ΕΚΤ: Έρχεται όγδοη μείωση επιτοκίων πριν από την αβεβαιότητα

Μια όγδοη μείωση επιτοκίων αναμένεται την Πέμπτη από την ΕΚΤ, η οποία θα φέρει το επιτόκιο καταθέσεων στο 2%

Κριστίν Λαγκάρντ © EPA/RONALD WITTEK

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ετοιμάζεται να μειώσει τα επιτόκια για τελευταία φορά, προτού μια ολοένα και πιο περίπλοκη εικόνα για τον πληθωρισμό κινδυνεύσει να φέρει στην επιφάνεια εσωτερικές διαφωνίες. Καθώς οι πληθωριστικοί κίνδυνοι υποχωρούν, οι αξιωματούχοι έχουν προχωρήσει σε επτά μειώσεις το τελευταίο έτος, χωρίς σημαντικές εντάσεις στο 26μελές Διοικητικό Συμβούλιο. Μια όγδοη μείωση αναμένεται την Πέμπτη, η οποία θα φέρει το επιτόκιο καταθέσεων στο 2%.

Ωστόσο, ενώ ορισμένοι θα ήθελαν αυτή να είναι η τελευταία μείωση -φοβούμενοι ένα κύμα κρατικών δαπανών που ενδέχεται να ακολουθήσει από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις-, άλλοι επιθυμούν περαιτέρω χαλάρωση για να στηριχθεί η εύθραυστη οικονομική ανάπτυξη, υπογραμμίζει το Bloomberg.

Το βασικό σημείο τριβής είναι οι δασμοί του Ντόναλντ Τραμπ -και ειδικότερα οι έμμεσες επιπτώσεις τους στις τιμές εντός της ευρωζώνης. Η ΕΚΤ χαρτογραφεί διάφορα σενάρια για να κατανοήσει καλύτερα τι μπορεί να ακολουθήσει, όμως η εμπιστοσύνη σε οποιοδήποτε από αυτά τα σενάρια παραμένει περιορισμένη. Ένα μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου εκτιμά ότι οι πιθανότητες να επαληθευτεί το βασικό σενάριο είναι κάτω από 50%.

Το συμπέρασμα είναι ότι η ΕΚΤ απομακρύνεται από τη φάση αντιμετώπισης του υψηλού πληθωρισμού και εισέρχεται σε μια περίοδο που χαρακτηρίζεται από την ίδια απρόβλεπτη δυναμική που παρατηρήθηκε κατά την πανδημία και τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να παραμείνει σε εγρήγορση απέναντι στον κίνδυνο μεταβολών των τιμών και προς τις δύο κατευθύνσεις γύρω από το όριο του 2%, σύμφωνα με την Katharine Neiss, επικεφαλής οικονομολόγο για την Ευρώπη στην PGIM Fixed Income. «Είναι πολύ πιθανό η μακροοικονομική εικόνα να δικαιολογεί βραχυπρόθεσμες μειώσεις επιτοκίων για να στηριχθεί η οικονομία σε αυτήν την περίοδο αβεβαιότητας, αλλά να χρειαστούν υψηλότερα επιτόκια μεσοπρόθεσμα, αν τεθούν σε εφαρμογή και άλλα εργαλεία πολιτικής, όπως η δημοσιονομική πολιτική», δήλωσε η Katharine Neiss. «Με αυτό κατά νου, θα είναι σημαντικό η ΕΚΤ να παραμείνει σε εγρήγορση απέναντι στον κίνδυνο επιστροφής σε υπερβολικά χαμηλό πληθωρισμό, όπως συνέβη τη δεκαετία πριν από το 2020».

Καθώς η αύξηση των τιμών πλησιάζει τον στόχο του 2%, οι επενδυτές εξακολουθούν να εκτιμούν ότι θα υπάρξει άλλη μία μείωση επιτοκίων έπειτα από αυτήν την εβδομάδα, χωρίς να είναι σαφές το πότε. Οι αναλυτές σε δημοσκόπηση του Bloomberg είναι πιο βέβαιοι -προβλέπουν μειώσεις τον Ιούνιο και τον Σεπτέμβριο, με τελικό επιτόκιο στο 1,75%.

Ωστόσο, οι εμπορικές ενέργειες του Τραμπ ενδέχεται να ανατρέψουν αυτές τις προβλέψεις. Αν και τα περισσότερα ευρωπαϊκά προϊόντα επιβαρύνονται σήμερα με δασμό 10% στις ΗΠΑ, αυτός θα μπορούσε να εκτοξευθεί στο 50% τον Ιούλιο. Η ανάλυση σεναρίων της ΕΚΤ, που θα παρουσιαστεί στο πλαίσιο των τριμηνιαίων προβλέψεών της, αναδεικνύει το μέγεθος της αβεβαιότητας.

Μέχρι στιγμής η βραχυπρόθεσμη εικόνα για τον πληθωρισμό φαίνεται ήπια: το ενεργειακό κόστος έχει καταρρεύσει και το ευρώ έχει ενισχυθεί από τότε που οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν για πρώτη φορά «ανταποδοτικούς δασμούς» τον Απρίλιο. Τα στοιχεία της Eurostat για τον Μάιο, που αναμένονται την Τρίτη, είναι πιθανό να δείξουν πληθωρισμό ακριβώς στον στόχο του 2%.

Ωστόσο, η εξέλιξη των τιμών θα εξαρτηθεί από την ενδεχόμενη αντίδραση των Βρυξελλών και την πορεία των σχέσεων ΗΠΑ–Κίνας. Σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, οι αυξημένες δαπάνες της Ευρώπης για άμυνα και υποδομές, οι διαταραγμένες εφοδιαστικές αλυσίδες και η γήρανση του εργατικού δυναμικού θα μπορούσαν να ενισχύσουν τις πληθωριστικές πιέσεις.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η «σκληροπυρηνική» εκτελεστική σύμβουλος της ΕΚΤ, Ιζαμπέλ Σνάμπελ, έχει προειδοποιήσει κατά της περαιτέρω χαλάρωσης, υποστηρίζοντας ότι η ΕΚΤ «βρίσκεται σε καλή θέση για να αξιολογήσει την πιθανή μελλοντική πορεία της οικονομίας» και να ενεργήσει αναλόγως. Ο επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας της Ολλανδίας, Κλάας Κνοτ, και ο πρόεδρος της Bundesbank, Γιοάχιμ Νάγκελ, έχουν επίσης επισημάνει ότι οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές για τον πληθωρισμό είναι αβέβαιες. Για τον Χόλγκερ Σμίντινγκ, επικεφαλής οικονομολόγο της Berenberg, το μέλλον θα κυριαρχείται από ανοδικούς κινδύνους για τις τιμές. «Οι βασικοί λόγοι είναι η δημογραφία και η διαρθρωτική έλλειψη εργατικού δυναμικού», δήλωσε ο Χόλγκερ Σμίντινγκ. «Αυτήν τη στιγμή πολλά επισκιάζονται από τις πολιτικές του Τραμπ. Ωστόσο, η νομισματική πολιτική ήδη αποδίδει και δεν υπάρχει ανάγκη για σημαντικά περισσότερα μέτρα στήριξης τώρα».

Ορισμένα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου εμφανίζονται ανοιχτά σε πιο αποφασιστική δράση. Ο Πιερ Βουνς από το Βέλγιο έχει δηλώσει ότι η ΕΚΤ ίσως χρειαστεί να στηρίξει «λίγο» την οικονομία, ώστε να διασφαλιστεί ότι ο πληθωρισμός δεν θα πέσει κάτω από τον στόχο. Ο Γκεντιμίνας Σίμκους από τη Λιθουανία σημείωσε ότι αυξάνονται οι κίνδυνοι υποχώρησης των τιμών κάτω από το επιθυμητό επίπεδο.

Ορισμένοι αναλυτές αναμένουν περαιτέρω χαλάρωση. Ο επικεφαλής οικονομολόγος του ομίλου AXA, Ζιλ Μοέκ, δήλωσε ότι οι διαρκείς αντίξοες συνθήκες από τις ΗΠΑ και ο κίνδυνος εκτροπής κινεζικών προϊόντων προς την Ευρώπη δείχνουν προς ηπιότερο πληθωρισμό και μείωση των επιτοκίων ακόμη και στο 1,25% -παρ’ ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα δυσκολευτούν να φτάσουν ως εκεί.

«Κάθε νέα μείωση από εδώ και πέρα θα είναι πολύ πιο δύσκολη», ανέφερε. «Η αντίσταση θα αυξάνεται, οπότε θα εξαρτάται από τα δεδομένα για να πεισθεί το Διοικητικό Συμβούλιο να προχωρήσει τόσο όσο πιστεύω ότι τελικά θα χρειαστεί. Οι συζητήσεις μετά το καλοκαίρι θα είναι περίπλοκες».