Σταθερά έχουν αυξήσει την έκθεσή τους σε κρατικούς τίτλους οι ελληνικές τράπεζες από την πανδημία και μετά, έχοντας στο τέλος του 2024, το 10% του ενεργητικού τους τοποθετημένο σε ομόλογα και έντοκα γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, το σύνολο των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου, συμπεριλαμβανομένων των εντόκων γραμματίων, που διακρατούν οι ελληνικές τράπεζες στα χαρτοφυλάκιά τους ανήλθε τον Δεκέμβριο του 2024 σε 34,4 δισ. ευρώ, αποτελώντας το 10% του ενεργητικού τους. Το ποσό των κρατικών τίτλων στα χαρτοφυλάκια των ελληνικών τραπεζών αυξήθηκε κατά περίπου 1,8 δισ. ευρώ (5,6%) σε σύγκριση με τον Δεκέμβριο του 2023, αλλά σε επίπεδο περισσότερο από διπλάσιο από την περίοδο πριν την πανδημία (16,5 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο 2019). Όσο για την αξία του χαρτοφυλακίου τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου που διακρατεί ο τραπεζικός τομέας σε χαρτοφυλάκια που αποτιμώνται στην τρέχουσα αξία, ανήλθε σε 4,1 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2024, έναντι 5,7 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2023, παρουσιάζοντας μείωση κατά 28,3%. Η αξία του εν λόγω χαρτοφυλακίου ως ποσοστού του συνολικού ενεργητικού των τραπεζών μειώθηκε σε 1,2% από 1,8% τον Δεκέμβριο του 2023.
Το ομολογιακό χαρτοφυλάκιο των ελληνικών τραπεζών περιλαμβάνει και θέσεις σε κρατικά ομόλογα άλλων χωρών. H αξία των κρατικών ομολόγων λοιπών χωρών (εκτός Ελλάδος) που διακρατούν οι ελληνικοί τραπεζικοί όμιλοι ανήλθε σε 26,2 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2024, αυξημένη κατά 44,4%, μεγάλο μέρος του οποίου αφορά την ενσωμάτωση στα ενοποιημένα μεγέθη των στοιχείων της Ελληνικής Τράπεζας στην Κύπρο. Τα εν λόγω ομόλογα αφορούν κατά κύριο λόγω εκδόσεις χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ομάδας των 10 (G10) και αποτελούν περίπου το 33% του χαρτοφυλακίου ομολόγων που διατηρούν οι τράπεζες (7,6% του ενεργητικού τους). Τα ομόλογα αυτά κατά το μεγαλύτερο μέρος τους (79,8%) διακρατούνται μέχρι τη λήξη τους και αποτιμώνται στο αποσβεσμένο κόστος (at amortised cost).
Πέραν των κρατικών ομολόγων, οι τράπεζες διατηρούν στα χαρτοφυλάκιά τους ομόλογα εκδόσεως υπερεθνικών οργανισμών, τραπεζικά ομόλογα, εταιρικά ομόλογα, καθώς και ομόλογα εκδόσεως μη τραπεζικών χρηματοοικονομικών οργανισμών.
Συγκεκριμένα, τον Δεκέμβριο του 2024, η αξία των ομολόγων υπερεθνικών οργανισμών αυξήθηκε κατά 626,8 εκατ. ευρώ (55,7%) και διαμορφώθηκε στα 1,75 δις. ευρώ, των τραπεζικών ομολόγων αυξήθηκε κατά 1,8 δισ. ευρώ (25,7%) και διαμορφώθηκε στα 8,8 δισ. ευρώ, και των εταιρικών ομολόγων αυξήθηκε κατά 1,2 δισ. ευρώ (35%) ανερχόμενη σε 4,7 δισ. ευρώ. Παράλληλα οι τράπεζες διατηρούν και λοιπά ομόλογα, κυρίως μη τραπεζικών χρηματοοικονομικών οργανισμών, ύψους 3,2 δισ. ευρώ.
Σε ό,τι αφορά την έκθεση των ελληνικών τραπεζών σε μετοχικούς τίτλους, αμοιβαία κεφάλαια και λοιπές συμμετοχές, τα στοιχεία της ΤτΕ δείχνουν ότι η αξία των μετοχικών τίτλων, αμοιβαίων κεφαλαίων και λοιπών συμμετοχών που διακρατεί ο τραπεζικός τομέας, ως ποσοστό του συνολικού ενεργητικού του, σημείωσε οριακή μείωση το 2024. Συγκεκριμένα, τον Δεκέμβριο του 2024 οι τράπεζες κατείχαν μετοχικούς τίτλους, συμμετοχές και μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων συνολικής αξίας 3,3 δισ. ευρώ, ή 1% του συνολικού ενεργητικού του τραπεζικού τομέα, έναντι 3,5 δισ. ευρώ το Δεκέμβριο του 2023.
Αναφορικά με την έκθεση των ελληνικών τραπεζών σε συναλλαγματικό κίνδυνο, η ΤτΕ διαπιστώνει ότι η ανοικτή συναλλαγματική θέση των ελληνικών τραπεζών, σε επίπεδο συστήματος, ανήλθε σε 556 εκατ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2024, αυξημένη κατά 46 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον Δεκέμβριο του 2023. Οι ελληνικές τράπεζες τον Δεκέμβριο του 2024 είχαν κυρίως ανοικτές συναλλαγματικές θέσεις σε ελβετικά φράγκα 59 εκατ. ευρώ, δολάρια ΗΠΑ 54 εκατ. ευρώ και λίρες Αγγλίας 80 εκατ. ευρώ. Η σχετικά μικρή έκθεσή τους στα παραπάνω κύρια νομίσματα οφείλεται τόσο στο γεγονός ότι για τη χρηματοδότηση στοιχείων ενεργητικού σε ξένο νόμισμα χρησιμοποιούνται καταθέσεις στο ίδιο νόμισμα, όσο και στην χρήση παραγώγων προϊόντων ανταλλαγής συναλλάγματος (π.χ. FX swaps, cross currency swaps), με αποτέλεσμα να μετριάζεται σημαντικά ο συναλλαγματικός κίνδυνος. Επιπρόσθετα, οι ελληνικές τράπεζες έχουν έκθεση σε νομίσματα χωρών όπου εδρεύουν οι θυγατρικές τους, τον συναλλαγματικό κίνδυνο των οποίων διαχειρίζονται και αντισταθμίζουν μέσω θέσεων σε παράγωγα προϊόντα σε επίπεδο μητρικής τράπεζας. Σε σχέση με το Δεκέμβριο του 2023, η έκθεση των τραπεζών σε δολάρια ΗΠΑ μειώθηκε κατά 48 εκατ. ευρώ, ενώ αυξήθηκε σε ελβετικά φράγκα κατά 14 εκατ. ευρώ και σε λίρες Αγγλίας κατά 30 εκατ. ευρώ.