Με ιστορία που ξεπερνά τα εξήντα χρόνια, η Αμβροσιάδης Κοτόπουλα Ολύμπου, με έδρα την Πιερία, προγραμμάτισε και υλοποιεί επενδύσεις 105 εκατομμυρίων ευρώ έως και το 2032.
Συνολικά, οι επενδύσεις στη δωδεκαετία 2020-2032 ανέρχονται στα 105 εκατ. ευρώ. Από αυτές, τα 30 εκατ. ευρώ αφορούν την περίοδο 2020-2025, ενώ τα 75 εκατ. ευρώ θα διατεθούν από το 2026 έως το 2032 για νέες παραγωγικές και τεχνολογικές υποδομές.
Η Αμβροσιάδης διαθέτει σήμερα μερίδιο αγοράς 21% στον κλάδο του κοτόπουλου και συνεργάζεται με περίπου 95 παραγωγούς σε όλη τη χώρα. Με βάση αυτό το δεδομένο, η Αμβροσιάδης βρίσκεται στην κορυφαία τριάδα των επιχειρήσεων του ελληνικού πτηνοτροφικού κλάδου, με στόχο να ενισχύσει την παρουσία της, διεκδικώντας μερίδια από τον Πτηνοτροφικό Συνεταιρισμό «Πίνδος» και τη Νιτσιάκος.
Η εταιρεία έχει ενταχθεί στο πρόγραμμα του Ταμείου Ανάκαμψης, στο υποέργο «Καινοτομία και Πράσινη Μετάβαση στη Μεταποίηση Αγροτικών Προϊόντων», με συνολικό επιλέξιμο προϋπολογισμό 12,2 εκατ. ευρώ, ο οποίος υλοποιήθηκε κατά 100%, με υπέρβαση του κόστους και συνολική επένδυση 14,2 εκατ. ευρώ.

Κοτόπουλα Αμβροσιάδης © ΔΤ
Παράλληλα, την περίοδο 2020-2023 ολοκληρώθηκε πρόγραμμα 7 εκατ. ευρώ μέσω του ΥΠΑΑΤ, ενώ με ίδια κεφάλαια επενδύθηκαν σημαντικά ποσά για την κατασκευή νέων πτηνοτροφικών μονάδων δυναμικότητας 1 εκατ. πουλιών ανά παραγωγική περίοδο.
Σύμφωνα με τον Θέμη Αμβροσιάδη, ο οποίος μίλησε από πλευράς της εταιρείας στο powergame.gr, το 2024 αποτέλεσε χρονιά-ορόσημο, καθώς η επιχείρηση πέτυχε ρεκόρ κερδοφορίας και ανάπτυξης. Ο κύκλος εργασιών ανήλθε στα 201,3 εκατ. ευρώ, αυξημένος κατά 13% σε σχέση με το 2023, ενώ τα λειτουργικά κέρδη (EBITDA) ανήλθαν στα 23,1 εκατ. ευρώ. Τα καθαρά κέρδη προ φόρων εκτοξεύθηκαν στα 19,8 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 237% σε σχέση με το 2023, ενώ ο συνολικός δανεισμός της εταιρείας περιορίστηκε στα 19,8 εκατ. ευρώ.
Εξαγορά 39 στρεμμάτων της Αλλατίνη στη Σίνδο
Πρόσφατα η εταιρεία προχώρησε στην εξαγορά των εγκαταστάσεων της Αλλατίνη στη Βιομηχανική Περιοχή Σίνδου, συνολικής έκτασης 39.000 τετραγωνικών μέτρων με στεγασμένους χώρους άνω των 16.000 τετραγωνικών.
Η νέα αυτή επένδυση εντάσσεται στο φιλόδοξο σχέδιο ανάπτυξης, που περιλαμβάνει τον διπλασιασμό της παραγωγικής δυναμικότητας του εκκολαπτηρίου, την επέκταση της μονάδας Rendering με νέο cooker, την κατασκευή νέου μύλου ζωοτροφών δυναμικότητας 30 τόνων ανά ώρα και τη δημιουργία μονάδας παραγωγής έτοιμων προψημένων προϊόντων.
Επιπλέον, προγραμματίζονται η επέκταση του πτηνοσφαγείου με πλήρη ψηφιοποίηση της παραγωγικής διαδικασίας, η κατασκευή νέων πτηνοτροφικών μονάδων στην Πιερία και την Κεντρική Μακεδονία, καθώς και επενδύσεις σε μονάδες πατρογονικών για παραγωγή αυγών, ώστε να επιτευχθεί πλήρης αυτάρκεια και απεξάρτηση από τις εισαγωγές.
Στα σχέδια της εταιρείας περιλαμβάνονται επίσης η δημιουργία μονάδας παραγωγής βιομεθανίου και η είσοδος στην αγορά δημητριακών, αξιοποιώντας τις εγκαταστάσεις της Σίνδου, καθώς και η κατασκευή εργοστασίου τροφών για ζώα συντροφιάς.
Θα ξεπεράσει τα 230 εκατομμύρια ευρώ το 2025
Η θετική πορεία συνεχίζεται και το 2025. Όπως υπογραμμίζει ο Θέμης Αμβροσιάδης, «το πρώτο εννεάμηνο του 2025 δείχνει ότι η χρονιά θα κλείσει με αύξηση τουλάχιστον 14,5%, ξεπερνώντας τα 230 εκατ. ευρώ σε πωλήσεις, ενώ η κερδοφορία θα καταγράψει νέο ιστορικό ρεκόρ». Κατά την ίδια περίοδο οι πωλήσεις αυξήθηκαν κατά 13%, οι τοποθετήσεις νεοσσών κατά 10%, ενώ η παραγωγή ζωοτροφών σημείωσε άνοδο 10,4%.
Η εταιρεία διαθέτει σήμερα μια ολοκληρωμένη παραγωγική και εμπορική υποδομή, που της επιτρέπει να ανταποκρίνεται άμεσα στις ανάγκες της αγοράς. Το σφαγείο της έχει δυναμικότητα σφαγής 40 εκατομμυρίων πτηνών ετησίως, ενώ τα 53 ιδιόκτητα πτηνοτροφεία της παράγουν 10,5 εκατομμύρια πουλιά κάθε χρόνο. Το εκκολαπτήριο της εταιρείας έχει ετήσια εκκόλαψη 35 εκατομμυρίων αυγών, ενώ ο σύγχρονος μύλος ζωοτροφών εξασφαλίζει την πλήρη αυτάρκεια στην παραγωγή.
Παράλληλα, λειτουργεί μονάδα εκμετάλλευσης υποπροϊόντων Rendering, καθώς και εννέα υποκαταστήματα-σημεία πώλησης και διανομής σε Θράκη, Μακεδονία, Θεσσαλία, Αθήνα, Πελοπόννησο, Κρήτη και Ήπειρο. Η εταιρεία απασχολεί μόνιμα 850 εργαζόμενους και 100 εποχιακούς, ενώ συνεργάζεται με δεκάδες παραγωγούς στην Κεντρική Μακεδονία, τη Θεσσαλία και την Ήπειρο.
Η Αμβροσιάδης διατηρεί παρουσία σε όλες τις μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ της Ελλάδας και πραγματοποιεί εξαγωγές σε περισσότερες από δέκα χώρες της Ευρώπης, της Αφρικής και της Άπω Ανατολής.
Σύμφωνα με τον Θέμη Αμβροσιάδη, η εταιρεία εφαρμόζει ένα ολοκληρωμένο μοντέλο βιώσιμης ανάπτυξης, που συνδυάζει την οικονομική πρόοδο με τον σεβασμό προς το περιβάλλον και την κοινωνία. Η εταιρεία έχει επενδύσει 5 εκατ. ευρώ σε σύγχρονες εγκαταστάσεις επεξεργασίας υγρών και στερεών αποβλήτων μέσω συστημάτων βιολογικού καθαρισμού, ενώ από τον Αύγουστο του 2021 λειτουργεί με επιτυχία η μονάδα θερμικής αδρανοποίησης (Rendering), η οποία παράγει προϊόντα για εργοστάσια παραγωγής ιχθυοτροφών και τροφών για κατοικίδια.
Παράλληλα, έχει προχωρήσει σε επενδύσεις για την παραγωγή ενέργειας μέσω των συστημάτων net metering και net billing, καλύπτοντας ήδη το 15% των ενεργειακών αναγκών του σφαγείου, με στόχο την επέκταση του προγράμματος σε όλες τις μονάδες παραγωγής.
«Κρατάμε σταθερές τιμές, παρά τις διεθνείς ανατιμήσεις»
Παρά το αυξημένο κόστος παραγωγής που προκάλεσαν οι διεθνείς ανατιμήσεις στις πρώτες ύλες, η εταιρεία διατηρεί σταθερές τιμές στα προϊόντα της. Όπως επισημαίνει ο Θέμης Αμβροσιάδης, «οι τιμές στα σούπερ μάρκετ παραμένουν στα επίπεδα του 2024, ενώ συχνά είναι χαμηλότερες κατά τις περιόδους προσφορών. Θέλουμε να στηρίξουμε τον Έλληνα καταναλωτή σε μια εποχή οικονομικών πιέσεων».
Η κατανάλωση κοτόπουλου στην Ελλάδα αυξάνεται με ρυθμό 4% ετησίως, διπλάσιο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ενώ το 90% της κατανάλωσης καλύπτεται από εγχώρια παραγωγή, στοιχείο που υπογραμμίζει τη δυναμική και τη σημασία του κλάδου.
Όπως επισημαίνει ο Θέμης Αμβροσιάδης, «η προτεραιότητά μας είναι ο καταναλωτής. Θα συνεχίσουμε να επενδύουμε με στόχο την εξέλιξη και τη βελτίωση, έχοντας πάντα ως γνώμονα τον σεβασμό στο περιβάλλον και την παράδοση. Το Κοτόπουλο Ολύμπου θα συνεχίσει να προσφέρει στον Έλληνα καταναλωτή ένα νόστιμο, υγιεινό και θρεπτικό προϊόν, όπως κάνει η οικογένεια Αμβροσιάδη εδώ και έξι δεκαετίες».