Θερμοκήπια: Η Ελλάδα στη σκιά της Τουρκίας και οι εξαιρέσεις Θεοδωρόπουλου και Πλαστικών Θράκης

Το χαρακτηριστικό παράδειγμα του ομίλου Ευθυμιάδη με τα θερμοκήπια και η επένδυση που δεν έγινε ποτέ. Οι προτάσεις για ανάπτυξη του κλάδου

Ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος © Eurokinissi / ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΣΩΤΗΡΗΣ

Στη σκιά μεγάλων παραγωγικών χωρών στον τομέα της θερμοκηπιακής καλλιέργειας βρίσκεται η Ελλάδα. Μάλιστα, η χώρα μας βρίσκεται όχι μόνο αρκετά πίσω από παραδοσιακές δυνάμεις όπως η Ολλανδία και η Ισπανία, αλλά υπολείπεται σημαντικά της Τουρκίας, σύμφωνα με στοιχεία του ΙΟΒΕ.

Τα ίδια στοιχεία δείχνουν ότι η Ελλάδα είναι πολύ πίσω σε εξαγωγές κηπευτικών σε σύγκριση με άλλες χώρες καθώς διέθεσε 197 εκατ. ευρώ εκτός συνόρων το 2023. Αντίστοιχα η Τουρκία είχε εξαγωγές κηπευτικών αξίας 1,11 δισεκατομμυρίων ευρώ την ίδια χρονιά, η Ολλανδία 7,29 δισεκατομμύρια ευρώ και η Ισπανία 8,53 δισεκατομμύρια ευρώ.

Η παραγωγή ντομάτας σε θερμοκήπια παρουσιάζει σημαντικές διαφορές μεταξύ των χωρών της Ευρώπης.  Και σε αυτόν τον τομέα η Ελλάδα βρίσκεται αρκετά μακριά με παραγωγή περίπου 11 τόνων ανά στρέμμα μέση απόδοση το 2023 και στις χώρες με υψηλή παραγωγή στην Ευρώπη όπως η Πολωνία, το Βέλγιο και η Ολλανδία η απόδοση είναι πάνω από 40 τόνους το στρέμμα το 2023. Επίσης, στην Τουρκία η μέση απόδοση είναι περίπου 16 τόνοι ανά στρέμμα. Στον αντίποδα, υπερτερούμε χωρών όπως η Ιταλία και η Ισπανία.

O «κόφτης» των 500.000 και η επένδυση που δεν έγινε ποτέ

Σημαντικό εμπόδιο στην ανάπτυξη μονάδων θερμοκηπίων, αποτελεί το γεγονός ότι υφίσταται περιορισμός ως προς το ύψος της κρατικής επιχορήγησης στην Ελλάδα στις 500.000 ευρώ, γεγονός το οποίο δεν επιτρέπει παρά την υλοποίηση μικρού βεληνεκούς επενδύσεων. Θυμίζουμε ότι παλαιότερα ο όμιλος Ευθυμιάδη μέσω της εταιρείας Agritex είχε μισθώσει οικόπεδο 130 στρεμμάτων στο Νέο Εράσμιο Ξάνθης, με σκοπό την δημιουργία θερμοκηπίων υδροπονικής καλλιέργειας και την παραγωγή ντομάτας με το brand «Lucia’s Farm» καθώς και άλλων προϊόντων με τη μέθοδο της γεωθερμίας. Η σύμβαση μίσθωσης είχε υπογραφεί με την Αποκεντρωμένη Διοίκηση της περιοχής στις 25 Απριλίου 2017, η επένδυση όμως δεν προχώρησε. Βασική αιτία αποτέλεσε το γεγονός ότι ο αναπτυξιακός νόμος που επεδίωκε η εταιρεία να ενταχθεί δεν χρηματοδοτούσε επενδύσεις άνω των 500.000 ευρώ στον πρωτογενή τομέα.

Οι περιπτώσεις των Θερμοκηπίων Θράκης και της Wonderplant

Εξαιρέσεις αποτελούν τα Θερμοκήπια Θράκης του ομίλου Πλαστικά Θράκης αλλά και η Wonderplant των Σπύρου Θεοδωρόπουλου, Μιχάλη Αραμπατζή, Αχιλλέα Φώλια και Θέμη Μακρή που έχουν αναπτύξει μεγάλες θερμοκηπιακές μονάδες υδροπονικής καλλιέργειας με 260 στρέμματα και 350 στρέμματα αντίστοιχα στην Πετρούσα Δράμας. Μάλιστα, η Wonderplant κατέθεσε πρόσφατα επενδυτικό σχέδιο στις Βρυξέλλες για την ανάπτυξη 300 στρεμμάτων και ύψους 165 εκατομμυρίων ευρώ στην Πτολεμαΐδα, στο πλαίσιο του Σχεδίου Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης για την απολιγνιτοποίηση της Δυτικής Μακεδονίας.

Χαμηλότερης ποιότητας τα ελληνικά θερμοκηπιακά προϊόντα

Σύμφωνα με τον ΙΟΒΕ η ποιότητα των προϊόντων που παράγονται από θερμοκήπια στην Ελλάδα είναι κατώτερη του αναμενόμενου παρά τις ευνοϊκές κλιματικές και εδαφικές συνθήκες της χώρας, ενώ είναι ανεπαρκής ο έλεγχος των παρασίτων και ασθενειών των φυτών αλλά και ο έλεγχος του κλίματος και των θερμοκρασιών. Επιπλέον, είναι αρκετά χαμηλός ο βαθμός πιστοποίησης των καλλιεργούμενων προϊόντων στη χώρα μας.

Σημειώνεται ότι η κυβέρνηση μετά από εξαγγελία του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, στην τελευταία ΔΕΘ, προχωράει στην υλοποίηση δράσης 600 εκατ. ευρώ με 50% από κρατικά κεφάλαια, 35% από τραπεζικό δανεισμό και 15% από ίδια κεφάλαια των επενδυτών. Ωστόσο θυμίζουμε ότι υφίσταται το «ταβάνι» μέγιστης ενίσχυσης στα 500.000 ευρώ για αιτούμενο προϋπολογισμό έως 1 εκατ. ευρώ, γεγονός που δρα περιοριστικά για μεγαλύτερες επενδύσεις.

Στην Ελλάδα υπάρχουν 1.350 στρέμματα θερμοκηπίων υδροπονίας με αξία παραγωγής 64 εκατομμύρια ευρώ και απασχολούν 1.314 άτομα, ωστόσο αποτελούν μόλις το 2% των συνολικών καλλιεργειών στην Ελλάδα και μόλις το 8% των υφιστάμενων θερμοκηπιακών μονάδων.

Η υδροπονία

Η υδροπονία αποτελεί τη μέθοδο καλλιέργειας φυτών χωρίς τη χρήση εδάφους, όπου οι ρίζες φυτών αναπτύσσονται σε υποστρώματα και τροφοδοτούνται με θρεπτικά διαλύματα σε ελεγχόμενο περιβάλλον. Στα πλεονεκτήματα της υδροπονίας είναι η αυξημένη παραγωγικότητα, η περιβαλλοντική βιωσιμότητα με εξοικονόμηση νερού έως και 90%, ενώ μειώνεται η χρήση αγροχημικών και αποφεύγεται η μόλυνση των υπογείων υδάτων. Στην υδροπονία προστατεύονται οι καλλιέργειες από ακραίες καιρικές συνθήκες και ασθένειες.

Ωστόσο στα μειονεκτήματα για μία μονάδα υδροπονικής καλλιέργειας είναι ότι απαιτεί υψηλό κόστος αρχικής επένδυσης, παρουσιάζει υψηλές ενεργειακές ανάγκες για θέρμανση, ψύξη, φωτισμό και αυτοματισμούς. Αναγκαία είναι η ύπαρξη εξειδικευμένης τεχνολογίας και ανθρώπινου δυναμικού, ενώ η συγκεκριμένη μορφή δραστηριότητας είναι δυσπρόσιτη σε μικρούς παραγωγούς με μικρή οικονομική δυνατότητα λόγω υψηλού κόστους.

Στην Ελλάδα οι καλλιέργειες θερμοκηπίου έχουν σημειώσει ανάπτυξη κατά 22% από το 2010 στο 2023. Αντίστοιχα υπήρξε αύξηση στην παραγωγή κατά 10% κατά την ίδια περίοδο. Ωστόσο, ανησυχητικό στοιχείο αποτελεί η μείωση της υπαίθριας καλλιέργειας κηπευτικών, όπου υποχώρησε από το 2010 στο 2023 κατά περίπου 50%.

Κυρίαρχη η ντομάτα στην ελληνική παραγωγή – Μακριά από την Τουρκία η χώρα μας

Τα κύρια προϊόντα που παράγονται σε θερμοκήπιο είναι κηπευτικά όπως ντομάτα και φυλλώδη λαχανικά αλλά και η φράουλα. Η ντομάτα έχει μερίδιο 46% της παραγωγής και ακολουθούν το αγγουράκι και η φράουλα με 19%, ενώ η πιπεριά έχει μερίδιο παραγωγής 15% και το μαρούλι θερμοκηπίου 2%.

Σημειώνεται ότι η ντομάτα θερμοκηπίου στην Ελλάδα την τοποθετεί στην όγδοη θέση της Ευρώπης. Ωστόσο η Τουρκία ξεπέρασε τα 4 εκατομμύρια τόνους το 2023 σε παραγωγή ντομάτας με την Ελλάδα να έχει μόλις 260.000 τόνους.

Ο τομέας των κηπευτικών έχει μεγάλη οικονομική σημασία στην Ελλάδα παρά το γεγονός ότι αποτελούν τα υδροπονικά θερμοκήπια μόλις το 2% των συνολικών καλλιεργούμενων εκτάσεων. Το 17% της παραγωγής το 2023 αφορούσε στα νωπά κηπευτικά. Η Ελλάδα κατατάσσεται ταυτόχρονα στην 7η θέση από πλευράς αξίας σε τιμές παραγωγού, μεταξύ των χωρών της ΕΕ που παράγουν κηπευτικά.

Η συνολική αξία παραγωγής κηπευτικών θερμοκηπίου το 2023 ήταν 454 εκατομμύρια ευρώ. Το εξωτερικό εμπόριο νωπών κηπευτικών σε αξία έχει ενισχυθεί τα τελευταία χρόνια, ενώ το εμπορικό ισοζύγιο παραμένει πλεονασματικό.

Με βάση την εκτίμηση του ΙΟΒΕ το 2024 περίπου 2.200 θέσεις εργασίας στηρίχθηκαν από τον κλάδο των θερμοκηπίων υδροπονίας, ενώ υπό το σενάριο ανάπτυξης επιπλέον 3.500 στρεμμάτων τα επόμενα, θα αυξηθεί η απασχόληση κατά τουλάχιστον 10.000 θέσεις, το μεγαλύτερο μέρος από αυτές στην περιφέρεια.

Σε ό,τι αφορά την Π. Δυτικής Μακεδονίας Θράκης η προσθήκη 700 στρεμμάτων μπορεί να προσθέσει περίπου 2.600 εργαζόμενους και στην Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδος το άνοιγμα σε νέες μελλοντικές επενδύσεις μπορεί να προσεγγίσει τα 600 άτομα.

Η ανάπτυξη της θερμοκηπιακής υδροπονικής γεωργίας θα μπορούσε να οδηγήσει σε αντιστροφή της φθίνουσας παραγωγής κηπευτικών, στην προστασία των καλλιεργειών από ακραίες καιρικές συνθήκες, την ευθυγράμιση με την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία. Επίσης η υδροπονία θα μπορούσε να συμβάλλει στην βελτίωση της ποιότητας, την περιφερειακή ανάπτυξη και παραγωγικότητα, την περιβαλλοντική βιωσιμότητα και τη δημιουργία εξειδικευμένων και μη εξειδικευμένων θέσεων εργασίας.

Οι προτάσεις για ανάπτυξη του κλάδου

Στις προτάσεις πολιτικής που αναλύονται από τον ΙΟΒΕ, είναι να χρηματοδοτηθούν οι υδροπονικές μονάδες από το Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης, η αξιοποίηση πόρων και μέσω του Αναπτυξιακού Νόμου για επιχορηγήσεις άνω του σημερινού ορίου των 500 χιλιάδων ευρώ με τήρηση των κανόνων να παραμείνουν κρατικές οι ενισχύσεις και ανώτατο όριο ποσοστού ενίσχυσης το 50%.

Στον τομέα της ενέργειας θεωρείται απαραίτητη η διασφάλιση της προτεραιότητας σύνδεσης των ΑΠΕ των θερμοκηπίων στο δίκτυο ηλεκτρισμού με στόχο την αυτοκατανάλωση της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας.