Η Ευρώπη φημίζεται για τα ταχύτατα γερμανικά αυτοκίνητα, τα γαλλικά τρένα υψηλής ταχύτητας και τα κομψά ιταλικά ταχύπλοα. Ωστόσο, για δεκαετίες το πιο συχνά προτιμώμενο εργαλείο για να περιγράψει τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν το ταπεινό ποδήλατο. Οι φεντεραλιστές σκιαγραφούσαν την Ε.Ε. ως μια εγγενώς ασταθή μηχανή, της οποίας η μόνη πιθανότητα να αποφύγει τη συντριβή ήταν να συνεχίσει να κινείται προς τα εμπρός. Η ιδιοτελής αυτή αναλογία δικαιολογούσε το μανιώδες πετάλ απ’ όσους ονειρεύονταν μια «ολοένα και στενότερη ένωση», ώστε το όλο εγχείρημα να μην αναποδογυρίσει. Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2000 το επιχείρημα ήταν ότι η μεγαλύτερη ένταξη είναι πάντοτε καλύτερη αν βρει τον δρόμο της. Αυτό που κάποτε ήταν ένα μετριοπαθές σύμφωνο μεταξύ έξι χωρών για τη ρύθμιση της παραγωγής άνθρακα και χάλυβα είχε μετατραπεί σε μια πολιτική ένωση 25 χωρών (αργότερα έφτασε τις 28), με κοινό νόμισμα, χωρίς εσωτερικά σύνορα και με το δικαίωμα των πολιτών από τη Λισαβόνα μέχρι τη Λαπωνία να εγκαθίστανται όπου επιθυμούν. Ποιος θα μπορούσε να πει πού θα οδηγούσαν λίγες ακόμη δεκαετίες τέτοιας ελευθεριότητας προς την κατεύθυνση της ηπειρωτικής σύγκλισης;
Σε μια επέτειο που ακριβώς κανείς στις Βρυξέλλες δεν γιορτάζει, η θεωρία της περισσότερης ένταξης ή της καταστροφής υπέστη μια άσχημη διάτρηση πριν από 20 χρόνια αυτόν τον μήνα. Μια «συνταγματική συνθήκη» που πολλοί την ονειρευόταν ως το επόμενο μεγάλο βήμα για την ολοκλήρωση της Ε.Ε. καταψηφίστηκε από τους Γάλλους ψηφοφόρους στις 29 Μαΐου 2005, με ποσοστό 55-45%. Την 1η Ιουνίου οι Ολλανδοί ψηφοφόροι την απέρριψαν με ακόμα μεγαλύτερο ποσοστό. Αυτοί που ήταν πεπεισμένοι ότι η Ε.Ε. είχε μόνο μια ταχύτητα-en avant, toute!-εξέφρασαν τη λύπη τους για το γεγονός ότι η ήττα αυτή θα μπορούσε να οδηγήσει σε σταδιακή αποσύνθεση. Ο πόλεμος που θα έφερνε τους Ευρωπαίους πολίτες σε μεταξύ τους αντιπαράθεση ήταν απλά θέμα χρόνου. Αρχικά θεωρήθηκε υπερβολή, αλλά τελικά αποδείχτηκε εντελώς λάθος. Μετά το 2005 η Ε.Ε. έβαλε στο ράφι τα μεγαλεπήβολα σχέδιά της για μια πιο τεχνοκρατική ζωή – και ως αποτέλεσμα έγινε απίστευτα δημοφιλής στους πολίτες. Όσο πικρή κι αν φάνηκε τότε, η ήττα στις κάλπες έβαλε την Ένωση σε καλύτερη τροχιά.
Στις μέρες μας η ιδέα ενός συντάγματος μνημονεύεται ως ένα αξιοπερίεργο της ευρωπαϊκής ιστορίας. Η Ε.Ε. και οι πρόγονοί της, από την ίδρυσή της το 1957, διέπονται από διακυβερνητικές συνθήκες, νομικά μια βελτιωμένη περιφερειακή εκδοχή του ΟΗΕ. Στις αρχές της δεκαετίας του 2000 ένα νέο κείμενο ήταν αναμφίβολα απαραίτητο για τον εξορθολογισμό των εργασιών της λέσχης μετά από μια περίοδο ταχείας επέκτασης. Η διεύρυνση με δέκα νέες χώρες το 2004, οι περισσότερες από τις οποίες βρίσκονταν στην κεντρική Ευρώπη, απειλούσε να καταστρέψει τα γρανάζια της μηχανής αν δεν αναθεωρούνταν (πολλές εργασίες που απαιτούσαν ομόφωνη συμφωνία των εθνικών κυβερνήσεων της Ε.Ε. έπρεπε να αντικατασταθούν από ψηφοφορίες με ειδική πλειοψηφία). Ωστόσο, ο δεύτερος σκοπός, εξίσου σημαντικός για ορισμένους, ήταν να προικιστεί η Ε.Ε. με τα διακριτικά ενός εθνικού κράτους -εξ ου και το σύνταγμα.
Το έγγραφο είχε καταρτιστεί από μια «συνέλευση» υπό την προεδρία του Valéry Giscard d’Estaing, υπεροπτικού ακόμη και για τα δεδομένα των πρώην Γάλλων προέδρων. Οι παραλληλισμοί με τη γέννηση της Αμερικής ήταν σκόπιμοι. Το προοίμιο του Ευρωσυντάγματος επικαλέστηκε τη «βούληση των πολιτών» ως δικαιολογία γι’ αυτές τις νέες ρυθμίσεις μεταξύ τους (χωρίς να έχει σημασία ότι οι πολίτες γνώριζαν ελάχιστα για αυτή την υποτιθέμενη βούλησή τους). Το κείμενο ξεχείλιζε από σύμβολα που αποσκοπούσαν στην καλλιέργεια της αγάπης των πολιτών για την Ε.Ε. Είχε ήδη ένα άμεσα εκλεγμένο κοινοβούλιο. Τώρα η ένωση θα είχε τη δική της επίσημη σημαία, ύμνο, υπουργό Εξωτερικών και ακόμα και μια ειδική αργία.
Παρά τους συμβολισμούς που περιείχε, το σύνταγμα δεν ήταν μια ομοσπονδιακή υφαρπαγή της εξουσίας. Παρά το γεγονός ότι καταγγέλθηκε ως «σχέδιο τυραννίας» από τη βρετανική Daily Mail, πηγή οργής για το ευρώ, το κείμενο απογοήτευσε όσους ήθελαν, για παράδειγμα, η Ε.Ε. να έχει τις δικές της φορολογικές εξουσίες (ο Economist θεώρησε ότι το κείμενο ήταν συγκεχυμένο και συνέστησε την απόρριψή του στον πλησιέστερο κάδο απορριμμάτων). Το γαλλικό non και το ολλανδικό nee δεν ήταν αρκετά για να στείλουν τη μηχανή εντελώς εκτός πορείας. Μέχρι το 2009 μεγάλο μέρος των 450 σελίδων του συντάγματος -το λακωνίζειν δεν ήταν ένα από τα δυνατά σημεία του Giscard- είχε ανακυκλωθεί στη συνθήκη της Λισαβόνας, η οποία ενσωμάτωσε τις περισσότερες διατάξεις του σε μια τεράστια τροποποίηση δύο συνθηκών της Ε.Ε. που ήταν ήδη σε ισχύ. Η ένωση εμβαθύνθηκε κάπως ως αποτέλεσμα, δίνοντας, για παράδειγμα, στο κοινοβούλιο της λίγο περισσότερες εξουσίες. Ωστόσο, οτιδήποτε έμοιαζε με συμβολισμό, έμεινε στο πάτωμα του κοπτηρίου. Η θέση του υπουργού Εξωτερικών αντικαταστάθηκε με την περίεργα ηχηρή ονομασία «Ύπατος Εκπρόσωπος/Αντιπρόεδρος» για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής.
Ακόμα χειρότερα, το αποτυχημένο συνταγματικό κόλπο επέτρεψε σε ένα νέο είδος ευρωσκεπτικισμού να ριζώσει. Οι αστικές και ανώτερες τάξεις είχαν υποστηρίξει την Ε.Ε. στα δημοψηφίσματα της Γαλλίας και της Ολλανδίας. Οι αγροτικές και εργατικές τάξεις όχι. Οι λαϊκιστές κατήγγειλαν την υιοθέτηση των περισσότερων ρητρών του συντάγματος από την πίσω πόρτα. Η Marine Le Pen στη Γαλλία το χαρακτήρισε «τη χειρότερη προδοσία από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο». Οι Βρυξέλλες δεν αποτίναξαν ποτέ από πάνω τους τη ρετσινιά ότι πρόκειται για ένα σχέδιο των ελίτ.
Οι ψηφοφόροι στην Ιρλανδία και τη Δανία είχαν προηγουμένως απορρίψει τις συνθήκες της Ε.Ε. -προτού αναγκαστούν να ψηφίσουν ξανά. Το γεγονός ότι δύο από τα έξι ιδρυτικά μέλη της απέρριψαν το σύνταγμα ήταν ένα διαφορετικό θέμα. Οι ψηφοφορίες «έφεραν τη διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης σε μια απότομη και μόνιμη παύση», λέει ο Jean-Claude Piris, ο οποίος υπηρέτησε επί δεκαετίες ως κορυφαίος δικηγόρος της Ε.Ε. και βοήθησε στη σύνταξη των συνθηκών. Έκαναν ακόμα και τη σκέψη για την προοπτική των μελλοντικών συνθηκών να φαντάζει τρομακτική. Η Ε.Ε. υποχώρησε στη διακυβερνητική τεχνοκρατία, όπου παραμένει μέχρι σήμερα.
Αυτό για ορισμένους είναι αποκαρδιωτικό. Δεν χρειάζεται να είναι. Ναι, η Ε.Ε. εξακολουθεί να είναι ένα μακρινό θηρίο για τους πολίτες. Πάνω από το ένα τρίτο των Ευρωπαίων παραδέχονται ότι δεν έχουν ιδέα για το πώς λειτουργεί στην πραγματικότητα, αλλά αυτό δεν εμπόδισε την ένωση να είναι αποτελεσματική: το 74% των Ευρωπαίων πιστεύει ότι εξυπηρετεί καλά τη χώρα τους, ποσοστό ρεκόρ. Η Ε.Ε. ολοκληρώθηκε ακόμα περισσότερο, σε περιπτώσεις ανάγκης, όπως όταν, το 2020, μετά την πανδημία, οι κυβερνήσεις συμφώνησαν να εκδώσουν από κοινού ομόλογα για να χρηματοδοτήσουν ένα ταμείο ανάκαμψης. Μια ένωση κρατών, με ανεξάρτητους θεσμούς σε ετοιμότητα για να προωθούνται τα κοινά συμφέροντα σε τομείς όπου η Ευρώπη πρέπει να ενεργεί ως μία, αποδεικνύεται μια καλή ιδέα. Ποτέ δεν χρειάστηκε να είναι κάτι περισσότερο από αυτό.
© 2025 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist, το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr. Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά, βρίσκεται στο www.economist.com