Ο κλάδος της πολυτέλειας είχε χαρακτηριστεί ως η «βαριά βιομηχανία της Ευρώπης» επειδή οι αποδόσεις παρέμεναν ισχυρές παρά την αντιξοότητα συνθηκών, όπως η πανδημία ή η ενεργειακή κρίση του 2021-22, όταν άλλοι κλάδοι αντιμετώπιζαν προκλήσεις. Πέρσι, όμως, σημειώθηκε πτώση των πωλήσεων για πρώτη φορά μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008. Αν και είχαν καλλιεργηθεί προσδοκίες για μια ανάκαμψη μέσα στο 2025, η δασμολογική πολιτική που ακολουθεί η κυβέρνηση των Ρεπουμπλικάνων στις ΗΠΑ έρχεται να επιβαρύνει ακόμη πιο πολύ τους καταναλωτές.
Υπολογίζεται ότι η συνολική ζήτηση για είδη πολυτελείας συρρικνώθηκε κατά 50 εκατ. καταναλωτές τη διετία που έληξε τέλη του 2024. Οι οικονομικές προκλήσεις συνεχίζονται μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2025 καθώς το οικονομικό κλίμα παραμένει ρευστό και απαισιόδοξο. Η LVMH ανακοίνωσε πτώση καθαρών κερδών κατά 22% μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2025, η Moncler κατέγραψε υποχώρηση των πωλήσεων κατά 1% το β’ τρίμηνο του έτους. Μοναδική εξαίρεση είναι ο οίκος Hermes, οι πωλήσεις του οποίου ενισχύθηκαν κατά 9% μέσα στο β’ τρίμηνο του 2025 καθώς τα προϊόντα απευθύνονται σε ένα κοινό που δεν το αγγίζει η ακρίβεια.
Η ζήτηση στην κινεζική αγορά αποδυναμώθηκε μετά την αρχική άνοδο που σημειώθηκε με το πέρας της πανδημίας, ενώ η υποτονική ανάπτυξη στην Ευρώπη λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία δεν αναμένεται να επιταχυνθεί άμεσα. «Υπάρχει μια διεθνής τάση για εξοικονόμηση χρημάτων αντί για δαπάνες», δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της Hermes, Αλεξάντρ Ντουμάς. Οι δασμοί που επιβάλει ο Αμερικανός πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ, αναμένεται να οδηγήσουν σε περαιτέρω αύξηση των τιμών εντός των ΗΠΑ και να περιορίσουν την κατανάλωση. Δυσχεραίνεται, ως εκ τούτου, η προοπτική των εταιρειών που εξάγουν στις ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένων των LVMH, Richemont και Kering. Η Hermes μαζί και με άλλους οίκους μόδας εξετάζουν την προς τα πάνω αναπροσαρμογή των τιμών λόγω του αμερικανικού προστατευτισμού.
Τέλη Ιουλίου, η Ε.Ε κατέληξε σε συμφωνία με την αμερικανική κυβέρνηση για τη φορολόγηση των προϊόντων που εισέρχονται στις ΗΠΑ με 15% έναντι του 30% ή 50% που είχε απειλήσει ο Τραμπ. Η Ε.Ε εξακολουθεί να επιδιώκει εξαιρέσεις για κάποιους τομείς, όπως είναι το γαλλικό κρασί και η σαμπάνια. Σε δυσμενέστερη θέση βρίσκεται η Ελβετία. Οι ΗΠΑ όρισαν τους δασμούς στο 36%, με ιστορικούς οίκους, όπως η Vacheron Constantin και η Swatch, η οποία κατέχει τις μάρκες Omega και Longines να προβληματίζονται για το μέλλον των πωλήσεών τους στις ΗΠΑ. Πιθανολογείται ότι το 36% θα αναθεωρηθεί στην πορεία μετά από διαπραγματεύσεις μεταξύ Ελβετίας και ΗΠΑ. Ωστόσο, οι συλλέκτες ακριβών ρολογιών ήδη είναι αντιμέτωποι με τους οριζόντιους δασμούς του 10%, την ανατίμηση του ελβετικού φράγκου κατά 11% έναντι του δολαρίου και την άνοδο του χρυσού που αυξάνει το κόστος παραγωγής.
Αν και ένα χρυσό Rolex Daytona είναι ακριβότερο κατά 14% σε σχέση με το 2024, οι εξαγωγές πολυτελών ρολογιών έχουν αυξηθεί κατά 14% από το 2019. Είναι ένα τριπλάσιο ποσοστό από τον παγκόσμιο μέσον όρο που, πιθανότατα, να μην είναι βιώσιμο με τα νέα δεδομένα. Ας μην λησμονείται ότι οι οίκοι πολυτελείας εξασφαλίζουν το 40% των εσόδων τους από τα υψηλότερα εισοδηματικά στρώματα, αλλά τα μεσαία εισοδήματα διστάζουν να εκτεθούν σε νέες αγορές. Μετά τις ανατιμήσεις της πανδημίας και την ενεργειακή κρίση, οι δασμοί του Τραμπ θα αποτελέσουν, αναμφίβολα, έναν πρόσθετο αποθαρρυντικό παράγοντα.