Πέθανε ο επιχειρηματίας Πάνος Μαρινόπουλος

Ο Πάνος Μαρινόπουλος έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 74 ετών. Το τελευταίο χρονικό διάστημα αντιμετώπιζε σοβαρό πρόβλημα υγείας

Έφυγε σε ηλικία 74 ετών ο Πάνος Μαρινόπουλος © ΔΤ

Την τελευταία του πνοή, από ανοξαιμική εγκεφαλοπάθεια, άφησε ο επιχειρηματίας Πάνος Μαρινόπουλος. Το τελευταίο χρονικό διάστημα αντιμετώπιζε σοβαρό πρόβλημα υγείας. Η κηδεία του επιχειρηματία είναι προγραμματισμένη αυτό το Σάββατο στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών.

Ο Πάνος Μαρινόπουλος ήταν μέλος της ομώνυμης οικογένειας, η οποία δραστηριοποιήθηκε για δεκαετίες στους κλάδους του λιανεμπορίου μέσω της ομώνυμης αλυσίδας σούπερ μάρκετ. Ήταν 74 ετών και είχε αποκτήσει δύο παιδιά με την Ιωάννα Μαρινοπούλου.

Ο Πάνος Μαρινόπουλος ήταν μία από τις εμβληματικές προσωπικότητες στον χώρο των σούπερ μάρκετ. Ήταν ο άνθρωπος που συνέπραξε εμπορικά με την Condinent, μία κίνηση η οποία την εποχή που πραγματοποιήθηκε, έφερε νέα δεδομένα στον χώρο των σούπερ μάρκετ και του λιανεμπορίου στην Ελλάδα.

Μετά την εξαγορά που έγινε στο εξωτερικό της Continent από την Carrefour, δημιουργήθηκε ένα καινούργιο επιχειρηματικό σχήμα όπου στην Ελλάδα συμμετείχε κατά 50% ο όμιλος Μαρινόπουλου και 50% ο γαλλικός όμιλος, δηλαδή η Carrefour, γεγονός που σηματοδότησε την πρώτη αλλά και σημαντικότερη περίοδο δραστηριοποίησης των Γάλλων στην Ελλάδα.

Η «αυτοκρατορία» της οικογένειας Μαρινόπουλου

Από ένα μικρό φαρμακείο στην Ομόνοια, που άνοιξε το 1893, οι επιχειρηματικές δραστηριότητες της οικογένειας Μαρινόπουλου εξελίχθηκαν σε έναν από τους μεγαλύτερους επιχειρηματικούς ομίλους της χώρας. Με το πέρασμα των δεκαετιών ο όμιλος επεκτάθηκε σε πολλούς τομείς, δημιουργώντας φαρμακοβιομηχανία, συνεργασίες με διεθνή brands ένδυσης όπως οι Gap και Marks & Spencer, αλλά και φέρνοντας στην Ελλάδα την αλυσίδα Starbucks, μεταξύ άλλων.

Ο Πάνος Μαρινόπουλος, για πολλά χρόνια από τις κεντρικές φυσιογνωμίες της οικογένειας, είχε μοιράσει τη ζωή του μεταξύ Ελλάδας και ΗΠΑ, όπου διατηρούσε σημαντική ακίνητη περιουσία.

Για πάνω από μισό αιώνα, από το 1962 έως το 2016, η Μαρινόπουλος Α.Ε. αποτέλεσε τη μεγαλύτερη αλυσίδα λιανικής και χονδρικής στην Ελλάδα, με δραστηριότητες σε τρόφιμα, ένδυση, ηλεκτρικές συσκευές και ποτά, και έδρα τον Άλιμο. Στις αρχές του 2015 το δίκτυό της αριθμούσε 749 καταστήματα σε όλη τη χώρα, φτάνοντας στο απόγειό του τα 906 σημεία πώλησης. Παράλληλα, από το 2005 είχε παρουσία και στην Κύπρο.

Από το πρώτο σούπερ μάρκετ μέχρι την κορυφή

Η ιστορία της εταιρείας ξεκίνησε το 1961, όταν η οικογένεια άνοιξε το πρώτο σούπερ μάρκετ στην Ελλάδα, στη συμβολή Κανάρη και Μηλιώνη στο Κολωνάκι. Η επιχειρηματική της δράση στις λιανικές πωλήσεις εδραζόταν πάνω σε ήδη στέρεες βάσεις, αφού από το 1893 δραστηριοποιούνταν έντονα στη φαρμακευτική αγορά, με αποκορύφωμα τη δημιουργία της ΦΑΜΑΡ το 1948.

Η δεκαετία του ’60 και ’70 σηματοδότησε ταχεία ανάπτυξη καθώς σε συνεργασία με τη γαλλική Prisunic, ο όμιλος Μαρινόπουλου προχώρησε στο άνοιγμα νέων καταστημάτων και, το 1973, τη δημιουργία της ιδιαιτέρως χαρακτηριστικής μασκότ με την ονομασία, «Πι-Μι». Στα τέλη της δεκαετίας του ’70 ο όμιλος είχε ήδη 14 καταστήματα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.

Ακολούθησαν διαδοχικές εξαγορές που ενίσχυσαν το αποτύπωμα της εταιρείας σε όλη τη χώρα και συγκεκριμένα αυτές της Τρέσκο (1989), η επέκταση στην Κρήτη, η εξαγορά της Πασχαλίδης στη Μακεδονία (1992).

Υπεραγορές και διεθνείς συνεργασίες

Το 1993 η συνεργασία με την Continent Hellas έφερε στην Ελλάδα το μοντέλο των μεγάλων καταστημάτων σούπερ μάρκετ. Το πρώτο Continent άνοιξε στον Άλιμο το 1991, ενώ ακολούθησαν και άλλα στη Θεσσαλονίκη και την Αττική.

Η πιο καθοριστική συνεργασία πραγματοποιήθηκε το 1999, όταν ο όμιλος Μαρινόπουλος ένωσε τις δυνάμεις με τη γαλλική Carrefour. Τότε δημιουργήθηκε ο κοινός όμιλος Carrefour Μαρινόπουλος, ο οποίος προέβη σε απορρόφηση των Continent και Dia, καθώς και σε σειρά εξαγορών μικρότερων αλυσίδων, όπως τα Ξυνός, Πειραϊκόν, Λαλιώτης και Κρόνος.

Το 2012 η Carrefour αποχώρησε από την ελληνική αγορά, με την οικογένεια Μαρινόπουλου να αναλαμβάνει πλήρως τον έλεγχο, διατηρώντας όμως τα σήματα υπό καθεστώς δικαιοχρησίας έως το 2016.

Η κατάρρευση

Από το 2015 και μετά, η εταιρεία άρχισε να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα ρευστότητας. Η αδυναμία πληρωμής προμηθευτών οδήγησε σε ελλείψεις προϊόντων και σε χιλιάδες ακάλυπτες επιταγές. Το οικονομικό άνοιγμα προς πιστωτές έφτασε το 1,49 δισ. ευρώ τον Ιούνιο του 2016.

Παρά τις προσπάθειες αναδιάρθρωσης και την υιοθέτηση νέας εμπορικής ταυτότητας το 2016, η κατάσταση δεν αναστράφηκε. Η εταιρεία κατέθεσε αίτηση υπαγωγής στο άρθρο 99 του πτωχευτικού κώδικα τον Ιούνιο του ίδιου έτους, αναζητώντας προστασία από τους πιστωτές.

Η διάσωση από τον Σκλαβενίτη

Τελικά, τον Οκτώβριο του 2016 εκδηλώθηκε επίσημα ενδιαφέρον από τον όμιλο Σκλαβενίτη για την εξαγορά και διάσωση του δικτύου. Μετά από μακρές διαπραγματεύσεις με τράπεζες και προμηθευτές, η συμφωνία ολοκληρώθηκε. Η εξαγορά εγκρίθηκε από τη Δικαιοσύνη στις 16 Ιανουαρίου 2017 και λίγες ημέρες αργότερα από την Επιτροπή Ανταγωνισμού, βάζοντας τέλος σε ένα από τα μεγαλύτερα επιχειρηματικά σίριαλ της σύγχρονης Ελλάδας.