THEPOWERGAME

Ώθηση έδωσε στο Χρηματιστήριο της Wall Street ο Τζέρομ Πάουελ, ο οποίος αναγνώρισε ότι έχει ξεκινήσει η αποκλιμάκωση των πληθωριστικών πιέσεων, παρότι εκτιμησε ότι θα χρειαστεί να φτάσουμε στο 2024 για να μειωθεί ο πληθωρισμός στον στόχο του 2%.
Μετά από μια συνεδρίαση έντονης μεταβλητότητας, ο βιομηχανικός Dow Jones κέρδισε 0,78% ή 265 μονάδες, κλείνοντας στις 34.156, ο ευρύτερος S&P 500 σημείωσε άνοδο 1,29% στις 4,164 μονάδες και o τεχνολογικός Nasdaq κινήθηκε υψηλότερα 1,90% στις 12.113 μονάδες. Από τις μετοχές του βιομηχανικού δείκτη, τη μεγαλύτερη άνοδο κατέγραψαν οι μετοχές των Microsoft και Boeing, ενώ τη μεγαλύτερη πτώση οι Verizon και Home Depot.
«Ο πληθωρισμός έχει αρχίσει να επιβραδύνει, αλλά η διαδικασία αυτή θα κρατήσει για αρκετό διάστημα», εκτίμησε ο πρόεδρος της Fed, Τζέρομ Πάουελ, κατά την πολυαναμενόμενη συνέντευξη που έδωσε την Τρίτη στο Οικονομικό Κλάμπ της Ουάσινγκτον.
Ερωτηθείς σχετικά με τα στοιχεία που έδειξαν ότι η αγορά εργασίας παραμένει ισχυρή, είπε ότι η Fed δεν τα ανέμενε και εξήγησε ότι «τα στοιχεία δείχνουν γιατί αυτή θα είναι μια διαδικασία που θα πάρει αρκετό χρόνο».
Υπενθυμίζεται ότι η Fed προχώρησε την περασμένη εβδομάδα σε μια ακόμα αύξηση επιτοκίων, αυτή τη φορά κατά 25 μονάδες βάσης. Αυτή ήταν η όγδοη αύξηση επιτοκίων από τον περασμένο Μάρτιο, με το εύρος των επιτοκίων να βρίσκεται στο 4.5%-4.75%. Ωστόσο, ο Πάουελ δεν αποκάλυψε το πότε θα σταματήσουν οι αυξήσεις επιτοκίων.
Στα μακροοικονομικά νέα της ημέρας, το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου των ΗΠΑ διευρύνθηκε στα 67,4 δισ. δολάρια τον Δεκέμβριο, αυξημένο κατά 10,5% έναντι του Νοεμβρίου, μήνα κατά τον οποίο είχε συρρικνωθεί σημαντικά.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Εμπορίου, το εμπορικό έλλειμμα αυξήθηκε στα 948,1 δισ. δολάρια για το σύνολο του 2022 από 845 δισ. το 2021. Επιπλέον, οι εισαγωγές σημείωσαν αύξηση 1,3% στα 317,6 δισ. δολάρια, ενώ οι εξαγωγές υποχώρησαν 0,9% στα 250, 2 δισ. δολάρια. Σημειωτέον ότι οι ανελυτές ανέμεναν ότι το εμπορικό έλλειμμα θα εκτιναχθεί στα 68,5 δισ. δολ.
Συγκεκριμένα, οι εξαγωγές υποχώρησαν κατά 0,9%, στα 250,2 δισ. δολ., ενώ οι εισαγωγές αυξήθηκαν κατά 1,3%, στα 317,6 δισ. δολ.