Σοβαρές ανισότητες σημειώνονται μεταξύ των Ευρωπαίων πολιτών, όσον αφορά στη διατροφή τους, σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της Eurostat. Ειδικότερα, το 2024, το 8,5% του πληθυσμού της ΕΕ δεν είχε την οικονομική δυνατότητα να αγοράσει ένα γεύμα που περιείχε κρέας, ψάρι ή κάποιο αντίστοιχο χορτοφαγικό γεύμα κάθε δεύτερη μέρα, ποσοστό χαμηλότερο κατά 1,0 ποσοστιαία μονάδα σε σχέση με το 2023 (9,5%).
Η διαφορά μεταξύ των κοινωνικών ομάδων είναι σημαντική: μεταξύ των ατόμων που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας, το ποσοστό φτάνει το 19,4%, σχεδόν τριπλάσιο από το 6,4% που καταγράφεται στους πολίτες που δεν κινδυνεύουν άμεσα από φτώχεια. Η εικόνα αυτή δείχνει την έντονη ανισότητα στην πρόσβαση σε βασικά αγαθά και υπογραμμίζει την ευαλωτότητα συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων.
Σε επίπεδο κρατών, η Σλοβακία καταγράφει το υψηλότερο ποσοστό ατόμων σε κίνδυνο φτώχειας που δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά ένα πλήρες γεύμα, με 39,8%, ενώ ακολουθούν η Βουλγαρία (37,7%) και η Ουγγαρία (37,3%). Αντίθετα, οι χαμηλότερες τιμές καταγράφηκαν στην Κύπρο (3,5%) και στην Ιρλανδία και Πορτογαλία (5,1% η κάθε μία). Στην Ελλάδα το ποσοστό ατόμων σε επίπεδο φτώχειας υπολογίζεται σε 34,6%, δηλαδή πάνω από 3 στους 10 Έλληνες πολίτες.
Όπως αναφέρει η Eurostat, η ικανότητα απόκτησης ενός πλήρους γεύματος κάθε δεύτερη μέρα αποτελεί βασικό δείκτη για τον υπολογισμό της σοβαρής υλικής και κοινωνικής στέρησης σε επίπεδο νοικοκυριού. Η παρακολούθηση αυτού του δείκτη εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο της μέτρησης του κινδύνου φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού και χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση της επίτευξης των στόχων κατά της φτώχειας και υπέρ της κοινωνικής ένταξης, όπως προβλέπει το Σχέδιο Δράσης του Ευρωπαϊκού Πυλώνα Κοινωνικών Δικαιωμάτων.