Τις τελευταίες ημέρες, η Ευρώπη βρέθηκε για ακόμη μία φορά να κινείται στη σκιά των αμερικανικών πρωτοβουλιών, καθώς ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ αιφνιδίασε τους συμμάχους του παρουσιάζοντας ένα σχέδιο ειρήνης 28 σημείων για την Ουκρανία, το οποίο έτεινε εμφανώς προς τις ρωσικές θέσεις. Κάπως έτσι, για τους Ευρωπαίους ηγέτες, το σαββατοκύριακο ξεκίνησε με το γνώριμο άγχος ότι οι κρίσιμες αποφάσεις για έναν πόλεμο που βρίσκεται κυριολεκτικά στα σύνορά τους μπορεί να ληφθούν ερήμην τους.
Μέχρι την Τρίτη, όπως γράφουν οι New York Times, η κρίση του Σαββατοκύριακου εκτονώθηκε, έστω προσωρινά, χάρη στη μέθοδο που οι Ευρωπαίοι ηγέτες έχουν πλέον αναπτύξει για να αντιμετωπίζουν τέτοιου τύπου αιφνιδιασμούς από τον Τραμπ: δημόσια στήριξη χωρίς πραγματική αποδοχή, έμμεση επιβράδυνση και σταδιακή αναδιαμόρφωση του κειμένου. Με επικεφαλής τον πρωθυπουργό της Βρετανίας Κιρ Στάρμερ, τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν και τον Γερμανό καγκελάριο Φρίντριχ Μερτς, οι Ευρωπαίοι απέφυγαν να καταγγείλουν τις αμερικανικές θέσεις. Αντίθετα, αγκάλιασαν δημόσια το σχέδιο του Τραμπ, χαρακτηρίζοντάς το ως «ένα πρώτο βήμα», και αμέσως ξεκίνησαν να αφαιρούν τα πιο προβληματικά του σημεία.
Το παιχνίδι των καθυστερήσεων
Ο στόχος τους, σύμφωνα με τους NYT, ήταν ξεκάθαρος: να επιβραδύνουν τη διαδικασία και να διαγράψουν όσα ξεπερνούσαν τις κόκκινες γραμμές της Ευρώπης, όπως η παραχώρηση μεγάλων ουκρανικών εδαφών στη Ρωσία, η απαγόρευση ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, η επιβολή ορίου στο μέγεθος του ουκρανικού στρατού ή η απαγόρευση ανάπτυξης ευρωπαϊκών στρατευμάτων στο ουκρανικό έδαφος.
Ο Μακρόν, σε ραδιοφωνική συνέντευξη, διατύπωσε την ευρωπαϊκή θέση με προσεκτική ακρίβεια: «Η αμερικανική πρόταση κινείται προς την κατεύθυνση της ειρήνης, αλλά χρειάζεται «βελτιώσεις και διαπραγμάτευση για να γίνει αποδεκτή».
Το Παρίσι, όπως και το Βερολίνο και το Λονδίνο, γνώριζαν πως το να κοντράρουν ευθέως τον Τραμπ θα ήταν αντιπαραγωγικό. Το μυστικό ήταν η ήρεμη πίεση, η καθυστέρηση και η επιμονή στη λεπτομέρεια.
Πίσω από τις κάμερες, αυτό το διπλωματικό παιχνίδι φαινόταν να αποδίδει. Στη συνάντηση στο περιθώριο της G20 στη Νότια Αφρική, οι Ευρωπαίοι δήλωσαν ότι το σχέδιο «είναι μια καλή αρχή», αλλά χρειάζεται «ενίσχυση», μια προσεκτικά επιλεγμένη λέξη που άφηνε ανοικτό το πλαίσιο για πλήρη επαναδιαπραγμάτευση. Μέχρι το βράδυ της Κυριακής στη Γενεύη, ύστερα από γύρους διαβουλεύσεων στους οποίους συμμετείχαν αυτή τη φορά και Ευρωπαίοι διπλωμάτες, ΗΠΑ και Ουκρανία ανακοίνωσαν ένα «επικαιροποιημένο και βελτιωμένο πλαίσιο ειρήνης».
Οι Ευρωπαίοι έσπευσαν να ξανασυναντηθούν τη Δευτέρα στην Αγκόλα, στο περιθώριο επιχειρηματικού φόρουμ, με στόχο να διατηρήσουν τη δική τους συνεκτική φωνή, ενώ Ουάσιγκτον και Κίεβο συνέχιζαν να αναμορφώνουν την πρόταση.
Όπως περιγράφει ο Μουτζτάμπα Ραχμάν της Eurasia Group, οι Ευρωπαίοι έχουν βρει ένα modus vivendi στη σχέση τους με τον Τραμπ: επαίνους όταν χρειάζεται, καθυστέρηση όπου είναι εφικτό και αποφυγή προσωπικών συγκρούσεων, το αντίθετο δηλαδή όσων συνέβησαν στις κακές στιγμές μεταξύ Τραμπ και Ζελένσκι νωρίτερα μέσα στη χρονιά.
Η ουσία, όμως, παραμένει δύσκολη. Οι Ευρωπαίοι γνωρίζουν πως, παρά τις προσπάθειες ενίσχυσης της αμυντικής τους βιομηχανίας, εξακολουθούν να εξαρτώνται από τις ΗΠΑ για κρίσιμο στρατιωτικό εξοπλισμό, πληροφορίες και αποτρεπτική ισχύ. «Η Ευρώπη μπορεί να κάνει πολλά — και θα μπορούσε να κάνει περισσότερα — αλλά δεν μπορεί να αντικαταστήσει τις ΗΠΑ ως εταίρο ασφαλείας», σημειώνει ο Ρίτσαρντ Φοντέιν του Center for a New American Security.
Η Ουκρανία ανάμεσα σε Τραμπ και Ευρώπη
Απέναντι σε αυτή τη σύνθετη γεωπολιτική σκακιέρα, η Ουκρανία εμφανίζεται διατεθειμένη να προχωρήσει. Ο Ζελένσκι, σε ομιλία του προς τη «συμμαχία των προθύμων», δήλωσε ότι το Κίεβο είναι έτοιμο να συνεχίσει πάνω στο αμερικανικό πλαίσιο και να διαπραγματευθεί τα «ευαίσθητα σημεία» με τον Τραμπ και τους Ευρωπαίους.
Ζήτησε μάλιστα από την Ευρώπη να καταλήξει σε κοινό σχήμα για την ανάπτυξη μιας «δύναμης διαβεβαίωσης» στην Ουκρανία, μια μορφή αποστολής που θα ενίσχυε την παρουσία των ευρωπαϊκών χωρών στο πεδίο, χωρίς να παραβιάζει την ευαισθησία των ΗΠΑ στο ζήτημα της ανάπτυξης στρατευμάτων.
Σύμφωνα με το Axios, ο Ζελένσκι φιλοδοξεί να συναντήσει τον Τραμπ «το συντομότερο δυνατό», ενδεχομένως μέσα στην εβδομάδα της Ημέρας των Ευχαριστιών, για να ολοκληρωθεί η κοινή συμφωνία ΗΠΑ–Ουκρανίας. «Θα βοηθήσει τον πρόεδρο Τραμπ να συνεχίσει την ιστορική του αποστολή», δήλωσε χαρακτηριστικά ο επικεφαλής του προεδρικού γραφείου, Αντρίι Γερμάκ. Την ίδια στιγμή ο Τραμπ δηλώνει πως «είμαστε κοντά σε συμφωνία».
Οι Ευρωπαίοι παίρνουν ξανά θέση στο τραπέζι
Η παρουσία του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο, στην πρόσφατη τηλεδιάσκεψη της «συμμαχίας των προθύμων» θεωρήθηκε από πολλούς ως ένδειξη ότι η Ευρώπη καταφέρνει να παραμείνει εντός της διαδικασίας. Στην ίδια τηλεδιάσκεψη συμμετείχε και ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούτε, δίνοντας το σήμα ότι η ευρωατλαντική συνοχή εξακολουθεί να υφίσταται, έστω και υπό πίεση.
Η Ντάουνινγκ Στριτ, ωστόσο, άφησε να εννοηθεί ότι το Κίεβο δεν έχει ακόμη συμφωνήσει πλήρως με την αμερικανική πρόταση. «Καλωσορίζουμε την πρόοδο, αλλά υπάρχουν ακόμη αρκετά σημεία προς επίλυση», ανέφερε ο εκπρόσωπος του Στάρμερ. Στη Βουλή των Κοινοτήτων, ο Βρετανός πρωθυπουργός διατήρησε χαμηλούς τόνους: «Ο δρόμος για την ειρήνη παραμένει δύσκολος και απαιτητικός». Ο Κιρ Στάρμερ προέτρεψε τους ηγέτες του «συνασπισμού των προθύμων» να «επιβεβαιώσουν» τις δεσμεύσεις τους για μια πιθανή ειρηνευτική επιχείρηση στην Ουκρανία.
«Προτρέπω τους συναδέλφους μου να εδραιώσουν τις εθνικές τους δεσμεύσεις, επειδή πρέπει να διασφαλίσουμε ότι έχουμε στο τραπέζι τις πιο ισχυρές δυνατότητες, τα πιο ισχυρά σχέδια. Και πρέπει να επανέλθουμε με μια ισχυρή πολιτική εγγύηση για να δείξουμε στη Ρωσία ότι είμαστε σοβαροί στο να αντιδρούμε σε οποιαδήποτε παραβίαση». Προσθέτοντας ότι το Ηνωμένο Βασίλειο θα στείλει περισσότερους πυραύλους αεράμυνας στην Ουκρανία τις επόμενες εβδομάδες, ο Στάρμερ ζήτησε επίσης «πλήρες εμπάργκο ρωσικής ενέργειας» για να διατηρηθεί η πίεση στη Μόσχα , λέγοντας ότι τα πρόσφατα μέτρα είχαν ήδη αντίκτυπο.
Από την πλευρά του Παρισιού, ο Μακρόν περιέγραψε την τρέχουσα στιγμή ως «κρίσιμη καμπή». Η Ουκρανία, είπε, χρειάζεται «ισχυρές και όχι χάρτινες εγγυήσεις ασφαλείας», δεδομένου ότι οι προηγούμενες είχαν καταρρεύσει μπροστά στις συνεχείς ρωσικές επιθέσεις.
«Οι διαπραγματεύσεις λαμβάνουν νέα ώθηση και θα πρέπει να εκμεταλλευτούμε αυτή την ορμή όχι επειδή υπάρχει λόγος ανησυχίας – η Ουκρανία είναι σταθερή, η Ρωσία αργή και η Ευρώπη ακλόνητη – αλλά επειδή υπάρχει επιτέλους η ευκαιρία να σημειωθεί πραγματική πρόοδος προς μια καλή ειρήνη» τόνισε.
Παρά τις ευρωπαϊκές παρεμβάσεις, αρκετοί αναλυτές αμφιβάλλουν ότι μια συμφωνία που θα ικανοποιεί τους Ευρωπαίους μπορεί ποτέ να γίνει αποδεκτή από τη Ρωσία. Η απόσταση μεταξύ των απαιτήσεων Πούτιν και Ζελένσκι παραμένει βαθιά: ο Ρώσος πρόεδρος επιμένει σε πλήρη έλεγχο των ανατολικών ουκρανικών περιοχών, ενώ ο Ζελένσκι αρνείται οποιαδήποτε παραχώρηση εδαφών.
Ο Ίβο Ντάαλντερ, πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ, ήταν ιδιαίτερα επικριτικός: «Μυρίζει αδυναμία, έλλειψη αποφασιστικότητας και ισχύος. Η Ευρώπη βρίσκεται εκτός παιχνιδιού ξανά και ξαφνιάζεται όταν την αφήνουν απ’ έξω».
Από την άλλη πλευρά, κάποιοι θεωρούν ότι, παρά τις δυσκολίες, η Ευρώπη έχει αρχίσει να διαμορφώνει έναν πιο σαφή ρόλο, αναγκάζοντας τον Τραμπ να προσαρμόσει την ατζέντα του. Ο Φοντέιν σημειώνει πως το γεγονός ότι το 28σέλιδο σχέδιο έχει ήδη τροποποιηθεί μετά τις ευρωπαϊκές παρεμβάσεις δείχνει ότι «οι Ευρωπαίοι έχουν βρει τρόπο να εμπλέκονται προς όφελος των μακροπρόθεσμων στόχων τους».
Ο Έντουαρντ Άρνολντ του Royal United Services Institute υπενθυμίζει το βασικό πρόβλημα: «Όταν έχεις αναθέσει την ασφάλειά σου στις ΗΠΑ επί δεκαετίες, έχεις ουσιαστικά αναθέσει και τη διπλωματική σου ισχύ». Η ανάκτηση αυτής της επιρροής —ειδικά απέναντι σε έναν πρόεδρο όπως ο Τραμπ— ίσως αποδειχθεί ο δυσκολότερος αγώνας της Ευρώπης.
Παρόλα αυτά, παραμένει το μεγάλο ερώτημα: Μπορεί η Ευρώπη να ξανακερδίσει πραγματικά την ισχύ της σε ένα πεδίο όπου η στρατιωτική και διπλωματική πρωτοβουλία εξακολουθεί να καθορίζεται από τις Ηνωμένες Πολιτείες;