Μητσοτάκης: Η Ελλάδα είναι πλέον πάροχος ενεργειακής ασφάλειας για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη

Για τη συμφωνία ανάμεσα σε ExxonMobil, Helleniq Energy και Energean, για την εξόρυξη υδρογονανθράκων στο Βόρειο Ιόνιο, μίλησε ο Μητσοτάκης στην P-TEC

Κυριάκος Μητσοτάκης ©Eurokinissi

Με σαφή αναφορά στο κοινό όραμα Ελλάδας και Ηνωμένων Πολιτειών για φθηνή και ασφαλή ενέργεια, ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, απηύθυνε ομιλία στο Ζάππειο Μέγαρο, κατά την 6η Υπουργική Συνάντηση της Διατλαντικής Συνεργασίας για την Ενέργεια (P-TEC), μία ημέρα μετά τη συμφωνία των Helleniq Energy και Energean με την ExxonMobil για έρευνες στο Ιόνιο. Στο επίκεντρο έθεσε τη μετάβαση της χώρας σε ένα νέο ενεργειακό μοντέλο, την απομάκρυνση από τον λιγνίτη, την επενδυτική δυναμική των ΑΠΕ, αλλά και τη νέα γεωοικονομική θέση της Ελλάδας ως κόμβου φυσικού αερίου και ηλεκτρικής διασύνδεσης στη Νοτιοανατολική Ευρώπη.

«Η Ελλάδα και οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν πρωταρχική ευθύνη να προσφέρουν προσιτή ενέργεια στους πολίτες και στις επιχειρήσεις τους», τόνισε ο πρωθυπουργός, προσθέτοντας ότι «οι δύο χώρες θέλουν να εξασφαλίσουν ενεργειακές πηγές και κρίσιμες πρώτες ύλες απαλλαγμένες από γεωπολιτικά βάρη». Αναφέρθηκε στην ανάγκη «ζωντανών βιομηχανιών, δίκαιου ανταγωνισμού και καινοτομίας», με κοινό στόχο τη μείωση των εκπομπών ρύπων, «ο καθένας με τον δικό του τρόπο».

Υπενθύμισε ότι από το 2019 η κυβέρνηση έλαβε τη στρατηγική απόφαση να απομακρυνθεί από τον λιγνίτη, που κάλυπτε το 60% της ηλεκτροπαραγωγής. «Δεν το κάναμε μόνο για περιβαλλοντικούς λόγους· το κάναμε επειδή ο λιγνίτης ήταν πλέον πολύ ακριβός για εμάς», είπε χαρακτηριστικά. Στρέφοντας το βλέμμα στις Ανανεώσιμες Πηγές, ο κ. Μητσοτάκης επισήμανε ότι η Ελλάδα αξιοποίησε «τα εξαιρετικά ηλιακά και αιολικά αποθέματα» και πως χάρη στις επενδύσεις των τελευταίων ετών οι ΑΠΕ καλύπτουν πάνω από το 50% της ηλεκτροπαραγωγής.

Για πρώτη φορά, όπως σημείωσε, «το 2024 η Ελλάδα έγινε καθαρός εξαγωγέας ηλεκτρικής ενέργειας». Υπενθύμισε ότι «μόνο το 2023 δαπανήσαμε 575 εκατομμύρια ευρώ για εισαγωγές ηλεκτρικού ρεύματος, ενώ το 2024 κερδίσαμε 122 εκατομμύρια από εξαγωγές – μία μεταστροφή 700 εκατομμυρίων ευρώ μέσα σε έναν χρόνο».

Παράλληλα, υπογράμμισε τον ρόλο του φυσικού αερίου στην ασφάλεια εφοδιασμού και την ευελιξία του συστήματος: «Έχουμε ήδη λειτουργία δύο υπερσύγχρονων μονάδων φυσικού αερίου, μία ακόμη υπό κατασκευή και αρκετές σε φάση σχεδιασμού. Αυτές οι μονάδες προσφέρουν την αναγκαία ευελιξία όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για ολόκληρη τη Νοτιοανατολική Ευρώπη».

Ειδική αναφορά έκανε στις ενεργειακές υποδομές, με έμφαση στα δίκτυα μεταφοράς. «Όταν αναλάβαμε, το 2019, οι επενδύσεις στα δίκτυα ηλεκτρισμού ανέρχονταν στα 400 εκατομμύρια ευρώ· πέρυσι το ποσό έφτασε τα 1,5 δισεκατομμύρια», σημείωσε, εξηγώντας ότι το ποσό αυτό «ενίσχυσε την ανθεκτικότητα και προώθησε την καλύτερη χρήση ενέργειας μέσω του ψηφιακού μετασχηματισμού».

Αναφέρθηκε επίσης στο πρόγραμμα διασύνδεσης όλων των νησιών με το ηπειρωτικό σύστημα, έργο ύψους 6 δισ. ευρώ: «Η Κρήτη, το νησί μου, συνδέθηκε πρόσφατα με το δίκτυο και αυτό μας εξοικονομεί σημαντικά ποσά», είπε, προσθέτοντας ότι η κυβέρνηση επενδύει ταυτόχρονα στην αποθήκευση ενέργειας με μπαταρίες και έργα αντλησιοταμίευσης.

Η νέα ενεργειακή εποχή, συνέχισε, στηρίζεται και στην τεχνολογική πρωτοπορία: «Θέλουμε να είμαστε στην πρώτη γραμμή της διερεύνησης νέων τεχνολογιών, ιδιαίτερα της δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα και του υδρογόνου. Το γεγονός ότι είμαστε σταθερός πάροχος χαμηλού κόστους ενέργειας έχει προσελκύσει μεγάλο ενδιαφέρον για επενδύσεις σε data centers».

Για τον πρωθυπουργό, η μεταμόρφωση της χώρας είναι «πολυεπίπεδη». Από το 2022 «υπερτροφοδοτήσαμε» -όπως είπε- το πρόγραμμα ερευνών υδρογονανθράκων. «Είμαστε ιδιαίτερα χαρούμενοι για τη συμφωνία μεταξύ ExxonMobil, HelleniQ Energy και Energean· πρόκειται για την πρώτη ερευνητική γεώτρηση στην Ελλάδα μετά από 40 χρόνια», σημείωσε, συγχαίροντας προσωπικά τον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σταύρο Παπασταύρου, «για τον εξαιρετικό τρόπο με τον οποίο κινήθηκε επί του πεδίου».

Στο φυσικό αέριο, υπογράμμισε τη σημασία των ελληνικών υποδομών και του ρόλου της χώρας ως διαμετακομιστικού κόμβου: «Το 2020 ήμασταν απλώς προορισμός για εισαγωγές· τώρα είμαστε κόμβος. Οι εισροές έφτασαν τα 17 δισ. κυβικά μέτρα και οι εκροές σχεδόν τα 11 δισ.· δηλαδή το μεγαλύτερο μέρος του αερίου που έρχεται στην Ελλάδα δεν μένει στην Ελλάδα».

Αναφέρθηκε στις στρατηγικές υποδομές που διαμόρφωσαν τη νέα ενεργειακή αρχιτεκτονική της περιοχής: τον αγωγό διασύνδεσης Ελλάδας – Βουλγαρίας, που παρείχε «σωτήριες ποσότητες φυσικού αερίου» στη γειτονική χώρα σε δύσκολες συνθήκες, το FSRU Αλεξανδρούπολης, καθώς και τον σταθμό συμπίεσης Κομοτηνής, που αυξάνει τις εξαγωγικές δυνατότητες της χώρας. «Έχουμε γίνει πάροχος ενεργειακής ασφάλειας για ολόκληρη τη Νοτιοανατολική Ευρώπη», είπε χαρακτηριστικά.

Σε αυτό το πλαίσιο τόνισε τη σημασία του Κάθετου Διαδρόμου και των νέων συμφωνιών που θα ανακοινωθούν, σημειώνοντας: «Έχει απόλυτη λογική οι Ηνωμένες Πολιτείες να βλέπουν την Ελλάδα ως σημείο εισόδου για το αμερικανικό LNG που θα καλύψει τις ενεργειακές ανάγκες μιας ολόκληρης περιοχής». Επαναλαμβάνοντας με έμφαση, δήλωσε: «Η Ελλάδα είναι το φυσικό σημείο εισόδου για το αμερικανικό LNG που θα αντικαταστήσει το ρωσικό αέριο στην περιοχή».

Μητσοτάκης: «Να μην επιτρέψουμε να εισέρχεται ρωσικό αέριο από την “πίσω πόρτα” της Τουρκίας»

Ο κ. Μητσοτάκης τόνισε ότι η απαγόρευση του ρωσικού φυσικού αερίου «πρέπει να εφαρμοστεί αυστηρά». «Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε στο ρωσικό αέριο να εισέρχεται στην Ευρώπη από την “πίσω πόρτα” μέσω της Τουρκίας. Διαφορετικά, όλες αυτές οι πρωτοβουλίες θα πάνε χαμένες», υπογράμμισε, προσθέτοντας ότι η Ελλάδα «είναι έτοιμη να συμβάλει μέσω του κάθετου διαδρόμου στη ροή αμερικανικού LNG προς Βουλγαρία, Ρουμανία, Μολδαβία, Ουκρανία, Ουγγαρία και Σλοβακία».

Στο τελευταίο τμήμα της ομιλίας του, ο πρωθυπουργός εστίασε στη στρατηγική της Ευρώπης για την ενεργειακή μετάβαση: «Η μετάβαση πρέπει να είναι οικονομικά βιώσιμη. Το κύριο πρόβλημα για τους πολίτες σήμερα είναι ο πληθωρισμός. Δεν μπορούμε να τους ζητάμε να πληρώνουν διαρκώς υψηλότερο κόστος ενέργειας». Ζήτησε έμφαση σε «πόρους και τεχνολογίες με ανταγωνιστικό κόστος» και «μετάβαση στον κατάλληλο χρόνο» για τους δύσκολους προς απανθρακοποίηση τομείς, όπως η ναυτιλία.

Χαιρέτισε τη «διορθωτική πορεία» της ΕΕ, με την αναβολή του ETS2 κατά έναν χρόνο και τη μεγαλύτερη ευελιξία για τους στόχους του 2040, υπογραμμίζοντας ότι η μετάβαση πρέπει να είναι «τεχνολογικά ουδέτερη». «Δεν μπορούμε να επιλέγουμε εκ των προτέρων νικητές· οι αγορές πρέπει να οδηγήσουν την καινοτομία», είπε.

Κλείνοντας, ο κ. Μητσοτάκης αναφέρθηκε στην ανάγκη ολοκλήρωσης της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς ενέργειας, επισημαίνοντας ότι «οι διαφορές τιμών που βλέπουμε στην Ευρώπη είναι άδικες, οικονομικά αναποτελεσματικές και πολιτικά μη βιώσιμες». Όπως είπε, «πρέπει να δημιουργήσουμε μια πραγματική ενιαία αγορά, που θα ωφελήσει όλους τους Ευρωπαίους πολίτες» και να τοποθετήσουμε την ενεργειακή πολιτική «μέσα σε ένα ευρύτερο στρατηγικό πλαίσιο, που θα διασφαλίζει όχι μόνο την ασφάλεια εφοδιασμού, αλλά και την απασχόληση, τη συνοχή και την αυτονομία».

«Η ενέργεια σήμερα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη γεωπολιτική και τη γεωοικονομία», κατέληξε ο πρωθυπουργός, χαρακτηρίζοντας τη συνάντηση της Αθήνας «κομβική», γιατί -όπως είπε- «μετατρέπει ένα στρατηγικό όραμα σε επιχειρηματική πραγματικότητα» και «συμβολίζει τους διαρκείς δεσμούς Ελλάδας και Ηνωμένων Πολιτειών, που γίνονται κάθε χρόνο ισχυρότεροι και βαθύτεροι».