Με θετικό πρόσημο έκλεισαν την Τρίτη οι κυριότερες ευρωαγορές, καθώς οι επενδυτές παρακολουθούσαν στενά τις εξελίξεις στις Ηνωμένες Πολιτείες, με φόντο την εμπορική πολιτική του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και το πολιτικό αδιέξοδο στην Ουάσιγκτον. Ο πανευρωπαϊκός δείκτης Stoxx 600 ενισχύθηκε κατά 0,5%, με τον FTSE 100 στο Λονδίνο, τον DAX στη Φρανκφούρτη και τον CAC 40 στο Παρίσι να ολοκληρώνουν τις συναλλαγές σε θετικό έδαφος. Ο FTSE 100 έκλεισε στις 9.350,43 μονάδες με άνοδο 0,54%, ο DAX ενισχύθηκε 0,57% στις 23.879,63 μονάδες, ενώ ο CAC 40 κέρδισε 0,19% στις 7.895,94 μονάδες. Σημαντικά κέρδη κατέγραψε και ο IBEX 35 της Ισπανίας, που ανέβηκε 1,04%, ενώ ο ιταλικός FTSE MIB πρόσθεσε 0,40%.
Σε επίπεδο μεμονωμένων μετοχών, η δανέζικη εταιρεία κοσμημάτων Pandora είδε τη μετοχή της να υποχωρεί κατά 2,6% μετά την ανακοίνωση ότι ο διευθύνων σύμβουλος, Αλεξάντερ Λάσιεκ, θα αποσυρθεί από τη θέση τον Μάρτιο. Τη διαδοχή του θα αναλάβει η διευθύντρια μάρκετινγκ, Μπέρτα ντε Πάμπλος-Μπαρμπιέ, η οποία στο παρελθόν είχε θητεύσει στον γαλλικό όμιλο LVMH.
Αντιθέτως, πιο απότομη πτώση σημείωσε η Lufthansa, με τη μετοχή της να χάνει 7,1% την Τρίτη. Ο γερμανικός αεροπορικός όμιλος είχε ανακοινώσει μια ημέρα νωρίτερα ότι θα περικόψει 4.000 θέσεις εργασίας έως το 2030, παράλληλα με σχέδια επέκτασης του στόλου αεροσκαφών του και νέους οικονομικούς στόχους μεσοπρόθεσμα, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται προσαρμοσμένο περιθώριο EBIT 8% έως 10%. Η αρχική θετική αντίδραση των επενδυτών στις ανακοινώσεις της Δευτέρας εξανεμίστηκε, καθώς οι αγορές επικεντρώθηκαν περισσότερο στο βάρος των περικοπών. Αναλυτές της UBS σημείωσαν ότι η μετοχή της Lufthansa παραμένει ελκυστική εφόσον επιτευχθούν οι στόχοι, αν και η επίτευξη περιθωρίου πάνω από 8% θεωρείται πιο απαιτητική σε σχέση με προηγούμενες κατευθύνσεις.
Στο διεθνές περιβάλλον, οι δηλώσεις του προέδρου Τραμπ για νέους δασμούς βρέθηκαν στο επίκεντρο. Ο Αμερικανός πρόεδρος ανακοίνωσε την επιβολή δασμού 10% στις εισαγωγές ξυλείας και 25% σε έπιπλα κουζίνας, μπάνιου και ταπετσαρίας, με προγραμματισμένη αύξηση του συντελεστή τον επόμενο χρόνο. Κατά τον ίδιο, οι εισαγωγές αυτές απειλούν την οικονομία των ΗΠΑ και υπονομεύουν την εθνική ασφάλεια.
Η πολιτική αβεβαιότητα ενισχύθηκε και από τον κίνδυνο διακοπής λειτουργίας της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, μετά τη συνάντηση του Τραμπ με κορυφαίους Δημοκρατικούς και Ρεπουμπλικανούς στον Λευκό Οίκο. Ο αντιπρόεδρος Τζ.Ντ. Βανς προανήγγειλε πως οι πιθανότητες οδηγούν σε shutdown, κατηγορώντας τους Δημοκρατικούς για αδιαλλαξία. Αν και ιστορικά τέτοιες εξελίξεις δεν επηρεάζουν δραματικά τις αγορές, αυτήν τη φορά η προοπτική θεωρείται πιο κρίσιμη, καθώς οι επενδυτές ανησυχούν ήδη για επιβράδυνση της αγοράς εργασίας, κίνδυνο στασιμοπληθωρισμού και υψηλές αποτιμήσεις μετοχών. Παράλληλα, ένα παρατεταμένο shutdown θα μπορούσε να οδηγήσει τους οίκους αξιολόγησης σε νέα αναθεώρηση της πιστοληπτικής ικανότητας των ΗΠΑ, η οποία ήδη υποβαθμίστηκε τον Μάιο από τη Moody’s.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, το Εργατικό Κόμμα συνέχισε το ετήσιο συνέδριό του στο Λίβερπουλ. Ο πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ προειδοποίησε ότι η χώρα βρίσκεται «σε σταυροδρόμι» ανάμεσα στην ανανέωση και την παρακμή, ενώ η υπουργός Οικονομικών Ρέιτσελ Ριβς απέφυγε να δώσει συγκεκριμένες κατευθύνσεις για τον Φθινοπωρινό Προϋπολογισμό, στον οποίο αναμένεται να ανακοινώσει αυξήσεις φόρων.