Ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ σχεδιάζει να διεξαγάγει σειρά συνεντεύξεων με κάποια τουλάχιστον από τα 11 πρόσωπα που θεωρούνται υποψήφια για να διαδεχθούν τον Τζερόμ Πάουελ στη θέση του προέδρου της Fed, της ομοσπονδιακής κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ, ανέφερε χθες Τρίτη η εφημερίδα Wall Street Journal, επικαλούμενη πηγές της ενήμερες σχετικά, προσθέτοντας πως οι συναντήσεις θα αρχίσουν μεθαύριο Παρασκευή και αφού ολοκληρωθούν πρόκειται να υποβάλει σύντομο κατάλογο προτάσεων στον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ.
Το πρακτορείο ειδήσεων Ρόιτερς επισημαίνει πως δεν ήταν σε θέση να επαληθεύσει την πληροφορία με ανεξάρτητο τρόπο.
Πίσω από την κίνηση αυτή βρίσκεται η επιθυμία του Τραμπ και των συμβούλων του να ελέγξουν τη Fed και να περιορίσουν την σχετική «ανεξαρτησία» της από την πολιτική. Ο Τραμπ θέλει η Fed να μειώσει το επιτόκιο τουλάχιστον στο 1% από το τρέχον επίπεδο άνω του 4% και επιδιώκει η κεντρική τράπεζα να βρίσκεται στη διάθεσή του όσον αφορά τη νομισματική πολιτική και τη χρηματοοικονομική απελευθέρωση.
Ο Τραμπ έχει χαρακτηρίσει τον πρόεδρο της Fed Τζερόμ Πάουελ «ανόητο» και «επίμονο γάιδαρο» για την άρνησή του να υιοθετήσει τη μείωση επιτοκίων. Ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ παρομοίασε το προσωπικό της Fed με δικαιούχους ενός «καθολικού βασικού εισοδήματος για οικονομολόγους ακαδημαϊκούς», αμφισβητώντας τη χρησιμότητα των δεκάδων PhD στην κεντρική τράπεζα.
Ο Τραμπ έχει ήδη τοποθετήσει έναν υποστηρικτή του στη Fed, τον Στίβεν Μίραν και η αντικατάσταση της Κουκ θα τον φέρει πιο κοντά στον πλήρη έλεγχο της Fed, ειδικά καθώς η θητεία του Πάουελ λήγει του χρόνου.
Η αντίδραση των χρηματοοικονομικών επενδυτών και πολλών mainstream οικονομολόγων, όπως ο Κρούγκμαν, ήταν έντονη: η απειλή Τραμπ να υπονομεύσει την ανεξαρτησία της κεντρικής τράπεζας προκαλεί σοβαρές ανησυχίες για τις βάσεις της δημοκρατίας. Ωστόσο, όπως επισημαίνεται, η Fed είναι από τη φύση της μια μη δημοκρατική δομή: οι Αμερικανοί πολίτες δεν αποφασίζουν ποιοι διορίζονται ούτε έχουν λόγο στις αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου.
Η αντίληψη της «ουδέτερης» βάσης για τη νομισματική πολιτική
Η έντονη υποστήριξη για την ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών (CBI) οφείλεται κυρίως στην αντίληψη ότι παρέχουν μια «ουδέτερη» βάση για τη νομισματική πολιτική, απρόσβλητη από επικίνδυνες πολιτικές πιέσεις, με τεχνοκρατικά στελέχη υψηλής εξειδίκευσης στα οικονομικά και στη νομισματική πολιτική.
Όπως λέει ο νεοφιλελεύθερος οικονομολόγος Τζον Κοχρέιν, η λατρεία της ανεξαρτησίας έχει ρίζες σε μια εποχή που οι πολίτες δεν εμπιστεύονταν τους «πολιτικούς» αλλά πίστευαν στους αμερόληπτους τεχνοκράτες.
Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα σύγκρουσης πολιτικής και κεντρικής τράπεζας είναι η Τουρκία υπό τον Ερντογάν, όπου η συνεχής απόλυση διοικητών της κεντρικής τράπεζας για να υλοποιήσουν τις επιθυμίες του προέδρου οδήγησε σε εκρηκτικό πληθωρισμό. Ωστόσο, η αιτία της 40-50% ετήσιας πληθωριστικής αύξησης ήταν όχι μόνο τα χαμηλά επιτόκια αλλά και τα τεράστια ελλείμματα στα εμπορικά ισοζύγια και στο τρεχουσών συναλλαγών και φυσικά η πολιτική καταπίεση εις βάρος της αντιπολίτευσης — παράγοντες παρόμοιοι με το στυλ του Τραμπ στις ΗΠΑ.