Σε «οχυρό» προστασίας λόγω covid εξακολουθούν να παραμένουν ακόμη δάνεια ύψους 11 δισ. ευρώ, ποσό αρκετά υψηλό, αν σκεφθεί κανείς ότι από την αρχή της πανδημίας, τα δάνεια που τέθηκαν κάτω από την «ομπρέλα» διαφόρων προγραμμάτων στήριξης, ήταν γύρω στα 27,5 δισ. ευρώ.
Το ποσό αυτό των 11 δισ. ευρώ περιλαμβάνει κάθε είδους μέτρο κρατικής προστασίας, είτε είναι τύπου moratorium (για κάποια τουριστικά), είτε τύπου Γέφυρας (που πήρε παράταση) είτε κάθε είδους στοχευμένης αναστολής εξυπηρέτησης.
Το νούμερο αυτό δεν είναι μικρό για να μην δημιουργεί προβληματισμό για το τι μέλλει γενέσθαι όταν αρθούν πλήρως τα μέτρα στήριξης, που αναπόφευκτα θα συμβεί εντός του έτους. «Όλα θα κριθούν από τη συμπεριφορά των δανειοληπτών μόλις βγουν τα δάνεια από τα προστατευτικά πλαίσια», εξηγούν παράγοντες της Τράπεζας της Ελλάδος, διευκρινίζοντας ότι «μέχρι τότε, δεν υπάρχει και δεν μπορεί όπως είναι φυσικό να υπάρξει, καμία πρόβλεψη και καμία εκτίμηση».
«Το πιθανότερο», αναφέρουν πηγές της Τράπεζας της Ελλάδος, «είναι να αποκτήσουμε μια αίσθηση της κατάστασης μετά το τέλος του πρώτου εξαμήνου. Από το καλοκαίρι και μετά, θα έχουμε στοιχεία και ενδείξεις για το πόσο η στήριξη των πληγέντων λόγω πανδημίας, δημιούργησε μια νέα γενιά κόκκινων δανείων και τι μεγέθους».
Για την κεντρική τράπεζα είναι πολύ σημαντικό ποσό τα 11 δισ. ευρώ, ειδικά όταν δεν υπάρχει κανενός είδους στοιχείο για το αν σε αυτά εμπεριέχονται καινούργια Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια. Και το θέμα είναι ότι κάθε μέτρο τελειώνει φέτος. Ό,τι έγινε, έγινε. Η πραγματική κατάσταση στην οποία θα βρεθεί αντιμέτωπη η οικονομία τους επόμενους μήνες είναι σήμερα ένα «μαύρο κουτί».
Στο πλαίσιο αυτό, ο προβληματισμός επικεντρώνεται στο πώς θα διευθετηθεί ένα πιθανό νέο κύμα κόκκινων δανείων (το οποίο σίγουρα θα προκύψει αλλά είναι άγνωστες οι διαστάσεις του), ειδικά όταν προτεραιότητα της οικονομικής πολιτικής θα είναι η επίτευξη μιας σημαντικής δημοσιονομικής συρρίκνωσης, με το έλλειμμα να πρέπει να μειωθεί από το 7,1% του ΑΕΠ σε μόλις 1,5%.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι όχι μόνο δεν τίθεται θέμα παράτασης ή νέας στήριξης (άλλωστε η εκτίναξη του πρωτογενούς ελλείμματος ήταν αποτέλεσμα των μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας), αλλά αντιθέτως, πρέπει να υιοθετηθεί μοντέλο ραγδαίας μείωσης του ελλείμματος.
Και βέβαια οι διοικήσεις των τραπεζών δεν επιθυμούν να αντιμετωπίσουν ένα νέο κύμα, έστω και μικρό, μη εξυπηρετούμενων δανείων σε μία περίοδο κατά την οποία καταβάλλουν προσπάθεια και φαίνεται να το πετυχαίνουν, να περιορίσουν σε μονοψήφιο ποσοστό τα κόκκινα δάνεια.