Την ώρα που η οργανωμένη εστίαση στην Ελλάδα παρουσιάζει εμφανή σημάδια κόπωσης, με τους θαμώνες των καταστημάτων να περιορίζουν κατά πολύ τις εξόδους σε εστιατόρια λόγω της αυξημένης τιμής του «καθιστού» γεύματος, δύο όμιλοι πολυεθνικών ταχυφαγείων, οι οποίοι έχουν την ευθύνη του master franchise για τη χώρα μας, διαγράφουν την αντίθετη πορεία. Επεκτείνονται με νέα καταστήματα και βελτιώνουν τις οικονομικές τους επιδόσεις.
Food Plus: Νέα Taco Bell και KFC, παρά την πίεση στο κόστος
Ο όμιλος Food Plus, που διαχειρίζεται στην Ελλάδα τα brands KFC και Taco Bell, κινείται σε τροχιά ανάπτυξης μέσα στο 2025, παρά την εύθραυστη εικόνα της εστίασης. Σύμφωνα με πληροφορίες από τη διοίκηση του ομίλου, το νέο εστιατόριο μεξικάνικου φαγητού Taco Bell στην Πανόρμου, στη συμβολή με την οδό Ριανκούρ -το δεύτερο στην Ελλάδα μετά το πρόσφατο άνοιγμα στο Χαλάνδρι- αναμένεται να λειτουργήσει μέσα στον επόμενο μήνα. Θα πρόκειται για ένα μεγαλύτερο κατάστημα από το ήδη υπάρχον, με περισσότερα καθίσματα από εκείνο του Χαλανδρίου.
Με αυτό το κατάστημα η Food Plus ολοκληρώνει τα ανοίγματα Taco Bell για το 2025, ενώ για το 2026 έχει ήδη πλάνο να λειτουργήσουν 2-3 νέα σημεία, αποκλειστικά στην Αθήνα, με στόχο εντός πενταετίας να φτάσει τα 15 καταστήματα.

Taco Bell © Taco Bell
Αντίστοιχα, στα καταστήματα τηγανητού κοτόπουλου KFC, που επίσης διαχειρίζεται ο όμιλος Food Plus, την Παρασκευή ανοίγει νέο κατάστημα στη Λάρισα, στην Πλατεία Ταχυδρομείου, με το δίκτυο πλέον να αριθμεί 22 σημεία. Για φέτος δεν προβλέπεται άλλη προσθήκη KFC, ωστόσο το 2026 ο όμιλος εξετάζει νέα ανοίγματα τόσο στην Αθήνα όσο και σε πόλεις της περιφέρειας.
Παρά τη γενική υποχώρηση της αγοράς, η Food Plus κινείται ανοδικά. Ο φετινός τζίρος αναμένεται να αγγίξει τα 50 εκατ. ευρώ από 45,62 εκατ. ευρώ το 2024, με τη διοίκηση να τονίζει ότι η ανάπτυξη έρχεται «παρά τις αυξήσεις τιμών σε πρώτη ύλη, ενοίκια και μισθούς», κόστη που προς το παρόν έχουν απορροφηθεί σε σημαντικό βαθμό από την εταιρεία.
PHC: Τα νέα σημεία της Pizza Hut και το πρώτο Burger King εκτός αεροδρομίου
Την ίδια στιγμή, ο κυπριακός όμιλος PHC Franchised Restaurants, του επιχειρηματία Λύσανδρου Ιωάννου, επενδύει δυναμικά στην ελληνική αγορά, διαχειριζόμενος τα brands Pizza Hut, Burger King, Wagamama και Jamie Oliver Kitchen.
Μετά το πρώτο Pizza Hut στο Παγκράτι τον Δεκέμβριο του 2024, η αλυσίδα επεκτείνεται στα Νότια Προάστια. Στις 17 Νοεμβρίου άνοιξε νέο κατάστημα στη Νέα Σμύρνη επί της οδού Ελευθερίου Βενιζέλου 71. Έως τα μέσα Δεκεμβρίου ακολουθεί νέο Pizza Hut στο Χαλάνδρι, στην Εθνικής Αντιστάσεως 39.
Τα νέα καταστήματα της Pizza Hut στην Ελλάδα λειτουργούν με self-service μοντέλο, προσεγγίζοντας το κοινό που επιλέγει οικονομικότερες λύσεις, σε αντίθεση με την πρώτη περίοδο παρουσίας της αλυσίδας στην Ελλάδα, που βασιζόταν σε full service. Στο πλάνο βρίσκονται και νέες τοποθεσίες, όπως Γλυφάδα, Πειραιάς, Περιστέρι και τα Βόρεια Προάστια, με στόχο ένα δίκτυο πλήρους κάλυψης σε όλα τα βασικά σημεία της Αττικής.

Κατάστημα pizza hut © EUROKINISSI/ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ
Το πλάνο ανάπτυξης της Burger King
Παράλληλα, ο όμιλος φέρνει στην Αθήνα το πρώτο Burger King εκτός αεροδρομίων, στην κεντρική πλατεία Χαλανδρίου, διερευνώντας και την παρουσία του στη Γλυφάδα.
Ο κυπριακός όμιλος PHC ήδη αριθμεί 130+ καταστήματα σε Ελλάδα και Κύπρο, κύκλο εργασιών πάνω από 120 εκατ. ευρώ και περισσότερους από 3.000 εργαζομένους. Η είσοδος και η ταχεία ανάπτυξη της Pizza Hut σηματοδοτεί μια «δεύτερη θητεία» μετά το αιφνίδιο κλείσιμο του brand το 2020, όταν η τότε διαχειρίστρια, Food Plus, επικαλέστηκε ανωτέρα βία λόγω πανδημίας.

Burger King © EPA/MAXIM SHIPENKOV
Γιατί τα ταχυφαγεία «τρέχουν» ενώ η εστίαση πιέζεται
Οι δύο όμιλοι κινούνται σε μια περίοδο που το ελληνικό casual dining εμφανίζει πτώση, καθώς το κόστος μιας eξόδου για φαγητό έχει αυξηθεί σημαντικά. Το γρήγορο φαγητό, ωστόσο, παρουσιάζει ανθεκτικότητα και προσελκύει καταναλωτές που αναζητούν σταθερή και χαμηλότερη τιμή, ταχύτητα εξυπηρέτησης, σαφή πρόταση ως προς το brand, ευελιξία delivery μέσω Wolt και e-food.
Η επενδυτική κινητικότητα στον χώρο του quick service δείχνει ότι, σε περιβάλλον πληθωρισμού, τα brands αυτά αποκτούν ευκαιρίες επέκτασης και διείσδυσης σε νέες περιοχές, την ώρα που οι ανεξάρτητες επιχειρήσεις εστίασης «μετρούν» επιβάρυνση από ενοίκια, ενέργεια, μισθούς και πρώτες ύλες.
Έτσι, παρά την κόπωση που εμφανίζει η ευρύτερη αγορά εστίασης, οι πολυεθνικές αλυσίδες γρήγορου φαγητού αποτελούν την εξαίρεση. Επεκτείνονται, επενδύουν, ανοίγουν νέα σημεία και διαβλέπουν περαιτέρω ανάπτυξη σε Αθήνα και περιφέρεια.
Οι όμιλοι Food Plus και PHC κινούνται σε παράλληλη τροχιά, ενισχύοντας τη θέση τους, ενώ ετοιμάζουν την περαιτέρω ανάπτυξη του δικτύου καταστημάτων των εστιατορίων που διαχειρίζονται έως το 2030, σε μια αγορά όπου ο παράγοντας της χαμηλής τιμής φαίνεται ότι αποτελεί βασικό κριτήριο επιλογής για μία μεγάλη μερίδα των πελατών τους.