Το κοτόπουλο σε τροχιά ανάπτυξης: Πώς η Πίνδος άφησε πίσω Νιτσιάκο και Αμβροσιάδη στην αγορά

Επένδυση ύψους 70 εκατ. ευρώ στην πενταετία 2025-2030 σχεδιάζει ο Αγροτικός Πτηνοτροφικός Συνεταιρισμός Πίνδος. Οι εξαγωγές

Τα πτηνοτροφεία του αγροτικού συνεταιρισμού «Πινδος» © pindos-apsi.gr/

Σε νέο επενδυτικό πρόγραμμα ύψους 70 εκατ. ευρώ για την πενταετία 2025-2030 προχωράει ο Αγροτικός Πτηνοτροφικός Συνεταιρισμός Πίνδος, με σκοπό να ενισχύσει τη θέση του στον κλάδο της πτηνοτροφίας. Οι επενδύσεις αυτές προορίζονται για τη δημιουργία νέου εκκολαπτηρίου, την επέκταση της μονάδας έτοιμων ψημένων προϊόντων, την ενίσχυση των γραμμών παραγωγής ζωοτροφών και πτηνοσφαγείου, την αγορά ηλεκτρικών μεταφορικών μέσων, την ψηφιοποίηση των διαδικασιών, τη δημιουργία νέων πτηνοτροφικών μονάδων, την ολοκλήρωση του προγράμματος net metering και την εγκατάσταση συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας (μπαταρίες), καθώς και την κατασκευή μονάδας βιοαερίου ισχύος 2MW. Το διάστημα 2020-2024 υλοποίησε πλάνο επενδύσεων 45 εκατ. ευρώ με τη δημιουργία, μεταξύ άλλων, της νέας μονάδας έτοιμων ψημένων προϊόντων κοτόπουλου, με νέα γραμμή παραγωγής, νέα κέντρα διανομής, καθώς και νέα γραφεία.

Πρώτη σε μερίδια αγοράς σε όγκο έναντι Νιτσιάκου και Αμβροσιάδη

Από πλευράς μεριδίων η Πίνδος κατέχει την πρώτη θέση στην ελληνική αγορά, με μερίδιο περίπου 32%-33% σε όγκο παραγωγής, σύμφωνα με στοιχεία που μοιράστηκε στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου ο γενικός διευθυντής της, Λάζαρος Τσακανίκας. Ακολουθούν η Νιτσιάκος με 29% και η Αμβροσιάδης με 21%. Σε ό,τι αφορά τη συνολική αξία της αγοράς κοτόπουλου στην Ελλάδα, ανέρχεται σε περίπου 1,3 δισ. ευρώ, ενώ η κατανάλωση εμφανίζει ανοδικές τάσεις, κινούμενη αυξητικά ετησίως κατά περίπου 2% στην Ευρώπη και 3%-4% στην Ελλάδα, καθώς το κοτόπουλο αποτελεί οικονομικότερη επιλογή σε σύγκριση με το μοσχάρι ή τα αμνοερίφια. Ταυτόχρονα, όμως, έρχεται να ικανοποιήσει τις νέες διατροφικές τάσεις των καταναλωτών, οι οποίοι αναζητούν υγιεινότερες διατροφικές επιλογές.

Το 10% της παραγωγής εξάγεται

Ο συνεταιρισμός τροφοδοτεί όλες τις μεγάλες επιχειρήσεις εστίασης, αλλά και ένα μεγάλο φάσμα της εκτός σπιτιού κατανάλωσης, ενώ τα προϊόντα του διατίθενται σε 24.000 σημεία πανελλαδικά. Περίπου το 10% της παραγωγής εξάγεται στα Βαλκάνια, τη Μεγάλη Βρετανία και σε αγορές της Μέσης Ανατολής, με ετήσια αξία εξαγωγών περίπου 20 εκατ. ευρώ.

Η παραγωγική δυναμικότητα της Πίνδος βασίζεται σε πτηνοτροφικές μονάδες που εκτείνονται σε 650.000 τετραγωνικά μέτρα, με ετήσια επεξεργασία 100.000 τόνων κοτόπουλου. Σήμερα διαθέτει 400.000 όρνιθες αναπαραγωγής και περίπου 55 εκατομμύρια κοτόπουλα πάχυνσης, απασχολώντας 1.500 εργαζόμενους. Το 2024 ο κύκλος εργασιών της ανήλθε στα 374,46 εκατ. ευρώ, με EBITDA 30,52 εκατ. ευρώ, δανεισμό 31 εκατ. ευρώ και καθαρά κέρδη 19,97 εκατ. ευρώ. Τα κεφάλαια-αποθεματικά εντός του 2024 έφτασαν τα 38,82 εκατ. ευρώ, ενώ οι δαπάνες προσωπικού σε 36,69 εκατ. ευρώ και οι πληρωμές προς τους παραγωγούς σε 36,89 εκατ. ευρώ. Θυμίζουμε ότι ο κύκλος εργασιών για την Πίνδος το 2023 ήταν 356,5 εκατ. ευρώ με αύξηση 5,5%, το EBITDA στα 16,73 εκατ. ευρώ, τα καθαρά κέρδη προ φόρων ήταν στα επίπεδα των 7,17 εκατ. ευρώ και ο δανεισμός στα 54 εκατ. ευρώ.

Σημαντική είναι και η συμβολή της θυγατρικής Αγροζωή, με έδρα την Αρτάκη Ευβοίας, που εξειδικεύεται στην παραγωγή, σφαγή και συσκευασία κοτόπουλου, εμφανίζοντας το 2024 κύκλο εργασιών 30,2 εκατ. ευρώ, EBITDA 2,26 εκατ. ευρώ και μηδενικό δανεισμό.

Περαιτέρω ανάπτυξη οικονομικών μεγεθών και στο πρώτο εξάμηνο του 2025

Τα αποτελέσματα του πρώτου εξαμήνου του 2025 καταγράφουν περαιτέρω ανάπτυξη μεγεθών για την Πίνδος, με αύξηση τοποθετήσεων νεοσών κατά 8,83%, άνοδο παραγωγής κρέατος κατά 10,3%, αύξηση έτοιμων ψημένων προϊόντων κατά 29,3% και τζίρου κατά 9,84%, γεγονός που προδιαγράφει περαιτέρω ενίσχυση της κερδοφορίας.

Με τις νέες επενδύσεις, την ενίσχυση της παραγωγής και τη στροφή σε πράσινες τεχνολογίες, η Πίνδος θέτει τις βάσεις για μια νέα εποχή ανάπτυξης, που θα στηρίξει τόσο τους παραγωγούς και τους εργαζόμενους όσο και την ανταγωνιστικότητα του ελληνικού κοτόπουλου στην εγχώρια και τη διεθνή αγορά.