Σε νέα φάση έντασης εισήλθε το τελευταίο διάστημα η εμπορική αντιπαράθεση ΗΠΑ-Κίνας με εκατέρωθεν απαγορεύσεις/διοικητικούς περιορισμούς στις εξαγωγές επιμέρους προϊόντων και απειλή των ΗΠΑ για επιπρόσθετο δασμό 100% στα κινεζικά προϊόντα. Ως αποτέλεσμα, η αβεβαιότητα στις διεθνείς αγορές επανήλθε σε αξιοσημείωτο βαθμό, σύμφωνα με τους αναλυτές της Τράπεζας Πειραιώς.
Ωστόσο, οι συζητήσεις συνεχίζονται και ο Αμερικανός Πρόεδρος εξέφρασε την αισιοδοξία του ότι τελικά θα βρεθεί κοινός τόπος. Ταυτόχρονα, σημαντικές είναι και οι γεωπολιτικές εξελίξεις καθώς για πρώτη φορά διαφαίνεται ελπίδα ειρήνευσης στη Μέση Ανατολή μετά την εύθραυστη ανακωχή μεταξύ του Ισραήλ -Χαμάς που συμφωνήθηκε με τη συμμετοχή και των χωρών της ευρύτερης περιοχής.
Στις ΗΠΑ, η αναστολή λειτουργίας (shutdown) των ομοσπονδιακών υπηρεσιών από την 1η Οκτωβρίου κυριαρχεί στις οικονομικές εξελίξεις με την προσωρινή παύση της ανακοίνωσης στοιχείων να αποτελεί αναπόφευκτη συνέπεια. Τα τελευταία οικονομικά στοιχεία που δημοσιεύθηκαν και οι πρόδρομοι δείκτες συνεχίζουν να καταδεικνύουν ανθεκτικότητα της ανάπτυξης, πολύ μικρή άνοδο του πληθωρισμού (πλησιάζοντας ωστόσο το 3%), αλλά και χειροτέρευση των συνθηκών στην αγορά εργασίας.
Εκτιμάται, όμως ότι μεγάλο μέρος των επιπτώσεων των δασμών δεν έχει ακόμη περάσει στις τιμές, κάτι που αναμένεται να συμβεί κατά τους επόμενους μήνες. Η εξέλιξη αυτή, όπως αναγνώρισε και ο Πρόεδρος της Fed, θα δυσκολέψει πολύ την άσκηση της νομισματικής πολιτικής καθώς η διατήρηση του πληθωρισμού κοντά στο στόχο προϋποθέτει σχετικά υψηλά επίπεδα επιτοκίων, αλλά η χειροτέρευση στην αγορά εργασίας καταδεικνύει την ανάγκη μείωσής τους.
Στην Ευρωζώνη, η ανάπτυξη παραμένει αρκετά συγκρατημένη και δεν αναμένεται ουσιαστική ενίσχυσή της τόσο κατά το Γ΄, όσο και το Δ΄ Τρίμηνο. Από την άλλη, το ποσοστό ανεργίας εξακολουθεί να βρίσκεται ιστορικά χαμηλά, επηρεάζοντας θετικά την ιδιωτική κατανάλωση και ο πληθωρισμός αναμένεται να συνεχίσει να κινείται γύρω στο 2%, όσο και ο στόχος της ΕΚΤ.
Όμως, οι αυξημένες αμυντικές δαπάνες και η γήρανση του πληθυσμού επιτείνουν την πίεση στους κρατικούς προϋπολογισμούς για περικοπές δαπανών, συχνά μη δημοφιλών, ενισχύοντας την πολιτική αστάθεια. Στο πλαίσιο αυτό, ο κύκλος μείωσης των βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ φαίνεται να έχει γενικά ολοκληρωθεί.
Στην Κίνα, παρότι τα τελευταία οικονομικά στοιχεία καταδεικνύουν κάποια επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης, συνολικά για το 2025 εκτιμάται ότι, εκτός απροόπτου, θα επιτευχθεί ο στόχος του «περίπου 5%». Σημαντική συμβολή φαίνεται ότι θα έχει η επιτυχής, τουλάχιστον με τα μέχρι τώρα στοιχεία, ανακατεύθυνση των «χαμένων» στις ΗΠΑ εξαγωγών σε άλλες αγορές.
Ωστόσο, η ενίσχυση της εσωτερικής ζήτησης και η διατήρηση μιας καλής σχέσης με τις ΗΠΑ θεωρούνται βασικοί παράγοντες για την επίτευξη ενός ισχυρού ρυθμού ανάπτυξης μεσοπρόθεσμα.