Στο πολιτικό ναρκοπέδιο που έχουν διαμορφώσει οι εξελίξεις στον ΟΠΕΚΕΠΕ και στα ΕΛΤΑ κινείται αυτές τις ημέρες η Νέα Δημοκρατία, αναζητώντας τον τρόπο για την υπέρβαση και τη φυγή προς τα εμπρός. Σε σχέση με τα ΕΛΤΑ, η πρώτη φάση ήδη υλοποιείται, με το κλείσιμο καταστημάτων στα αστικά κέντρα, ενώ θα ακολουθήσουν το προσεχές διάστημα ενημέρωση και διάλογος, τόσο για το σκεπτικό πίσω από το κλείσιμο όσο και για τον τρόπο εξυπηρέτησης των πελατών των ΕΛΤΑ στο εξής, όπου δεν υπάρχει φυσικό κατάστημα.
Σε δεύτερη φάση, πιθανότατα με το νέο έτος, θα ολοκληρωθεί το κλείσιμο των περισσότερων από τα 204 καταστήματα, όπως είχε αποφασιστεί από τη διοίκηση των ΕΛΤΑ. Στο ενδιάμεσο η εταιρεία θα πρέπει να υλοποιήσει «έξυπνες» λύσεις, όπως τα τηλεφωνικά ραντεβού των πολιτών με τους ταχυδρόμους και τη δημιουργία πρακτορείων σε βιβλιοπωλεία και μικρά καταστήματα σε επαρχιακές πόλεις και χωριά.
Χθες, σε τηλεδιάσκεψη που έγινε με δεκάδες βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας, ο διευθύνων σύμβουλος των ΕΛΤΑ, Γρηγόρης Σκλήκας, αντιμετώπισε την έντονη κριτική τους, καθώς η πλειονότητα όσων πήραν τον λόγο εξέφρασαν είτε την αντίθεσή τους στο κλείσιμο των υποκαταστημάτων είτε στην επικοινωνιακή διαχείριση του ζητήματος είτε στο χρονοδιάγραμμα που έχει τεθεί είτε σε όλα τα παραπάνω. Σήμερα ο κ. Σκλήκας θα μεταβεί στη Βουλή, όπου έχει προγραμματιστεί στη 1 το μεσημέρι συνεδρίαση για το ζήτημα αυτό, με την παρουσία των υπουργών Οικονομικών, Κυριάκου Πιερρακάκη, και Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Δημήτρη Παπαστεργίου, και των επικεφαλής των ΕΛΤΑ και του Υπερταμείου.
«Οι επικοινωνιακοί χειρισμοί, οι οποίοι έγιναν για την ενημέρωση της κοινής γνώμης και την επεξήγηση του προβλήματος, δεν ήταν καθόλου επαρκείς», είπε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Κωστής Χατζηδάκης, ενώ ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, στάθηκε στην ίδια πτυχή του ζητήματος, λέγοντας ότι «δεν υπάρχει αμφιβολία ότι επικοινωνιακά ήταν άστοχος ο τρόπος που η διοίκηση των ΕΛΤΑ χειρίστηκε αυτό το θέμα, δημιουργώντας μια ανησυχία σε τοπικές κοινωνίες και σε κάποιους βουλευτές, που εν πρώτοις μπορεί να θεωρηθεί δικαιολογημένη, αλλά, αν είχαν προηγηθεί ο διάλογος και η επεξήγηση, θεωρώ ότι οι ανησυχίες ή οι ουσιαστικές αντιδράσεις θα ήταν πολύ λιγότερες, έως και ανύπαρκτες».
Ο κ. Μαρινάκης «έδειξε» επίσης και το δίπολο στο οποίο θα κινηθεί η κυβέρνηση για να αιτιολογήσει την πολιτική μείωσης των καταστημάτων των ΕΛΤΑ ανά την επικράτεια. Το πρώτο σκέλος συνίσταται στο γεγονός, όπως είπε, ότι η παραδοσιακή δραστηριότητα, αυτή του «παλιού» ταχυδρομείου, της φυσικής παρουσίας στο κατάστημα, είναι το 10% της δραστηριότητας των ΕΛΤΑ, η οποία όμως κοστίζει περίπου το 50%. «Όταν το 92% των αποστολών γίνονται κατ’ οίκον, δεν μπορεί να δαπανάται το 50% των πόρων για μια υπηρεσία που δεν ξεπερνά το 10% των προτιμήσεων του κοινού», όπως ανέφερε.
Το δεύτερο σκέλος είναι το δημοσιονομικό, καθώς, όπως σημείωσε, κατά μέσο όρο κάθε τέτοιο κατάστημα κοστίζει 150.000 ευρώ τον χρόνο. Αν πολλαπλασιαστεί αυτό επί 200 καταστήματα, τα οποία θα κλείσουν σε δύο φάσεις, το συνολικό κόστος φτάνει περίπου στα 30 εκατομμύρια, εκτιμούν στο Μέγαρο Μαξίμου.
Την ίδια ώρα, στην εξεταστική επιτροπή για τον ΟΠΕΚΕΠΕ ξεκινούν να καταθέτουν οι υπουργοί Αγροτικής Ανάπτυξης, κάτι που αυξάνει το ενδιαφέρον αλλά και τη δημοσιότητα που θα πάρουν οι εργασίες της επιτροπής. Σήμερα αναμένεται να καταθέσει ο νυν υπουργός, Κώστας Τσιάρας, ώστε στη συνέχεια να ακολουθήσουν κατά σειρά ο Λευτέρης Αυγενάκης αύριο, Τετάρτη, οι Γιώργος Γεωργαντάς και Σπήλιος Λιβανός την Πέμπτη και ο Μάκης Βορίδης την Παρασκευή.
Σήμερα πρέπει να καταθέσει η κυβέρνηση το αναθεωρημένο Action Plan στην Κομισιόν, μια κρίσιμη εξέλιξη για τις πληρωμές χιλιάδων αγροτών. «Υπάρχει μια προσυνεννόηση και πιστεύω -βεβαίως δεν μιλώ εκ μέρους της ΕΕ- ότι θα προχωρήσουμε μπροστά χωρίς αναταράξεις. Το βασικό είναι ότι μέχρι αύριο (σ.σ. σήμερα) πρέπει να κλείσει το θέμα του ΟΣΔΕ, στο οποίο, μέχρι να πάμε το 2026 σε ένα πλήρως καινούργιο σύστημα, αλλάζουν τρία πράγματα, σε σχέση τα γεωχωρικά δεδομένα για τα χωράφια, το σύστημα καταγραφής των ζώων και τον τρόπο διεξαγωγής των ελέγχων. Για τα χωράφια βασιζόμαστε σε ένα έγγραφο της Εφορίας, το ΑΤΑΚ, και για τον αριθμό των ζώων θα βασιστούμε σε τεκμήρια, όπως οι ζωοτροφές που αγόρασαν, το κρέας και το γάλα που πούλησαν», ανέφερε σχετικά ο Κωστής Χατζηδάκης.