Η Παγκόσμια Ημέρα Παιχνιδιού, η οποία τιμήθηκε για πρώτη φορά στις 11 Ιουνίου 2024, αποτελεί καθοριστικό ορόσημο στις διεθνείς προσπάθειες για τη διαφύλαξη, προώθηση και αναβάθμιση του ρόλου του παιχνιδιού, έτσι ώστε όλοι οι άνθρωποι -και ιδίως τα παιδιά- να μπορούν να απολαμβάνουν τα οφέλη του και να αναπτύσσονται πλήρως.
Πέρα από τη ψυχαγωγική διάσταση, το παιχνίδι αποτελεί μια οικουμενική γλώσσα, κατανοητή σε όλα τα ηλικιακά και πολιτισμικά φάσματα, ανεξαρτήτως κοινωνικοοικονομικής προέλευσης. Αυτή η κοινή, σχεδόν ενστικτώδης εμπειρία ενισχύει την αίσθηση του ανήκειν, καλλιεργεί την κοινωνική συνοχή και μπορεί να λειτουργήσει ως πηγή εθνικής υπερηφάνειας.
Παράλληλα, το παιχνίδι καλλιεργεί την ανθεκτικότητα, τη δημιουργικότητα και την καινοτομία. Για τα παιδιά ειδικότερα, αποτελεί μέσο διαμόρφωσης σχέσεων, ενίσχυσης της αυτορρύθμισης, διαχείρισης τραύματος και επίλυσης προβλημάτων. Συνιστά καταλύτη για την ανάπτυξη των γνωστικών, σωματικών, δημιουργικών, κοινωνικών και συναισθηματικών δεξιοτήτων που είναι απολύτως απαραίτητες σε έναν κόσμο που μεταβάλλεται διαρκώς και ραγδαία.
Η στέρηση ευκαιριών για παιχνίδι συνιστά άμεσο εμπόδιο στην υγιή ανάπτυξη και ευημερία των παιδιών. Στο πεδίο της εκπαίδευσης, η μαθησιακή διαδικασία που βασίζεται στο παιχνίδι έχει αναγνωριστεί ως εξαιρετικά αποτελεσματική, καθώς ενισχύει τη συμμετοχή, κάνει τη μάθηση πιο ευχάριστη και ουσιώδη και ενισχύει την εσωτερική παρακίνηση και την απομνημόνευση.
Επιπλέον, το παιχνίδι θεωρείται ότι έχει θετικό αντίκτυπο στην προώθηση της ανεκτικότητας, της ανθεκτικότητας και στη διευκόλυνση της κοινωνικής ένταξης, της πρόληψης των συγκρούσεων και της οικοδόμησης της ειρήνης. Σε αναγνώριση αυτού του γεγονότος, η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού κατοχυρώνει ρητά το δικαίωμα στο παιχνίδι στο Άρθρο 31.
Η καθιέρωση της Παγκόσμιας Ημέρας Παιχνιδιού δημιουργεί έναν ενοποιητικό παγκόσμιο συμβολισμό, προωθώντας την ανάγκη χάραξης πολιτικών, εκπαίδευσης και χρηματοδότησης για την ουσιαστική ενσωμάτωση του παιχνιδιού στα εκπαιδευτικά και κοινοτικά περιβάλλοντα.
Γιατί είναι σημαντικό το παιχνίδι
Τα παιδιά μαθαίνουν καλύτερα μέσα από το παιχνίδι. Πρόκειται για έναν ισχυρό μηχανισμό μάθησης που αγγίζει κάθε πτυχή της ανάπτυξης — γνωστική, κοινωνική, συναισθηματική και σωματική. Μέσω του παιχνιδιού, τα παιδιά δημιουργούν δεσμούς, καλλιεργούν ηγετικές ικανότητες, αναπτύσσουν ανθεκτικότητα, μαθαίνουν να διαχειρίζονται τις διαπροσωπικές τους σχέσεις και κοινωνικές προκλήσεις, καθώς και να υπερβαίνουν τους φόβους τους. Όταν παίζουν, αισθάνονται ασφαλή. Μέσα από το παιχνίδι, επεξεργάζονται τον κόσμο γύρω τους, του δίνουν νόημα και τον κατακτούν. Γενικότερα, το παιχνίδι αποτελεί ένα μέσο έκφρασης και καλλιέργειας της φαντασίας και της δημιουργικότητας, που αποτελούν βασικές δεξιότητες για τον τεχνολογικά καθοδηγούμενο και καινοτόμο κόσμο στον οποίο ζούμε.
Οι παιγνιώδεις αλληλεπιδράσεις συμβάλλουν στην ευημερία και την ψυχική υγεία τόσο των παιδιών όσο και των γονέων ή φροντιστών τους. Όταν ανθρωπιστικές κρίσεις ανατρέπουν τον κόσμο ενός παιδιού, είναι μέσα από το παιχνίδι που μπορεί να βρει ασφάλεια και ανακούφιση από τις δυσμενείς εμπειρίες, αλλά και να εξερευνήσει και να επεξεργαστεί τα βιώματά του. Όταν τα παιδιά εξαναγκάζονται να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους λόγω πολέμου, σύγκρουσης ή εκτοπισμού, η πρόσβασή τους σε σχέσεις φροντίδας με γονείς/φροντιστές και συνομηλίκους λειτουργεί ως κρίσιμο αντίβαρο στις επιπτώσεις της βίας, της οδύνης και άλλων τραυματικών εμπειριών. Το παιχνίδι προσφέρει παρηγοριά και ηρεμία στα παιδιά.
Παράλληλα, οι παιγνιώδεις αλληλεπιδράσεις έχουν ευεργετική επίδραση όχι μόνο στα παιδιά αλλά και στους γονείς και φροντιστές τους, προάγοντας τη συναισθηματική ισορροπία και την ψυχική υγεία. Σε περιόδους ανθρωπιστικών κρίσεων, όταν η καθημερινότητα των παιδιών ανατρέπεται βίαια, το παιχνίδι τους προσφέρει όχι μόνο ασφάλεια και ανάπαυλα από τις δυσμενείς εμπειρίες, αλλά και έναν τρόπο να εξερευνήσουν και να επεξεργαστούν τα βιώματά τους.
Όταν τα παιδιά εξαναγκάζονται να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους λόγω πολέμου, σύγκρουσης ή εκτοπισμού, η πρόσβαση σε σταθερές και υποστηρικτικές σχέσεις με ενήλικες και συνομήλικους λειτουργεί ως ζωτικό αντίβαρο στις επιπτώσεις της βίας και της αβεβαιότητας. Το παιχνίδι απαλύνει τον πόνο και λειτουργεί ως καταφύγιο.
Για να ενισχυθούν οι παιγνιώδεις αλληλεπιδράσεις μεταξύ γονέων/φροντιστών και παιδιών, οι κυβερνήσεις και άλλοι αρμόδιοι φορείς οφείλουν να διαμορφώσουν ένα υποστηρικτικό περιβάλλον.
«Το παιχνίδι είναι ένδειξη ότι τα παιδιά αισθάνονται ασφαλή, ότι τυγχάνουν φροντίδας και αγάπης. Ότι, παρά τις δυσκολίες, μπορούν να είναι αυτό που είναι: παιδιά», δήλωσε η Κάθριν Ράσελ, Εκτελεστική Διευθύντρια της UNICEF
Γνωρίζατε ότι…
- Το 71% των παιδιών δηλώνει ότι το παιχνίδι τα χαροποιεί ιδιαίτερα, ενώ το 58% αναφέρει ότι τους βοηθά να κάνουν φίλους και να διασκεδάζουν με άλλους;
- Υπολογίζεται ότι 160 εκατομμύρια παιδιά παγκοσμίως εργάζονται αντί να παίζουν ή να μαθαίνουν;
- Μόνο 1 στα 4 παιδιά σήμερα παίζει τακτικά στον δρόμο, ενώ στην εποχή των παππούδων τους σχεδόν τα τρία τέταρτα έπαιζαν έξω αρκετές φορές την εβδομάδα;
- Το 41% των παιδιών έχει δεχθεί παρατήρηση να σταματήσει το παιχνίδι από ενήλικες, είτε γονείς είτε γείτονες;