθούν να βλέπουν πιθανότητα για μία τελευταία μείωση τον Δεκέμβριο.
Σε ό,τι αφορά τις προοπτικές ανάπτυξης, η Λαγκάρντ υπογράμμισε ότι οι εμπορικές σχέσεις μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ηνωμένων Πολιτειών έχουν «μειώσει αισθητά» την αβεβαιότητα.
Τι είπε η Λαγκάρντ για το ρίσκο της Γαλλίας
Η Γαλλία δεν βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε μια κατάσταση που θα χρειαζόταν την παρέμβαση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), αλλά οποιοσδήποτε κίνδυνος πτώσης μιας κυβέρνησης στην ευρωζώνη είναι «ανησυχητικός», δήλωσε τη Δευτέρα η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ.
Μιλώντας στον ραδιοτηλεοπτικό φορέα Radio Classique, η Λαγκάρντ δήλωσε ότι η δημοσιονομική πειθαρχία παραμένει επιτακτική στη Γαλλία και ότι παρακολουθεί πολύ προσεκτικά την κατάσταση των γαλλικών ομολόγων.
Τα γαλλικά κόμματα της αντιπολίτευσης δήλωσαν ότι θα ρίξουν την κυβέρνηση μειοψηφίας στην ψήφο εμπιστοσύνης της 8ης Σεπτεμβρίου, την οποία ο πρωθυπουργός Φρανσουά Μπαϊρού ανακοίνωσε απροσδόκητα την περασμένη εβδομάδα, λόγω των αντιδημοφιλών σχεδίων του για συμπίεση του προϋπολογισμού το 2026.
Αυτό έχει πλήξει τις χρηματιστηριακές αγορές και τις αγορές ομολόγων της Γαλλίας, η οποία είναι η δεύτερη οικονομία της ευρωζώνης.
Οι γαλλικές τράπεζες έχουν δεχθεί πιέσεις, αλλά η Λαγκάρντ δήλωσε ότι το γαλλικό τραπεζικό σύστημα ήταν σε καλύτερη θέση σε σύγκριση με την οικονομική κρίση του 2008.
«Πιστεύω ότι το γαλλικό τραπεζικό σύστημα είναι καλά κεφαλαιοποιημένο, ότι είναι σε καλύτερη κατάσταση από ό,τι ήταν κατά τη διάρκεια της τελευταίας μεγάλης οικονομικής κρίσης, ότι είναι καλά δομημένο, καλά εποπτευόμενο και έχει υπεύθυνους παράγοντες», είπε.
«Δεν πιστεύω ότι το ίδιο το τραπεζικό σύστημα αποτελεί με οποιονδήποτε τρόπο την πηγή του τρέχοντος κινδύνου, αλλά οι αγορές, σε όλες τις περιπτώσεις αυτού του είδους, αξιολογούν τον κίνδυνο», πρόσθεσε.