Ποιοι κυριαρχούν στην αγορά τυροκομικών στην Ελλάδα

Η ιδιωτική ετικέτα πρώτος παίκτης στα συσκευασμένα τυριά - Τα μερίδια των πρωταγωνιστών στον κλάδο της τυροκομίας

Φέτα © Eurokinissi

Ανθεκτικότητα και ανάπτυξη παρουσιάζει η αγορά των τυροκομικών προϊόντων στην Ελλάδα, όπου τα στοιχεία που έχει το powergame.gr και για το οργανωμένο λιανεμπόριο (σούπερ μάρκετ, σούπερ μάρκετ νησιών και Lidl) αποτυπώνουν καθαρά ποιοι είναι οι μεγάλοι παίκτες του κλάδου. Τα στοιχεία αφορούν στα μερίδια των πρωταγωνιστών του συγκεκριμένου κλάδου της βιομηχανίας για το χρονικό διάστημα από τις αρχές του έτους έως και τις 18 Μαΐου.

Στην κατηγορία των χύδην τυριών (Cheese Bulk), οι συνολικές πωλήσεις έφτασαν τα 279,6 εκατ. ευρώ στην περίοδο αναφοράς, σημειώνοντας αύξηση κατά 3,33% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο. Σε επίπεδο μεριδίων, τις μεγαλύτερες πωλήσεις καταγράφουν τα «ανώνυμα» τυριά, τα οποία πωλούνται στον πάγκο των σούπερ μάρκετ, γεγονός που αντικατοπτρίζει και την τάση που υπάρχει για φθηνότερα προϊόντα από πλευράς των καταναλωτών λόγω της γενικότερης ακρίβειας σε βασικά αγαθά και υπηρεσίες. Ο τζίρος τους ανήλθε στα 51,49 εκατομμύρια ευρώ φέτος, μειωμένος κατά 1,2% και μερίδιο 18,41%.

Πρώτη η φέτα Ήπειρος

Ακολουθεί η Optima (φέτα Ήπειρος) συμφερόντων της οικογένειας Παντελιάδη που έχει επίσης τον όμιλο σούπερ μάρκετ Metro (Metro Cash & Carry και My market) και παραμένει κυρίαρχη στο επώνυμο προϊόν, με πωλήσεις που ξεπερνούν τα 34,6 εκατ. ευρώ με μερίδιο 12,37%, παρά τη μικρή υποχώρηση κατά 0,36% σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2024. Στη δεύτερη θέση βρίσκεται η Friesland Campina (ΝΟΥΝΟΥ) με άνοδο 11,07% και πωλήσεις 25,04 εκατομμυρίων ευρώ (μερίδιο αγοράς 8,95%), ενώ τρίτη κατατάσσεται η Δωδώνη με πωλήσεις 7,7 εκατομμύρια ευρώ και μερίδιο 2,75%, σημειώνοντας αξιοσημείωτη αύξηση κατά 13,65%.

Εξίσου ενδεικτικές είναι οι επιδόσεις επιχειρήσεων όπως η Καράλης, η οποία σημειώνει άνοδο 7,95% με πωλήσεις άνω των 7,4 εκατ. ευρώ (μερίδιο 2,67%) και διατηρεί αποκλειστική συνεργασία με τον Σκλαβενίτη, ενώ αξιοπρόσεκτη είναι και η επίδοση της Βαλμάς, με άνοδο 11,31% στα 6,34 εκατομμύρια ευρώ και μερίδιο 2,26%. Αντίθετα, αρνητική πορεία κατέγραψαν τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας (private label), με πτώση 4,91%.

Η ιδιωτική ετικέτα πρώτος παίκτης στα συσκευασμένα τυριά

Στην κατηγορία των συσκευασμένων τυροκομικών που διατίθενται στα ψυγεία των σούπερ μάρκετ το σύνολο της αγοράς ξεπέρασε τα 221,8 εκατ. ευρώ, με ετήσια αύξηση 12,7%. Οι πρωταγωνιστές εδώ διαφοροποιούνται ελαφρώς: πρώτη σε πωλήσεις αναδεικνύεται ιδιωτική ετικέτα, με μερίδιο αγοράς πάνω από 36% και τζίρο 79,99 εκατομμύρια ευρώ, δείγμα της ανταγωνιστικότητας και της προσήλωσης των καταναλωτών σε οικονομικές επιλογές.

Ακολουθεί και εδώ η Optima, με πωλήσεις που φθάνουν τα 32,6 εκατ. ευρώ (+17,28%) και μερίδιο 14,71%, αμέσως μετά η Δωδώνη με πωλήσεις 8,94 εκατομμύρια ευρώ και μερίδιο 4% ενώ τέταρτη σε κατάταξη εμφανίζεται η ΦΑΓΕ, η οποία κατέγραψε αύξηση 12,2% και πωλήσεις άνω των 8 εκατ. ευρώ, ενώ το μερίδιό της έως και τις 18 Μαΐου του 2025 σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2024 ήταν 3,6%. Σημαντική είναι και η παρουσία της Mondelez International που παράγει το αλειφόμενο τυρί Philadelphia, η οποία κατέγραψε την υψηλότερη ποσοστιαία αύξηση της τάξης του 27,7% στα 8,02 εκατ. ευρώ και το μερίδιό της ανήλθε στο 3,61%. Αμέσως μετά βρίσκεται η Καράλης με πωλήσεις 7,12 εκατ. ευρώ και μερίδιο 3,2% και η Bel που παράγει τα τυριά La Vache qui Rit και Babybel, με πωλήσεις 6,27 εκατ. ευρώ και μερίδιο 2,82%.

Τα δεδομένα δείχνουν μια ισχυρή δυναμική αλλά και κινητικότητα στον κλάδο κάτι που επιβεβαίωσε και η εξαγορά της γαλακτοβιομηχανίας Δωδώνη από τον όμιλο Ελληνικά Γαλακτοκομεία, με τις εταιρείες που επενδύουν στη διαφοροποίηση, την ποιότητα και την εφοδιαστική αλυσίδα να ανταμείβονται. Την ίδια ώρα, η παρουσία προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας αποδεικνύει ότι ο Έλληνας καταναλωτής συνεχίζει να λαμβάνει υπόψη την τιμή, ειδικά σε περίοδο πληθωριστικών πιέσεων. Ο ανταγωνισμός στα τυροκομικά προμηνύεται σκληρός και τα επόμενα χρόνια, με τις μεγάλες βιομηχανίες αλλά και τα μικρότερα τυροκομεία να αναζητούν ισορροπία ανάμεσα στην ποιότητα, την τιμή και την καινοτομία.