Μολονότι μια μείωση των επιτοκίων από το φάσμα του 4,25% με 4,5% έχει προεξοφληθεί εδώ και καιρό, η διήμερη συνεδρίαση της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed), που ολοκληρώνεται σήμερα στην Ουάσιγκτον, είναι ίσως από τις πιο κρίσιμες του 2025. Τρεις είναι οι βασικοί λόγοι. Όλοι αφορούν την ανεξαρτησία της Fed, σε μια περίοδο που η κατάσταση και οι προοπτικές της αμερικανικής οικονομίας είναι εξαιρετικά αβέβαιες, λόγω του εμπορικού πολέμου που έχει κηρύξει η κυβέρνηση Τραμπ στον υπόλοιπο κόσμο.
Παρά τις προσπάθειες του Λευκού Οίκου να καθαιρέσει τη Λίζα Κουκ από το διοικητικό συμβούλιο της Fed με την κατηγορία των οικονομικών ατασθαλιών, το Εφετείο στην Ουάσιγκτον αποφάσισε λίγες ώρες πριν από την έναρξη της συνεδρίασης την Τρίτη πως θα παραμένει στη θέση της.
Δεύτερον, μια θέση στο διοικητικό συμβούλιο της Fed αποκτά, επίσης, ο Στέφεν Μίραν, αφού ο διορισμός του επίσης επικυρώθηκε αργά τη Δευτέρα από το Κογκρέσο, παρά το ότι σκοπεύει παράλληλα να παραμείνει πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Συμβούλων του Λευκού Οίκου. Οι Δημοκρατικοί έθεσαν ζήτημα σύγκρουσης συμφερόντων, ιδιαίτερα εάν ληφθεί υπόψη πως ο Αμερικανός πρόεδρος ασκεί απροκάλυπτα πιέσεις για να μειώσει η Fed τα επιτόκια. Οι απειλές για απόλυση του προέδρου των ΗΠΑ, Τζερόμ Πάουελ, είναι πρωτοφανείς για έναν ηγέτη του ανεπτυγμένου κόσμου. Τα βέλη στρέφονται στον επικεφαλής της Fed, δηλαδή της ισχυρότερης κεντρικής τράπεζας για την παγκόσμια οικονομία.
Τρίτον, ένα μεγάλο ερώτημα που ανακύπτει είναι εάν η μείωση των επιτοκίων στις ΗΠΑ κατά 25 μονάδες βάσης, που αναμένεται να ανακοινωθεί σήμερα, θα σημάνει την έναρξη μιας γενικότερης χαλάρωσης στη νομισματική πολιτική των ΗΠΑ. Η απάντηση δεν είναι τόσο απλή, με τους επενδυτές να αναζητούν ενδείξεις για την κατεύθυνση των επιτοκίων από τη συνέντευξη Τύπου που θα δώσει ο Πάουελ μετά τη συνεδρίαση. Διπλή αποστολή της Fed είναι να προάγει στο μέγιστο την απασχόληση και να διασφαλίσει τη σταθερότητα των τιμών. Κάτω από την παρούσα συγκυρία, οι δύο αυτοί στόχοι αποκλίνουν ο ένας από τον άλλον.
Από τη μία πλευρά, ο πληθωρισμός κινείται ανοδικά εδώ και τέσσερις μήνες, φτάνοντας το 2,9% τον περασμένο μήνα, και έτσι θα δικαιολογούνταν μια συντηρητική στάση ως προς τη μείωση των επιτοκίων. Από την άλλη πλευρά, οι συνθήκες στην ισχυρότερη οικονομία του κόσμου γίνονται όλο και πιο ζοφερές, με την ανεργία να αυξάνεται και την καταναλωτική εμπιστοσύνη να εξασθενεί. Εξαίρεση αποτελεί η τόνωση της βιομηχανικής παραγωγής κατά 0,1% για τον Αύγουστο μετά την υποχώρηση κατά 0,4% που είχε καταγραφεί τον Ιούλιο, αντικρούοντας εκτιμήσεις για πτώση της τάξεως του 0,1%. Αλλά το κλίμα στην οικονομία είναι αμφίρροπο, εάν αναλογιστεί κανείς ότι οι προσδοκίες για την εύρεση εργασίας διολίσθησαν σε ιστορικό χαμηλό, σύμφωνα με έρευνα της Fed που έλαβε χώρα τον Αύγουστο.
Πιθανότατα ο Λευκός Οίκος να συνεχίσει να ασκεί πιέσεις για ακόμη μεγαλύτερη μείωση στα επιτόκια, καταφεύγοντας σε διάφορες μεθόδους για να επηρεάσει τη λήψη αποφάσεων. Πολιτικοί επικριτές των Ρεπουμπλικανών επισημαίνουν ότι ανάλογη στρατηγική ακολούθησε με τη σύνθεση του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του, με αποτέλεσμα αποφάσεις για την πολιτική που ακολουθούν οι Ρεπουμπλικανοί να μπλοκάρονται προς όφελος τους.
Ήδη ο Τραμπ υπονόησε πως επιθυμητή θα ήταν μια μείωση των επιτοκίων κατά 100 μονάδες βάσης. Οπότε η Fed καλείται να μην υποκύψει σε πολιτικές πιέσεις και να μην αποκλίνει από τον στόχο του 2% για τον πληθωρισμό. Αν και μια σημαντική μείωση του κόστους δανεισμού θα έδινε πνοή ανακούφισης για τα νοικοκυριά και τις βιομηχανίες των ΗΠΑ, οι δασμοί του Τραμπ μπορεί να οδηγήσουν σε ακόμη μεγαλύτερες ανατιμήσεις.
Μερίδα αξιωματούχων της Fed ισχυρίζονται πως οι δασμοί ναι μεν προκαλούν αυξήσεις στις τιμές, αυτές όμως είναι μεμονωμένες. Από την άλλη πλευρά, οι αλυσίδες λιανικού εμπορίου και τα σούπερ μάρκετ προειδοποιούν ότι θα αναγκαστούν να αυξάνουν τις τιμές όσο συρρικνώνονται τα αποθέματα αγαθών στις αποθήκες τους λόγω της ακρίβειας. Σε κάθε περίπτωση, οι επόμενοι μήνες θα σχηματίσουν μια πιο ξεκάθαρη εικόνα των επιπτώσεων που έχουν οι δασμοί Τραμπ στην πραγματική οικονομία, ενώ η γνωμάτευση του Ανώτατου Δικαστηρίου για τη νομιμότητά τους θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό και τη μελλοντική κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής. Υπενθυμίζουμε ότι το ομοσπονδιακό δικαστήριο έκρινε παράνομους τους περισσότερους δασμούς της κυβέρνησης Τραμπ.