Σύνοδος Κορυφής: H “καυτή πατάτα” των παγωμένων ρωσικών κεφαλαίων

Στις Βρυξέλλες τίθεται το ερώτημα αν και πώς η ΕΕ θα χρησιμοποιήσει τα παγωμένα ρωσικά κεφάλαια ως σανίδα σωτηρίας για την Ουκρανία

Kρίσιμες ώρες για τον Ζελένσκυ στις Βρυξέλλες, καθώς η Ουκρανία ξεμένει από λεφτά και μόνη ελπίδα είναι τα ρωσικά παγωμένα κεφάλαια © Χ.com

Σε μία από τις πιο κρίσιμες συνόδους κορυφής των τελευταίων ετών, οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης βρίσκονται αντιμέτωποι –αλλά και διχασμένοι– με ένα πολιτικό, νομικό και οικονομικό δίλημμα, που μπορεί να καθορίσει όχι μόνο το μέλλον της Ουκρανίας, αλλά και την ίδια τη συνοχή, το κύρος και την αξιοπιστία της Ευρώπης.

Στο επίκεντρο των συζητήσεων στις Βρυξέλλες βρίσκεται το ερώτημα αν —και πώς— η ΕΕ θα χρησιμοποιήσει τα παγωμένα ρωσικά κρατικά κεφάλαια για να χρηματοδοτήσει ένα τεράστιο δάνειο προς το Κίεβο.

Η πρόταση που βρίσκεται στο τραπέζι είναι φιλόδοξη αλλά εξαιρετικά περίπλοκη: η Ευρωπαϊκή Ένωση να αξιοποιήσει τα περίπου 210 δισ. ευρώ ρωσικών αποθεματικών που έχουν δεσμευτεί μετά την εισβολή στην Ουκρανία, κυρίως μέσω της βελγικής χρηματοπιστωτικής πλατφόρμας Euroclear, ώστε να χορηγήσει στην Ουκρανία ένα δάνειο ύψους έως και 90 δισ. ευρώ για την περίοδο 2026-2027.

Πώς θα λειτουργεί το σχέδιο

Σε αντίθεση με μια άμεση κατάσχεση, την οποία πολλοί θεωρούν νομικά επισφαλή και πολιτικά εκρηκτική, το σχέδιο προβλέπει έναν έμμεσο μηχανισμό. Η ΕΕ θα δανειστεί με εγγύηση τα παγωμένα ρωσικά κεφάλαια και θα μεταφέρει τα χρήματα στην Ουκρανία. Η αποπληρωμή του δανείου θα γίνει μόνο εφόσον —και όταν— η Ρωσία συμφωνήσει να καταβάλει πολεμικές αποζημιώσεις για τις τεράστιες καταστροφές που έχει προκαλέσει.

Σε όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, τα ρωσικά κεφάλαια θα παραμείνουν, τυπικά, ιδιοκτησία της Μόσχας. Αυτό είναι το βασικό επιχείρημα όσων υποστηρίζουν ότι δεν πρόκειται για «δήμευση», αλλά για αξιοποίησή τους στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου.

Οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ενωσης προσανατολίζονται στην πρόταση δανείου αποζημιώσεων προς την Ουκρανία, με εγγύηση τα ταμειακά υπόλοιπα που συνδέονται με τα παγωμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία, σύμφωνα με προσχέδιο εγγράφου που είδε το Reuters.

Το προσχέδιο προβλέπει ότι οι ευρωπαϊκοί θεσμοί θα κληθούν να υιοθετήσουν επειγόντως τα αναγκαία χρηματοοικονομικά εργαλεία για τη σύσταση του μηχανισμού.

Το κείμενο περιλαμβάνει σειρά προϋποθέσεων, όπως ο πλήρης σεβασμός των συμβατικών υποχρεώσεων έναντι των κατόχων των περιουσιακών στοιχείων, η ίση μεταχείριση, η συμμόρφωση με τις διμερείς συμφωνίες προστασίας επενδύσεων, καθώς και η δέσμευση ότι τα κεφάλαια θα στηρίζουν τόσο την ευρωπαϊκή όσο και την ουκρανική αμυντική βιομηχανία.

Σύμφωνα με το ίδιο έγγραφο, οι ηγέτες της Ε.Ε. επιδιώκουν το δάνειο να αρχίσει να παρέχει χρηματοδοτική στήριξη στην Ουκρανία από το δεύτερο τρίμηνο του 2026, καλύπτοντας και στρατιωτικές ανάγκες της χώρας.

Η σχετική αναφορά στο δάνειο αποζημιώσεων βρίσκεται εντός αγκυλών στο προσχέδιο, ένδειξη ότι η πρόταση δεν έχει ακόμη υιοθετηθεί και παραμένει αντικείμενο διαπραγματεύσεων, με πιθανές τροποποιήσεις, καθώς συνεχίζονται οι συζητήσεις.

Γιατί το θέμα επείγει

Η χρονική συγκυρία δεν είναι τυχαία. Η Ουκρανία αντιμετωπίζει μια δραματική χρηματοδοτική ασφυξία. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το Κίεβο χρειάζεται περίπου 136 δισ. ευρώ μέσα στα επόμενα δύο χρόνια για να συνεχίσει να πληρώνει στρατό, δημόσιους υπαλλήλους, εκπαιδευτικούς και να διατηρεί βασικές κρατικές λειτουργίες.

Την ίδια στιγμή, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν παγώσει νέα στρατιωτική βοήθεια, καθώς ο Ντόναλντ Τραμπ υιοθετεί έναν πιο «διαμεσολαβητικό» και συναλλακτικό ρόλο, προκαλώντας ανησυχία στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Η Ευρώπη καλείται πλέον να καλύψει ένα τεράστιο κενό, την ώρα που πολλές χώρες αντιμετωπίζουν δημοσιονομικούς περιορισμούς, πολιτική κόπωση και κοινωνικές αντιδράσεις.

Οι φόβοι για την ευρωζώνη

Παρά τη γεωπολιτική πίεση, οι αντιστάσεις στο σχέδιο παραμένουν ισχυρές. Κυβερνήσεις όπως της Γαλλίας και, μέχρι πρόσφατα, της Γερμανίας, φοβούνταν ότι οποιαδήποτε χρήση ρωσικών κρατικών αποθεμάτων θα μπορούσε να πλήξει την εμπιστοσύνη των διεθνών επενδυτών στο ευρώ και στο ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Η στάση του Βερολίνου, ωστόσο, άλλαξε το φθινόπωρο, όταν ο καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς τάχθηκε ανοιχτά υπέρ του σχεδίου, εκτιμώντας ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τη σταθερότητα της Ευρώπης δεν είναι η χρηματοπιστωτική αναταραχή, αλλά η συνέχιση της ρωσικής επιθετικότητας.

Το βέτο του Βελγίου

Ο βασικός «πονοκέφαλος» των Βρυξελλών ακούει στο όνομα Βέλγιο. Η χώρα φιλοξενεί την Euroclear, όπου βρίσκεται το μεγαλύτερο μέρος των παγωμένων ρωσικών κεφαλαίων, και φοβάται ότι θα βρεθεί στο επίκεντρο μιας νομικής καταιγίδας.

Η Μόσχα έχει ήδη κινηθεί επιθετικά, με την Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας να διεκδικεί αποζημιώσεις εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων και τον Βλαντίμιρ Πούτιν να μιλά ανοιχτά για «κλοπή». Παράλληλα, το Κρεμλίνο έχει διευκολύνει, μέσω προεδρικών διαταγμάτων, την κατάσχεση δυτικών περιουσιακών στοιχείων στη Ρωσία, ως αντίποινα.

Η βελγική κυβέρνηση απαιτεί «σιδερένιες εγγυήσεις» ότι δεν θα επωμιστεί μόνη της το κόστος πιθανών αγωγών ή κατασχέσεων σε τρίτες χώρες, όπως η Κίνα ή το Καζακστάν. Χωρίς πλήρη κάλυψη από τα υπόλοιπα κράτη-μέλη, το Βέλγιο δηλώνει πως δεν συναινεί.

Τα δύο στρατόπεδα και η στάση της Γερμανίας

Το κεντρικό δίλημμα που διχάζει την Ευρώπη αφορά την πηγή της χρηματοδότησης. Από τη μία πλευρά, η Γερμανία, υποστηριζόμενη από τις σκανδιναβικές και τις ανατολικοευρωπαϊκές χώρες, επιμένει σθεναρά στο σχέδιο αξιοποίησης των παγωμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων.

Ο Γερμανός καγκελάριος, Φρίντριχ Μερτς, υποστήριξε χθες πως η χρήση αυτών των πόρων είναι ο μόνος τρόπος «για να βοηθήσουμε στον τερματισμό αυτού του πολέμου το συντομότερο δυνατό».

Ο καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς σκοπεύει να συμμορφωθεί με την απαίτηση του Βελγίου και να διαθέσει τα περιουσιακά στοιχεία που κατέχει η ρωσική κεντρική τράπεζα στη Γερμανία για την υποστήριξη της Ουκρανίας, μετέδωσε πριν από λίγο το γερμανικό πρακτορείο ειδήσεων dpa, επικαλούμενο πηγές προσκείμενες στις διαπραγματεύσεις που διεξάγονται στις Βρυξέλλες.

Η γερμανική κυβέρνηση δεν έχει έως τώρα αποκαλύψει το ακριβές ποσό των χρημάτων της ρωσικής κεντρικής τράπεζας που βρίσκονται στη Γερμανία. Η μόνη δημόσια δήλωση που δημοσιεύθηκε πρόσφατα είναι ότι περιουσιακά στοιχεία συνολικού ύψους περίπου 3,5 δισεκατομμυρίων ευρώ έχουν παγώσει ή ακινητοποιηθεί σε σχέση με τον επιθετικό πόλεμο της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας. Αυτό περιλαμβάνει παγωμένα κεφάλαια και οικονομικούς πόρους που ανήκουν σε καταχωρημένα άτομα ή οντότητες, καθώς και «ξένα περιουσιακά στοιχεία της ρωσικής κεντρικής τράπεζας που υπόκεινται σε απαγόρευση συναλλαγών».

Ο καγκελάριος Μερτς και πολλοί άλλοι κορυφαίοι πολιτικοί της ΕΕ ελπίζουν ότι το σχέδιο μπορεί να εγκριθεί στην τελευταία τακτική σύνοδο κορυφής της ΕΕ του έτους.

Σε περίπτωση που τα παγωμένα ρωσικά κεφάλαια χρειαστεί απροσδόκητα να αποδεσμευτούν, ως αποτέλεσμα π.χ. διεθνών δικαστικών αποφάσεων ή διακανονισμών, το σχέδιο ορίζει ότι τα κράτη μέλη της ΕΕ θα παρέχουν εγγυήσεις που θα επιτρέπουν στα επηρεαζόμενα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να αποπληρώσουν αμέσως τα κεφάλαια στη Ρωσία. Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι αυτό θα ήταν πολύ πιο εύκολο να παρουσιαστεί στους πολίτες της ΕΕ από ό, τι η έκδοση νέου ευρωπαϊκού χρέους ειδικά για την Ουκρανία.

Πηγές της γερμανικής κυβέρνησης δήλωσαν σήμερα το απόγευμα σχετικά με την κατάσταση των διαπραγματεύσεων ότι υπήρξε πρόοδος και ότι τα πράγματα κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση. Πρόσθεσαν ωστόσο ότι δεν έχουν ακόμη επιτύχει τον στόχο τους.

Plan B στο δεύτερο στρατόπεδο

Στον αντίποδα, η Ιταλία και το Βέλγιο ηγούνται μιας σκληρής αντίστασης, προτείνοντας ένα εναλλακτικό «Σχέδιο Β». Αυτό βασίζεται στην έκδοση κοινού χρέους της ΕΕ, το οποίο θα είναι εγγυημένο από τον κοινό προϋπολογισμό. Η Ιταλίδα πρωθυπουργός, Τζόρτζια Μελόνι, εξέφρασε έντονες επιφυλάξεις για τους «πιθανούς κινδύνους» που εγκυμονεί η αξιοποίηση των ρωσικών περιουσιακών στοιχείων, φοβούμενη νομικές και οικονομικές επιπτώσεις.

Αυτή η αντιπαράθεση έχει προκαλέσει ένα οδυνηρό déjà vu στους διαδρόμους των Βρυξελλών. «Οι πιο κοντινές καταστάσεις σε αυτό που συμβαίνει τώρα είναι η οικονομική κρίση του 2012-2013 και η διάσωση της Ελλάδας το 2015», δήλωσε ανώτερος διπλωμάτης της ΕΕ, υπογραμμίζοντας ότι η ιδέα του κοινού χρέους παραμένει «ανάθεμα» για τις δημοσιονομικά πειθαρχημένες βόρειες χώρες.

Αντίθετα, το σχέδιο των ρωσικών κεφαλαίων μπορεί να εγκριθεί με ειδική πλειοψηφία, γεγονός που το καθιστά, σύμφωνα με αρκετούς ηγέτες, τη μοναδική ρεαλιστική επιλογή.

Το διακύβευμα για την Ευρώπη

Αν η σύνοδος κορυφής καταλήξει χωρίς συμφωνία, το πλήγμα για την ευρωπαϊκή αξιοπιστία θα είναι βαρύ. Η Ένωση θα εμφανιστεί ανίκανη να στηρίξει μια χώρα που βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της ευρωπαϊκής ασφάλειας, την ώρα που οι ΗΠΑ επαναπροσδιορίζουν τον ρόλο τους.

Όπως προειδοποίησε ο Γερμανός καγκελάριος, μια αποτυχία θα έστελνε το μήνυμα ότι η Ευρώπη δεν μπορεί να δράσει ενωμένα σε μια ιστορική στιγμή. Και για την Ουκρανία, ο χρόνος απλώς δεν υπάρχει.

Ακόμη κι αν υπάρξει συμφωνία, οι δυσκολίες δεν τελειώνουν. Η μετατροπή της πολιτικής απόφασης σε νομικό και χρηματοδοτικό μηχανισμό απαιτεί χρόνο, ενώ το κόστος ανοικοδόμησης της Ουκρανίας εκτιμάται ήδη σε πάνω από 500 δισ. ευρώ.

Το ερώτημα, λοιπόν, που πλανάται πάνω από τις Βρυξέλλες δεν είναι μόνο αν η Ευρώπη μπορεί να χρησιμοποιήσει τα παγωμένα ρωσικά κεφάλαια. Είναι αν μπορεί να αντέξει το πολιτικό και ιστορικό κόστος του να μην το κάνει.