ΕΕ: Νέες κυρώσεις κατά του “σκιώδους στόλου” της Ρωσίας

Η ΕΕ εντείνει την πίεση στη Μόσχα κατά τον «σκιώδη στόλο», στοχεύοντας πρόσωπα και εταιρείες που διευκολύνουν τις ρωσικές εξαγωγές πετρελαίου

Σκιώδης στόλος © Freepik

Οι υπουργοί Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ενέκριναν τη Δευτέρα ένα νέο πακέτο κυρώσεων που στοχεύει άμεσα τα δίκτυα, τις εταιρείες και τα πρόσωπα που φέρονται να διευκολύνουν τη λειτουργία του λεγόμενου «σκιώδους στόλου» ρωσικών δεξαμενόπλοιων. Η απόφαση εντάσσεται στη συνεχιζόμενη προσπάθεια των Βρυξελλών να περιορίσουν τα έσοδα της Μόσχας από τις εξαγωγές πετρελαίου, ενισχύοντας παράλληλα την εφαρμογή των υφιστάμενων περιοριστικών μέτρων.

Σύμφωνα με Ευρωπαίο αξιωματούχο, οι κυρώσεις στοχεύουν εννέα βασικούς «ενεργοποιητές» του σκιώδους στόλου. Πρόκειται για επιχειρηματίες με διασυνδέσεις με μεγάλες ρωσικές πετρελαϊκές εταιρείες, όπως η Rosneft και η Lukoil, καθώς και για ναυτιλιακές εταιρείες που κατέχουν ή διαχειρίζονται δεξαμενόπλοια τα οποία χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά ρωσικού αργού εκτός του πλαισίου των διεθνών κυρώσεων.

Παράλληλα, οι υπουργοί ενέκριναν την επιβολή περιοριστικών μέτρων σε ακόμη 14 πρόσωπα και οντότητες στο πλαίσιο του μηχανισμού της ΕΕ για την αντιμετώπιση υβριδικών απειλών. Οι συγκεκριμένες καταχωρίσεις συνδέονται, σύμφωνα με κοινοτικές πηγές, με δραστηριότητες που αποσκοπούν στην αποσταθεροποίηση, στην παραπλάνηση των αγορών και στην υπονόμευση των ευρωπαϊκών πολιτικών κυρώσεων.

Ο ρόλος του «σκιώδους στόλου»

Ο λεγόμενος σκιώδης στόλος αποτελείται κυρίως από παλαιά δεξαμενόπλοια, συχνά με αδιαφανή ιδιοκτησιακά σχήματα, σημαίες ευκαιρίας και περιορισμένη ή ανύπαρκτη ασφαλιστική κάλυψη από αναγνωρισμένους διεθνείς οργανισμούς. Τα πλοία αυτά χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά ρωσικού πετρελαίου προς τρίτες χώρες, παρακάμπτοντας τους περιορισμούς που έχουν επιβληθεί από την ΕΕ και τους συμμάχους της μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Ευρωπαίοι αξιωματούχοι εκτιμούν ότι ο στόλος αυτός έχει αποκτήσει κρίσιμη σημασία για τη διατήρηση των ρωσικών εξαγωγών ενέργειας, ιδίως προς αγορές της Ασίας και της Μέσης Ανατολής. Ταυτόχρονα, η λειτουργία του εγείρει σοβαρά ερωτήματα σχετικά με τη διαφάνεια, την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας και την προστασία του περιβάλλοντος.

Τι προβλέπουν τα νέα μέτρα

Οι κυρώσεις περιλαμβάνουν πάγωμα περιουσιακών στοιχείων εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και απαγόρευση εισόδου ή διέλευσης από τα κράτη-μέλη για τα φυσικά πρόσωπα που περιλαμβάνονται στη λίστα. Για τις εταιρείες, προβλέπεται απαγόρευση συναλλαγών με ευρωπαϊκούς φορείς, περιορισμός της πρόσβασης σε χρηματοδότηση, καθώς και αποκλεισμός από υπηρεσίες ασφάλισης, τεχνικής υποστήριξης και λιμενικών διευκολύνσεων.

Στόχος των μέτρων, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, δεν είναι μόνο η επιβολή οικονομικού κόστους, αλλά και η αποδόμηση των δικτύων που καθιστούν δυνατή τη συστηματική παράκαμψη των κυρώσεων. «Η προσέγγισή μας επικεντρώνεται σε όσους οργανώνουν, διαχειρίζονται και αποκομίζουν κέρδη από αυτές τις πρακτικές», ανέφερε Ευρωπαίος αξιωματούχος.

Στο μικροσκόπιο της ΕΕ οι υβριδικές απειλές και οι κίνδυνοι στη ναυτιλία

Η απόφαση να ενταχθούν οι νέες καταχωρίσεις στο πλαίσιο των κυρώσεων για υβριδικές απειλές υπογραμμίζει τη διευρυμένη αντίληψη της ΕΕ για το ζήτημα. Πέρα από την οικονομική διάσταση, οι Βρυξέλλες συνδέουν τη δράση του σκιώδους στόλου με κινδύνους για την ασφάλεια, την ενεργειακή σταθερότητα και το θαλάσσιο περιβάλλον.

Αξιωματούχοι επισημαίνουν ότι η χρήση παλαιών και ανεπαρκώς συντηρημένων πλοίων αυξάνει τον κίνδυνο ατυχημάτων και πετρελαιοκηλίδων, ιδιαίτερα σε πολυσύχναστες θαλάσσιες οδούς. Τυχόν σοβαρό περιστατικό θα μπορούσε να έχει σημαντικές περιβαλλοντικές και οικονομικές επιπτώσεις για παράκτια κράτη, συμπεριλαμβανομένων χωρών της ΕΕ.

Αναλυτές εκτιμούν ότι οι νέες κυρώσεις αναμένεται να δυσκολέψουν περαιτέρω τη λειτουργία του σκιώδους στόλου, αυξάνοντας το κόστος μεταφοράς και περιορίζοντας τις διαθέσιμες υπηρεσίες και διαδρομές. Ωστόσο, επισημαίνουν ότι η αποτελεσματικότητα των μέτρων θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη συνεργασία τρίτων χωρών και από την αυστηρή εφαρμογή των κανόνων από τα κράτη-μέλη.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση διαμηνύει ότι θα συνεχίσει να προσαρμόζει το καθεστώς κυρώσεων, παρακολουθώντας στενά τις εξελίξεις στις διεθνείς αγορές ενέργειας και τις μεθόδους παράκαμψης. Όπως τονίζουν κοινοτικές πηγές, η αντιμετώπιση τέτοιων πρακτικών αποτελεί μια διαρκή διαδικασία που απαιτεί συνεχή πολιτική βούληση και συντονισμό σε διεθνές επίπεδο.