THEPOWERGAME
Τους λόγους που εκτινάχθηκαν οι τιμές ενέργειας εξηγεί η Alpha Bank σε ανάλυσή της που αναφέρεται και τα σενάρια για τη συνέχεια.
Ειδικότερα, η ισχυρή άνοδος των τιμών ενέργειας τις τελευταίες εβδομάδες έχει ενισχύσει την αβεβαιότητα για την προοπτική της οικονομίας, καθώς περιορίζει την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών και συμβάλει στην αύξηση των μεσοπρόθεσμων πληθωριστικών προσδοκιών.
H ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας σε όλο τον ανεπτυγμένο δυτικό κόσμο, μετά τα περιοριστικά μέτρα λόγω πανδημίας προκάλεσε αναπόφευκτα αύξηση της ζήτησης ενέργειας.
Οπως αναφέρει η Alpha Bank σε ανάλυσή της, το γεγονός αυτό προκάλεσε υψηλή ζήτηση ηλεκτρικού ρεύματος αλλά και φυσικού αερίου που αποτελεί πλέον βασικό καύσιμο στην ηλεκτροπαραγωγή, ιδίως μετά το κλείσιμο πολλών μονάδων άνθρακα σε Ευρώπη και ΗΠΑ στο πλαίσιο φιλικότερων προς το περιβάλλον πολιτικών, λόγω κλιματικής αλλαγής.
Συνέπεια των ανωτέρω ήταν πολλοί ηλεκτροπαραγωγοί να στρέφονται στο φυσικό αέριο.
Παράλληλα οι τιμές εκπομπών CO2 στην Ευρώπη ξεπέρασαν τα 60 ευρώ ανά τόνο, τριπλασιαζόμενες σε διάστημα λιγότερο των 2 ετών, καθιστώντας την παραγωγή ρεύματος από τις παραδοσιακές ενεργοβόρες μορφές ακόμα πιο ασύμφορη.
Η ιδιαίτερα υψηλή ζήτηση που παρατηρήθηκε τον περυσινό χειμώνα για φυσικό αέριο είχε ως αποτέλεσμα τον Μάιο να κάνουν χρήση των αποθεμάτων τους πολλές εταιρείες από υπόγειες δεξαμενές.
Το καλοκαίρι έπρεπε να αναπληρωθούν αυτές οι ποσότητες με αποτέλεσμα η πρόσθετη ζήτηση να μην μπορεί να καλυφθεί από τους προμηθευτές πέρα από τις συμφωνηθείσες ποσότητες.
Επιπρόσθετα, μειωμένη ήταν η παραγωγή αιολικής και υδροηλεκτρικής ενέργειας σε αρκετές περιοχές του κόσμου. Ένας επιπλέον παράγοντας ήταν η έλλειψη φορτίων υγροποιημένου αερίου (LNG) στην spοt αγορά που καλύπτουν έκτακτες ανάγκες.
Οδηγηθήκαμε έτσι σε αύξηση στην τιμή του ΣΜΕ φυσικού αερίου (TTF hub), σημείου αναφοράς για την ευρωπαϊκή αγορά, με την ετήσια ενίσχυση να διαμορφώνεται στο 540%, ακόμα και με ακραία ημερήσια μεταβλητότητα.
Παράλληλα με τις ελλείψεις λόγω προβλημάτων στην εφοδιαστική αλυσίδα, η ενεργειακή κρίση στην Κίνα ώθησε υψηλότερα τις τιμές.
Οι πρόσφατες διακοπές ρεύματος σε τοπικό επίπεδο (19 από τις 35 επαρχίες της Κίνας) εξαιτίας προσπάθειας για χρήση φιλικότερων προς το περιβάλλον μορφών ενέργειας ανάγκασε αξιωματούχο της Κίνας για θέματα ενέργειας (Han Zheng) να δηλώσει πως με κάθε κόστος η βιομηχανική παραγωγή θα συνεχιστεί.
Το γεγονός αυτό οδήγησε ακόμα υψηλότερα τις τιμές του φυσικού αερίου. Εποχιακοί παράγοντες όπως ο τυφώνας Ida στον κόλπο του Μεξικού, πλημμύρες σε ορυχεία στην Κίνα αλλά και καθυστερήσεις στις παραδόσεις φορτίων πετρελαίου και αερίου λόγω περιορισμών και καραντίνας σε λιμάνια της Ν.Α. Ασίας αύξησαν το πρόβλημα της προσφοράς.
Η τιμή του πετρελαίου WTI ανήλθε στις 11 Οκτωβρίου σε υψηλό ($82,18/βαρέλι) από τον Οκτώβριο του 2014, καθώς η ζήτηση παραμένει ισχυρή.
Ανοδικά επηρεάζει την τιμή η εκτίμηση ότι αρκετές επιχειρήσεις έχουν αρχίσει να μεταβάλουν την πρώτη ύλη ενέργειας από φυσικό αέριο σε αργό πετρέλαιο.
Η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου είναι ιδιαίτερα ισχυρή το τρέχον έτος και αναμένεται να αυξηθεί σε ετήσια βάση κατά 6 εκατ. βαρέλια/ημέρα.
Το 2022 προβλέπεται περαιτέρω αύξηση της ζήτησης (3,3 εκατ. βαρέλια/ημέρα), η οποία αναμένεται να διαμορφωθεί σε νέο ιστορικό υψηλό (100,8 εκατ. βαρέλια/ημέρα).
Το τρέχον έτος επικρατούν συνθήκες υπερβάλλουσας ζήτησης, καθώς η περιορισμένη αύξηση της παραγωγής δεν μπορεί να ικανοποιήσει πλήρως την ενισχυμένη ζήτηση.
Η απόφαση του διευρυμένου ΟΠΕΚ να διατηρήσει αμετάβλητη τη συμφωνία για σταδιακή αύξηση την παραγωγής πετρελαίου κατά 400.000 βαρέλια/ημέρα για κάθε μήνα, επηρέασε ανοδικά την τιμή, καθώς συνέβαλε στην εκτίμηση ότι θα διατηρηθεί η υπερβάλλουσα ζήτηση για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Για το 2022, η αγορά πετρελαίου αναμένεται να επιστρέψει σε ισορροπία και ενδεχομένως εμφανιστούν συνθήκες υπερβάλλουσας προσφοράς, καθώς η αύξηση της παραγωγής πετρελαίου στις χώρες ΟΠΕΚ+ αναμένεται να συνεχιστεί και το 2022.
Αξίζει να αναφέρουμε ότι η τρέχουσα προσφορά πετρελαίου του ΟΠΕΚ είναι περί τα 27 εκατ. βαρέλια ενώ πριν την πανδημία ήταν κοντά στα 30 εκατ. βαρέλια.
Η παραγωγή πετρελαίου στις ΗΠΑ από τα 11 εκατ. βαρέλια/ημέρα κατά μέσο όρο το τρέχον έτος αναμένεται να ανέλθει στα 12 εκατ. βαρέλια στα τέλη του 2022.
Συνεπώς, οι συνθήκες υπερβάλλουσας ζήτησης διαφαίνεται να είναι προσωρινές και να διατηρηθούν και το δ΄ τρίμηνο του έτους λόγω της αυξημένης ζήτησης για πετρέλαιο θέρμανσης, καθώς οι εκτιμώμενες δυσμενείς καιρικές συνθήκες αναμένεται να συντηρήσουν τη ζήτηση.
Σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, η προοπτική για την παγκόσμια ζήτηση αργού πετρελαίου είναι αρνητική.
Το 2020, περίπου το 33% της κατανάλωσης ενέργειας προέρχεται από αργό πετρέλαιο, ενώ τα επόμενα χρόνια αναμένεται να περιορισθεί σημαντικά λόγω βελτίωσης της τεχνολογίας και των δράσεων που πρέπει να λάβουν οι κυβερνήσεις για την προστασία του περιβάλλοντος.
Σύμφωνα με το σενάριο της BP για μηδενικές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα το 2050, οι ανανεώσιμες πηγές ενεργείας θα αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος της παγκόσμιας κατανάλωσης στο μέλλον, από το 6% το 2020, στο 35% το 2035 και στο 59% το 2050.
Επομένως, η μακροπρόθεσμη επίπτωση στην τιμή του πετρελαίου είναι αρνητική, καθώς η παγκόσμια ζήτηση από τα 98 εκατ. βαρέλια που είναι σήμερα, αναμένεται να υποχωρήσει το 2035 στα 72 εκατ. (εκτίμηση BP Net Zero scenario).
Το ενδιαφέρον των επενδυτών για τοποθετήσεις σε τιμές ενέργειας και για μετοχές του κλάδου ενέργειας είναι ιδιαίτερα αυξημένο το τρέχον έτος, καθώς αναμένεται να προσφέρουν υψηλή μερισματική απόδοση και να παρέχουν προστασία έναντι της αύξησης του πληθωρισμού. Σημειώνεται ότι από την αρχή του έτους, ο δείκτης εμπορευμάτων ενέργειας παρουσιάζει ισχυρή άνοδο (84%), καθώς η τιμή του πετρελαίου και του φυσικού αερίου καταγράφουν διαδοχικά υψηλά. Ο παγκόσμιος δείκτης μετοχών ενέργειας S&P Global 1200 έχει εμφανίσει ισχυρή συνολική απόδοση το 2021 (43,5%), υπερβαίνοντας σημαντικά τον συνολικό παγκόσμιο δείκτη S&P Global 1200 (13,9%).
Οι τοποθετήσεις σε τιμές ενέργειας και σε μετοχές του ενεργειακού κλάδου παρουσιάζουν ισχυρή ανοδική τάση την τρέχουσα περίοδο, ωστόσο θεωρούνται επενδύσεις υψηλού κινδύνου.
Ο παγκόσμιος δείκτης ενέργειας έχει την υψηλότερη μεταβλητότητα (52 εβδομάδες: 31%, 3 ετών: 35%) μεταξύ των κλάδων του παγκόσμιου δείκτη. Αξίζει να αναφέρουμε ότι το α΄ τρίμηνο του 2020 λόγω εξάπλωσης της πανδημίας παρουσίασε πτώση κατά 45% ενώ ο δείκτης S&P Global 1200 κατά 21%.